Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ!



Ο τίτλος της σημερινής έκθεσης τα λέει όλα: “Electricity Privatisation in Australia. A record of failure (Ιδιωτικοποίηση του ηλεκτρισμού στην Αυστραλία. Η καταγραφή μιας αποτυχίας)”.
Πρόκειται για έκθεση 40 σελίδων, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο και την έχει γράψει ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Κουήνσλαντ John Quiggin, ένας από τους πολύ γνωστούς Αυστραλούς Οικονομολόγους, τακτικός αρθρογράφος και του βρετανικού Guardian.
Συντάχθηκε με χρηματοδότηση της Electrical Trades Union (Ένωσης Σωματείων Ηλεκτρισμού), με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 20 ετών από την ιδιωτικοποίηση του ηλεκτρισμού στην Πολιτεία της Βικτόρια (εκεί που είναι η Μελβούρνη).
Από την περίληψη, στην αρχή του κειμένου, ο συγγραφέας “τα λέει όλα” : “από το 1950 μέχρι το 1990 οι τιμές του ηλεκτρικού, που προσέφερε το καθετοποιημένο δημόσιο σχήμα, έπεφταν και ήταν από τις χαμηλότερες στον κόσμο. Στη δεκαετία του 1990, με βάση τις θεωρίες του Ρήγκαν και της Θάτσερ, δημιουργήθηκε το “National Grid- Εθνικό Δίκτυο” και η “National Electricity Market-(ΝΕΜ)-Εθνική Αγορά Ηλεκτρισμού”.
Από τότε που έγινε η ΝΕΜ οι τιμές του ηλεκτρικού αντέστρεψαν την πτωτική τάση και από το 2005 άρχισαν να ανεβαίνουν απότομα.
Τα παράπονα των πελατών αυξήθηκαν κατακόρυφα, από 500 το χρόνο σε πάνω από 50.000.
Η αξιοπιστία της ηλεκτροδότησης έχει μειωθεί στη Βικτόρια, καθώς το σύστημα έχει γίνει πιο ευάλωτο σε φυσικούς παράγοντες και σε μέτρα οικονομικού χαρακτήρα.
Επενδύσεις δεν έγιναν, καθώς “οι μηχανισμοί διαμόρφωσης των τιμών δεν έδωσαν ισχυρά σήματα” για επενδύσεις.
Η λειτουργία έγινε λιγότερο αποτελεσματική, καθώς εγινε διασπάθιση των πόρων, καταλήγοντας σε υψηλότερα κόστη και χειρότερη εξυπηρέτηση.
Η παραγωγικότητα των εργαζομένων έχει μειωθεί, καθώς μειώθηκε η εκπαίδευση του προσωπικού και αυξήθηκε υπέρμετρα η πρόσληψη ανειδίκευτου διοικητικού κι εργατικού προσωπικού.
Υπάρχουν μεγάλες και αδικαιολόγητες αποδόσεις κεφαλαίων προς τους “επενδυτές”, για επενδύσεις πολύ χαμηλού ρίσκου, που φτάνουν σχεδόν το 10% ΜΕΤΑ τους φόρους από το 2006.
Οι λογαριασμοί των καταναλωτών, στις Πολιτείες όπου έγινε ιδιωτικοποίηση, περιλαμβάνουν κόστος κεφαλαίου περίπου 10% του “επενδυτή”, τη στιγμή που το δημόσιο έχει κόστος κεφαλαίου περίπου 3%.Αυτές οι αποτυχίες δεν είναι τυχαίες. Αντίθετα, οφείλονται σε θεμελιώδεις και μη ιάσιμες ατέλειες της ΝΕΜ, σε ό,τι αφορά την τιμολόγηση, τις ρυθμίσεις και τα κίνητρα για επενδύσεις. Το σύστημα δεν επιδέχεται οριακές βελτιώσεις, πρέπει να φύγουμε από τις τεχνητές αγορές και να επιστρέψουμε στο στρατηγικό και επιχειρησιακό προγραμματισμό του δικτύου ηλεκτροδότησης”.
Και η περίληψη καταλήγει : "It is time to admit that the reform process, as a whole, has been a failure. Economic principles and international experience indicate that a more centralised system, with public ownership of the critical infrastructure, is the only sensible response". "Είναι καιρός να παραδεχθούμε ότι η διαδικασία της μεταρρύθμισης, ως σύνολο, ήταν μια αποτυχία. Οι οικονομικές αρχές και η διεθνής εμπειρία δείχνουν ότι ένα πιο επικεντρωμένο σύστημα, με δημόσια ιδιοκτησία των κρίσιμων υποδομών, είναι η μόνη λογική επιλογή".
Κι όπως λένε, μετά τα πιο πάνω, τα υπόλοιπα είναι ιστορία … Αλλά μπορούμε να δούμε μερικά ακόμα σημεία:
Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ο ηλεκτρισμός στην Αυστραλία παρεχόταν από δημόσια μονοπώλια, που ανήκαν στις τοπικές κυβερνήσεις. Στη συνέχεια μετατράπηκαν σε εταιρείες και ιδιωτικοποιήθηκαν περισσότερο ή λιγότερο, ανάλογα με την κάθε Πολιτεία. Το σύστημα της ηλεκτροδότησης με βάση θεσπισμένες υποχρεώσεις αντικαταστάθηκε από τη ΝΕΜ, που θεωρητικά θα επιτύγχανε το ίδιο αποτέλεσμα με χαμηλότερο κόστος και περισσότερες επιλογές για τους καταναλωτές. Θεωρητικά μόνο. Στην πράξη, οι τιμές για τα νοικοκυριά αυξήθηκαν θεαματικά. Δεν έγιναν συστηματικά επενδύσεις, με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν μπλακ άουτς, τα οποία μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Οι καταναλωτές “βομβαρδίστηκαν” με προσφορές από τους παρόχους, οι οποίες ωστόσο αποδείχτηκαν κατώτερες του επιπέδου αξιοπιστίας και χαμηλών τιμών που απολάμβαναν πριν την ιδιωτικοποίηση.
Δημόσια περιουσία που συσσωρεύτηκε και χτίστηκε επί δεκαετίες, από διαφορετικές γενιές, πουλήθηκε σε κλάσμα της αξίας της. Ωστόσο, οι Πολιτείες που αντιστάθηκαν στην πίεση για ιδιωτικοποιήσεις εξακολούθησαν να απολαμβάνουν μια σταθερή ροή μερισμάτων και αύξηση της αξίας των κεφαλαίων.
Η ιδιωτικοποίηση συνοδεύτηκε από σημαντική μείωση του αριθμού των εργαζομένων, εντατικοποίηση του ρυθμού εργασίας, μείωση των επιπέδων ασφάλειας της εργασίας, αύξηση της μακροχρόνιας κόπωσης των εργαζομένων επιδείνωση της μακροχρόνιας κατάστασης της υγείας τους. Σε δεύτερη φάση αυξήθηκε ο αριθμός των εργαζομένων μέσω εξωτερικών εργολάβων για μείωση του κόστους. Ωστόσο, η μεγαλύτερη μείωση του κόστους προκύπτει συνήθως από τη μείωση των μισθών και την υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας. Ως συνέπεια της μείωσης του αριθμού των εργαζομένων, παρατηρήθηκε μείωση της συχνότητας και της αποτελεσματικότητας της συντήρησης.
Στη δεκαετία του 1980 οι πολίτες δεν έβλεπαν με κακό μάτι τις ιδιωτικοποιήσεις. Μια έρευνα του 2002 έδειξε ότι το 1986 οι γνώμες των πολιτών για την ιδιωτικοποίηση της Telstra ήταν μοιρασμένες. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου και την εμπειρία που αποκτούσαν οι πολίτες, το 2002, όταν πλέον η ιδιωτικοποίηση της Telstra είχε ολοκληρωθεί, το 70% των πολιτών ήταν ενάντια στην ιδιωτικοποίηση και μόνο το 16% την υποστήριζε. Παρόμοιες απόψεις μάλιστα διατυπώθηκαν για τις κατά πολύ προγενέστερες ιδιωτικοποιήσεις της Commonwealth Bank και της Qantas.
Τα συμπεράσματα από την Αυστραλιανή και τη διεθνή εμπειρία των ιδιωτικοποιήσεων δείχνουν ότι αυτές δεν βελτιώνουν και συνήθως επιδεινώνουν την οικονομική θέση των κυβερνήσεων που τις επιχειρούν, η πολιτική των ιδιωτικοποίησεων δεν ήταν ποτέ δημοφιλής και η αποδοχή της μειώνεται σταθερά με το χρόνο, οι ιδιωτικοποιήσεις, κατά κανόνα, δεν οδηγούν σε θετικά αποτελέσματα για τους πολίτες και, επίσης κατά κανόνα, οδηγούν σε δυσμενή αποτελέσματα για τους εργαζόμενους.
Οι σχεδιαστές της Αυστραλιανής “απελευθερωμένης” αγοράς ηλεκτρισμού έσπασαν τις καθετοποιημένες κρατικές εταιρείες σε παραγωγή, μεταφορά, διανομή και εμπορία. Θεωρήθηκε ότι οι οικονομίες κλίμακας είναι σχετικά ασήμαντες. Ωστόσο, η διάσπαση ευνοεί τη μεταγενέστερη επανένωση των επιμέρους εταιρειών σε πολυεθνικούς ομίλους.
Στην αρχή της περιόδου της ιδιωτικοποίησης οι τιμές της ενέργειας έπεσαν ελαφρά, επειδή υπήρχε σημαντική παραγωγική εφεδρεία, που θεωρούνταν ως περίσσεια. Λόγω αυτής της περίσσειας οι πάροχοι έσπευσαν να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές στους μεγάλους καταναλωτές, αλλά με το πέρασμα του χρόνου οι τιμές ανέβηκαν για όλους.
Τα ηλεκτρικά συστήματα είναι μεγάλης έντασης κεφαλαίου και το κόστος του συστήματος εξαρτάται κυρίως από το κόστος κεφαλαίου. Στην προ ιδιωτικοποίησης εποχή, οι δημόσιες εταιρείες εξέδιδαν ομόλογα, με επιτόκιο συνήθως λίγο μεγαλύτερο από το επιτόκιο των κρατικών ομολόγων. Συχνά τα ομόλογα των εταιρειών είχαν την εγγύηση της κάθε Πολιτείας. Το χαμηλό επιτόκιο αντανακλούσε τον πολύ χαμηλό κίνδυνο χρεοκοπίας αυτών των εταιρειών, καθώς, ιστορικά, η μόνο εταιρεία ηλεκτρισμού που χρεοκόπησε σε αναπτυγμένη χώρα ήταν η Washington Public Power Supply System, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν επεχείρησε να κατασκευάσει πέντε πυρηνικούς σταθμούς ταυτόχρονα. Με την πολυδιάσπαση των δημόσιων εταιρειών, οι σχεδιαστές της “απελευθερωμένης” αγοράς εισήγαγαν στο σύστημα νέους κινδύνους: οι μεταβολές στις τιμές της Ημερήσιας Αγοράς έφεραν κινδύνους για τους παραγωγούς (όταν οι τιμές είναι χαμηλές) και κινδύνους για τους εμπόρους (όταν οι τιμές είναι ψηλές). Τα αυξημένα κόστη του συστήματος καταλήγουν να επιβαρύνουν τους καταναλωτές.
Παλαιότερα, κάθε Πολιτεία είχε το δικό της ηλεκτρικό σύστημα και υπήρχαν μικρής κλίμακας διασυνδέσεις των επιμέρους συστημάτων. Με τη μεταρρύθμιση δημιουργήθηκε το Εθνικό Δίκτυο και πλέον δεν έχει νόημα η επιστροφή στο παλαιό καθεστώς. Το πιο λογικό πλέον είναι η εθνικοποίηση του Εθνικού Δικτύου και η διαχείρισή του σε τρόπο που οι επενδυτικές αποφάσεις να βελτιώνουν τη λειτουργία του συνολικού συστήματος. Δυο δεκαετίες αποτυχημένων μεταρρυθμίσεων έχουν δημιουργήσει μια μεγάλη αναστάτωση, που δεν διορθώνεται εύκολα. Πρώτη προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η απόκτηση δημόσιου ελέγχου στις κύριες γραμμές μεταφοράς και στις γραμμές που ενώνουν τις Πολιτείες. Επιτυχείς επανεθνικοποιήσεις έγιναν σε μια σειρά χώρες, που αναγνώρισαν την αποτυχία των ιδιωτικοποιήσεων. Στη Βρετανία, το 1993 η κυβέρνηση Μπλερ επανεθνικοποίησε τις σιδηροδρομικές υποδομές. Στη Νέα Ζηλανδία το 1993 ιδιωτικοποιήθηκαν σιδηρόδρομοι και ακτοπλοΐα, αλλά επανεθνικοποιήθηκαν το 2008.Είναι μια έκθεση που πρέπει να διαβάσουν όλοι εκείνοι που στις 9 Ιουλίου ψήφισαν να διασπαστεί και να ιδιωτικοποιηθεί η ΔΕΗ, νομίζοντας ότι το ρεύμα είναι κάτι το δεδομένο, ότι περίπου “το φέρνει ο πελαργός“. Για να διαβάσουν ότι το 2014 κάνουν στην Ελλάδα αυτό που απέτυχε επί 20 χρόνια στην Αυστραλία...

Πηγή: http://www.logiosermis.net


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.