Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2025

ΤΑ ΤΕΜΠΗ, ΤΟ ΒΑΘΥ ΡΗΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΩΝ ΔΙΑΘΕΣΕΩΝ!


Τα Τέμπη είναι μια βαθιά ανοιχτή πληγή στην κοινωνία, που δεν θα κλείσει εύκολα

Γράφει ο Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Προσπαθούν διάφοροι να πείσουν ότι ο λόγος που την Κυριακή 26 Ιανουαρίου είχαμε τη μεγαλύτερη πανελλαδική κινητοποίηση εδώ και πολλά χρόνια ήταν απλώς μια συναισθηματική φόρτιση για την τραγωδία στα Τέμπη και μια ταύτιση με τον πόνο των γονέων.
Βεβαίως, αυτό που παραβλέπουν είναι ότι πάρα πολλά πράγματα στη δημόσια σφαίρα προκαλούν και συναισθηματική φόρτιση και ταύτιση με τον πόνο των ανθρώπων, όμως δεν ενεργοποιούν τους ανθρώπους να κατέβουν σε λαοθάλασσες.
Για να υπάρξουν λαοθάλασσες σημαίνει ότι μαζί με τη συναισθηματική φόρτιση υπάρχει και ένας σαφές πολιτικό αίτημα και μήνυμα που θέλουν να διατυπώσουν οι άνθρωποι που συμμετέχουν.
Και αυτό ακριβώς είναι που συμβαίνει με τα Τέμπη: η κοινωνία αναζητά δικαιοσύνη και απόδοση ευθυνών.
Γιατί τα Τέμπη υπήρξαν μια πολύ τραυματική εμπειρία για δύο βασικούς λόγους και σε δύο χρόνους.
Ο πρώτος λόγος, αυτός που κινητοποίησε τις πρώτες μέρες ήταν το ίδιο το γεγονός των εμφανών και διαχρονικών πολιτικών και επιχειρηματικών ευθυνών για το ότι δεν ήταν σε λειτουργία τα μέσα ασφάλειας που θα απέτρεπαν την τραγωδία, ως αποτέλεσμα του συνδυασμού των ιδιωτικοποιήσεων και της αντίληψης των αναγκαίων μεγάλων έργων ως διασπάθισης δημόσιας και ευρωπαϊκής δαπάνης. Εδώ η αντίδραση ήταν ενάντια σε αυτό που βιώθηκε ως «διάρρηξη του κοινωνικού συμβολαίου» που ήθελε την πολιτική εξουσία να εγγυάται βασικές συνθήκες ασφάλειας στις συγκοινωνίες.
Ο δεύτερος λόγος, που σταδιακά ήρθε να προστεθεί, ήταν αυτός της συγκάλυψης. Δηλαδή, της σταδιακής συνειδητοποίησης ότι υπήρξε μια συστηματική προσπάθεια να μην φτάσει στο βάθος η διερεύνηση, να χειραγωγηθεί η ενημέρωση ακόμη και με πρακτικές μονταζιέρας, να καταστραφούν και να αλλοιωθούν στοιχεία.
Η συγκάλυψη και η μέσω αυτής επιδίωξη ατιμωρησίας εισπράττεται από την κοινωνία ως μια ακόμη μεγαλύτερη προσβολή και ως μία μεγαλύτερη απειλή και λόγος ανασφάλειας. Γιατί στον διάσπαρτο φόβο ότι η ιδιωτικοποίηση και η πρόκριση του κέρδους ως μόνης προτεραιότητας κάνει τα πράγματα πιο επισφαλή και επικίνδυνα, έρχεται να προστεθεί η διαπίστωση ότι αυτό επιτείνεται από την εμφανή δυσλειτουργία των θεσμών και την ικανότητα εξασφάλισης μιας ασυλίας από τους υπευθύνους.
Αυτό έρχεται να συναντηθεί με μια βαθύτερη απονομιμοποίηση των εκπροσώπων του πολιτικού συστήματος, ιδίως όσων ασκούν κυβερνητική εξουσία, και μια ευρύτερη δυσαρέσκεια που πυρήνα της έχει την οικονομική ανασφάλεια, που προκαλείται από την τρέχουσα κρίση κόστους ζωής.
Και βέβαια στο επίκεντρο αυτών των δυναμικών είναι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Γιατί αντικειμενικά χρεώνεται και τις πολιτικές ευθύνες για τις καθυστερήσεις στα έργα υποδομής και την επιχείρηση συγκάλυψης. Μια κυβέρνηση, η οποία και πριν τα συλλαλητήρια ήταν εμφανές πως είχε απέναντί της ένα πλειοψηφικό κλίμα δυσαρέσκειας και η οποία τώρα είδε ένα μέγεθος κινητοποιήσεων, επί της ουσίας εναντίον της, που επιβεβαιώνει στο δρόμο ότι η αποδοκιμασία είναι πλειοψηφική.
Επιβεβαιώνεται κάτι που έχει φανεί από καιρό: ότι δηλαδή είναι μια κυβέρνηση επί της ουσίας μειοψηφίας και μάλιστα με μια αρνητική δυναμική δύσκολα αναστρέψιμη.
Βεβαίως την ίδια στιγμή είναι εμφανής και η αμηχανία της αντιπολίτευσης.
Όχι γιατί δεν αντιλαμβάνεται τη σημασία του ζητήματος. Αλλά γιατί καταλαβαίνει ότι ενώ η κοινωνία κινητοποιείται και παίρνει θέση, αυτό δεν σημαίνει ότι στρατεύεται και με τις πολιτικές προτάσεις της αντιπολίτευσης.
Προφανώς ένας λόγος είναι ότι το ρήγμα στη σχέση εμπιστοσύνης των πολιτών με το πολιτικό σύστημα δεν αφορά απλώς την κυβέρνηση αλλά και το κομματικό σύστημα – αυτό άλλωστε προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και η ακροδεξιά.
Όμως, αυτό έχει να κάνει και με τη δυσκολία της αντιπολίτευσης να αντιστοιχηθεί επί της ουσίας με την κοινωνία.
Λέγοντάς το αυτό δεν εννοώ να αναπαράγει η αντιπολίτευση όσα νιώθει η κοινωνία. Εν μέρει αυτό γίνεται και άλλωστε οι μεγάλες κινητοποιήσεις για τα Τέμπη δείχνουν ότι προτιμά κάποιες φορές να κατεβαίνει μόνη της, παρά να την «τραβάει το κόμμα από το μανίκι».
Λέω ότι δεν μπορεί η σημερινή αντιπολίτευση να συμβαδίσει με τα ρήγματα και τις δυναμικές που διαμορφώνονται και να προσπαθήσει να παρέμβει και να τους δώσει κατεύθυνση. Γιατί αυτό απαιτεί ένα άλλο βάθος πολιτικής και προγραμματικής συγκρότησης και μια πραγματική εναλλακτική «κυβερνησιμότητα», δηλαδή την ικανότητα να πείθουν ότι μπορούν να είναι μια κυβέρνηση που θα «αναλάβει την ευθύνη».
Μέχρι τώρα δεν το έχουν καταφέρει. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν κιόλας. Αρκεί να αναμετρηθούν με την πρόκληση και όχι απλώς με την επιμέρους φιλοδοξία τους.

Πηγή: https://www.in.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.