"Δεν ξέρω πρόσωπα και πράγματα για την υπόθεση της δωδεκάχρονης στον Κολωνό πέρα από όσα διαβάζω στον Τύπο. Γνωρίζω όμως την Ασημίνα. Μιά συνομήλική της στην ίδια γειτονιά. Όλοι οι ανιώντες της Ασημίνας, παππούδες, γιαγιάδες ακόμα, μάνα και πατέρας είναι εθισμένοι στα σκληρά ναρκωτικά. Συλλαμβάνονται ενίοτε για χρήση ή ακόμα και για εμπορία. Μπαινοβγαίνουν στις φυλακές. Ο μόνος στο οικογενειακό της περιβάλλον που ασκεί ένα σταθερό, μόνιμο επάγγελμα; Ο θείος της. Ντελιβεράς δουλεύει με ένα παλιομηχανάκι. Πασχίζει ο άνθρωπος, από το υστέρημα του, να ψευτοξελασπώνει τους υπόλοιπους. Και να προσέχει τα παιδιά, αδέλφια και ξαδέλφια της Ασημίνας, μπόλικα, ζωή να’χουν… Η Ασημίνα αράζει στην πλατεία. Πες μου τώρα εσύ. Εάν κάποιος τής κουνήσει ένα πενηντάρικο, ένα κατοστάρικο, την πιάσει στην αρχή με το γλυκό, τής τάξει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, πού θα βρει το κοριτσάκι το σθένος να τού αντισταθεί μέχρι τέλους;"
Ο φίλος μου είναι δικηγόρος. Όχι από εκείνους με τη σηκωμένη μύτη, που περιφέρονται στις κοσμικές εκδηλώσεις και κολλητεύουν με δημοσιογράφους για να τους καλούν στην τηλεόραση. Μαχόμενος είναι. Του δρόμου. Ποτέ δεν έχει αρνηθεί να αναλάβει υπόθεση επειδή δεν παρουσιάζει οικονομικό ενδιαφέρον είτε για να αποφύγει τον συγχρωτισμό με παρίες. Χώνεται μέσα σε όλα. Ξημεροβραδιάζεται σε αστυνομικά τμήματα, τρέχει στις φυλακές. Βοηθάει όσο μπορεί.
"Ανώμαλοι, δράκοι -έτσι τους λέγαμε παλιά- πάντα θα υπάρχουν. Το ζητούμενο είναι να μην τους προσφέρεται άπλετο πεδίο δράσης. Θες να κάνουμε μια βόλτα πίσω από τον ήλιο;"
"Πίσω από τον ήλιο" σημαίνει κάτω από την Πατησίων. Στα στενά γύρω από την Πλατεία Ομονοίας. Στις γειτονιές που εκτείνονται μέχρι τον Κηφισό και πέρα απ’το ποτάμι, ως το Μενίδι, ως το Ζεφύρι, εκεί όπου οι άνθρωποι συχνά στριμώχνονται σε καταυλισμούς, σε παραπήγματα... Αν πάρεις τον Προαστιακό από το Κιάτο, θα δεις να μπαίνουν στα βαγόνια παρέες ολοφάνερα φτιαγμένες, πιτσιρικάδες μα και γέροι που παραμιλάνε, που παραντουράνε, που ξεχνούν να κατέβουν στη στάση μα δεν τους πολυνοιάζει μες στο χάσιμο που βρίσκονται. Φτάνουν με τα πολλά στον σταθμό Λαρίσης, βγαίνουν τρεκλίζοντας από το τρένο, τους ρουφάει η πόλη...
Η Αθήνα δεν έχει τερατώδεις πολυκατοικίες όπως το Μπρονξ στη Νέα Υόρκη και τα προάστια του Παρισιού. Ούτε αχανείς τενεκεδομαχαλάδες σαν την Κωνσταντινούπολη και τη Λατινική Αμερική. Σε εμάς η εξαθλίωση, η απελπισία είναι πιο μουλωχτή. Εάν πας ανυποψίαστος στον Κολωνό, θα σού φανεί μια ταπεινή πλην νοικοκυρεμένη γειτονιά.
"Η εκμετάλλευση των ανηλίκων αποτελεί το φρικτότερο σύμπτωμα της βαθιάς κοινωνικής νόσου. Άλλα συμπτώματα; Η εγκατάλειψη των ηλικιωμένων. Η περιθωριοποίηση που φέρνει η μακροχρόνια ανεργία. Ο λειτουργικός αναλφαβητισμός. Για αυτό και θεωρώ τις λύσεις που προτείνονται αποσπασματικές. Εμβαλωματικές.
Με αγαθή προαίρεση, ορμώμενοι από γνήσια φιλανθρωπία, πολλοί απαιτούν να λειτουργήσουν δομές υποστήριξης για τα κακοποιούμενα (και τα απειλούμενα, φαντάζομαι, με κακοποίηση) παιδιά. Στελεχωμένες με ψυχολόγους, με γιατρούς, με εκπαιδευτικούς. Καλοδεχούμενες εννοείται. Απαραίτητες. Πολύ αμφιβάλλω ωστόσο εάν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν καίρια το πρόβλημα. Δηλαδή τι; Θα έπαιρναν τα παιδιά από τις δυσλειτουργικές, τις διαλυμένες οικογένειές τους και θα τα πήγαιναν σε ιδρύματα; Παιδουπόλεις θα έπρεπε να χτίσουμε! Ή θα επιτηρούσαν, θα διενεργούσαν ελέγχους; Η έσχατη φτώχεια δεν καταλαβαίνει από συστάσεις ούτε από θωπείες. Σε ωθεί να πουλήσεις ό,τι έχεις που μπορεί να πιάσει μια δεκάρα. Και τελικά να ξεπουληθείς κι εσύ ο ίδιος...
Το πολιτικό σύστημα δεν θέλει να καταλάβει. Δεν μπαίνει στον κόπο να εκπονήσει και να εφαρμόσει κάποιο τελέσφορο, ρεαλιστικό σχέδιο. Το να φωτογραφίζεται ο πρωθυπουργός με αστέγους, το να φιλοδωρεί ο αρχηγός της αντιπολίτευσης έναν μουσικό του δρόμου σε κάποιους ίσως να φαίνεται συμπαθητικό. Σε εμένα αντιθέτως μοιάζει προσβλητικό. Σουσουδίστικο. Όπως και τα λογίδρια περί κοινωνικής αλληλεγγύης που σπανίως έχουν χειροπιαστή συνέχεια.
Πίσω από τον ήλιο στοιβάζονται εξαιτίας και των αντικειμενικών συνθηκών, του προσφυγικού-μεταναστευτικού, της απώλειας χαμηλών θέσεων εργασίας, της ακρίβειας που καλπάζει, στην κακή μοίρα τους αφήνονται ολοένα και περισσότεροι. Οδεύουμε προς μια κοινωνία δύο ταχυτήτων. Των εχόντων και των αποκλεισμένων. Εκείνων, αν μη τι άλλο, που ταλαντεύονται διαρκώς στο χείλος του αποκλεισμού. Των "πρεκάριων" ήτοι των επισφαλών, που τη βγάζουν όπως-όπως με δουλειές του ποδαριού, που ακούνε και τα σχολιανά τους από πάνω όταν δεν τρέχουν την τουριστική περίοδο να δουλέψουν επτά μέρες την εβδομάδα για λιγότερο από χίλια ευρώ και να δηλώνουν και ευγνώμονες.
Διάφοροι εξ αριστερών φαντάζονται πως θα ψηφοθηρήσουν σε αυτά τα θολά νερά. Ότι θα κεφαλαιοποιήσουν πολιτικά τη δυσφορία των "λαϊκών στρωμάτων". Έφτασαν στο γελοίο σημείο να αποπειραθούν να ταυτίσουν τους εκμαυλιστές ανηλίκων με την κυβερνώσα παράταξη. Ώσπου ήρθε η πραγματικότητα να τους διαψεύσει πανηγυρικά. Δεν είχαν μπει προφανώς καν στον κόπο να διαβάσουν τα βιβλία του Γάλλου συγγραφέα Εντουάρ Λουί. Και ας παραβρέθηκαν, ορισμένοι τους, στην πρόσφατη ομιλία του στη Νομική Σχολή Αθηνών.
Στα θολά νερά πίσω από τον ήλιο απήχηση γνωρίζουν μόνο οι πιο ακραίες, εξτρεμιστικές φωνές. Οι εκτός του δημοκρατικού τόξου. Ποιός γιγαντώθηκε πριν από μια δεκαετία ποντάροντας στους ξεχασμένους του Αγίου Παντελεήμονα, οργανώνοντας "δράσεις αλληλεγγύης", συνδράμοντας τους γέροντες; Ποιος τους πούλησε νόμο και τάξη, πνεύμα και ηθική; Η "Χρυσή Αυγή”.
Το έχουμε σχεδόν απωθήσει από τη μνήμη μας κι αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Ο Θεός να μάς φυλάξει, μην το ξαναζήσουμε σε παραλλαγή ώστε να το εμπεδώσουμε…"
* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας
Πηγή: https://www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.