Της Χριστίνας Ρόδου //

Παράδεισέ μου
Θάλασσες μεγάλες, που άλλοτε απλώνονται μέχρι εκεί που τα μάτια χάνονται,
κι άλλοτε εγκλωβισμένες – μα υπέροχες – ανάμεσα σε πράσινους βράχους,
Κατάλευκοι γλάροι, με το ταξιδιάρικο άνοιγμα των φτερών τους,
σε καλούν να κολυμπήσεις,
σαν να θέλουν να μοιραστείς μαζί τους τη λαχτάρα της δροσιάς,
τη χαρά της πρώτης βουτιάς κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο.
Θάλασσες… το χρώμα τους άλλοτε βαθύ μπλε, γαλάζιο, πράσινο,
κι άλλοτε ένας αλλόκοτος συνδυασμός όλων αυτών.
Θαρρείς πως έχεις φτάσει στον παράδεισο και δεν το ξέρεις.
Και πώς να φύγεις από εκεί… πού να πας;
Η βουτιά γεμίζει τα κατάβαθα της ψυχής σου με ευγνωμοσύνη.
Ανοίγεις τα μάτια, κοιτάς τον βυθό,
και όσο έχεις ανάσα κολυμπάς.
Η άμμος απλώνεται μπροστά σου και οι ακτίνες του ήλιου από ψηλά
παίζουν παιχνίδια μέσα στο νερό.
Μέσα στο δικό σου βυθό…
εκεί που αναζητάς να χαθείς,
για να χαθούν και οι σκέψεις που έφερες μαζί σου.
Η ανάσα σου τελειώνει…
Βγαίνεις στην επιφάνεια, λυτρωμένη,
με τα μάτια μισόκλειστα από το βάρος της αλμύρας.
Η ακτή μπροστά σου χρυσή.
Οι γλάροι πετούν από πάνω σου, δε φεύγουν.
Έχουν κατακτήσει τον παράδεισο πριν από τον άνθρωπο,
κι όμως, με γενναιοδωρία μας επιτρέπουν να τον μοιραστούμε για λίγο.
Κάποιοι περπατούν στην καυτή αμμουδιά
με τα μικρά, πορτοκαλί ποδαράκια τους, δίπλα στους ανθρώπους.
Πόση έκπληξη σου κάνει!
Γλάροι και άνθρωποι μοιράζονται την ίδια πετσέτα.
Παράδεισέ μου… πώς να σε αφήσω;
Τα σκάφη βαθιά έριξαν άγκυρα.
Αφουγκράζεσαι τους ήχους του μεσημεριού:
ο παφλασμός ενός μικρού κύματος που σηκώθηκε,
το κάλεσμα των γλάρων,
το τραγούδι από τα ανήσυχα τζιτζίκια,
κι ο ανεπαίσθητος θόρυβος της χαράς από τους λίγους ανθρώπους γύρω σου.
Ξαπλώνεις στην άμμο, αφήνοντας τα πόδια σου να βρέχονται
στα μαγικά νερά.
Αντέχεις τον ήλιο όσο είσαι ακόμα βρεγμένη.
Κλείνεις τα μάτια και διαπιστώνεις πως μαγικά
χάθηκαν οι σκέψεις.
Αυτό που αναζητούσες… εδώ το βρήκες.
Κλείνεις τα μάτια και νιώθεις αυτό που είσαι,
ακούγοντας με ένα γλυκό χαμόγελο την καλοκαιρινή συμφωνία.
Θέλεις να κρατήσει για πάντα.
Με ένα μαγιό, με μια αλμύρα, με μια βουτιά και έναν βυθό.
Με ένα καλοκαίρι σε αυτή την παραλία.
Γιατί εδώ όλα είναι αλλιώς:
ο ήλιος, ο γαλανός ουρανός, το τυρκουάζ της θάλασσας,
το οξυγόνο, οι ήχοι,
η ανάσα που παίρνεις.
Δε σκέφτεσαι τίποτα.
Σιγά σιγά στεγνώνεις.
Μόνο τα πόδια χαμηλά δεν καίγονται.
Τινάζεις το σώμα σου, τρέχεις σχεδόν,
βουτάς ξανά και ξανά και ξανά!
Ξέρεις πως είναι η τελευταία φορά.
Σηκώνεις το κεφάλι ψηλά.
Λούζεσαι από το φως του καυτού μεσημεριού.
Παίρνεις δόσεις από τη μαγεία του τόπου αυτού:
ήχους, αισθήσεις, εικόνες.
Όλα θέλεις να τα πάρεις μαζί σου.
Μέσα στη βαλίτσα σου… αν γινόταν.
Μια μικρή βραχονησίδα να χωρέσει στις αποσκευές σου.
Μια χούφτα άμμος να γίνει η παραλία σου,
εκεί που θα είσαι… στον χειμώνα που έρχεται.
Απλώς… δε θέλεις να φύγεις.
Αφήνεις πίσω σου την ελευθερία της σκέψης,
την καθαρότητα της ψυχής,
την αγνότητα του κορμιού,
την παιδικότητα του χαμόγελου.
Υπόσχεσαι στον εαυτό σου να επιστρέψεις.
Πηγή: https://www.fractalart.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.