Της Αγγελικής Μπολουδάκη
«Για να καταλάβεις την καρδιά και το μυαλό ενός ανθρώπου, δες τι σε εμπνέει να κάνεις» – Χαλίλ Γκιμπράν
Η σχέση ανθίζει στην αμοιβαιότητα των συναισθημάτων, στην αποδοχή και στην επιθυμία και χάρη σε αυτά ριζώνει, γίνεται ένα πλατύφυλλο δέντρο, όπου εμείς στην σκιά του χαιρόμαστε την δροσιά του και τη μοιραζόμαστε γενναιόδωρα μεταξύ μας.
Για να μπορούμε όμως να χαρούμε με την μέθεξη που δημιουργεί η σχέση, χρειάζεται ο ψυχισμός μας να διακρίνεται από συναισθηματική επάρκεια, ώστε να μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε αυτό που μας προσφέρεται, για να αποδεχτούμε την προσφορά.
Για να μπορούμε όμως να χαρούμε με την μέθεξη που δημιουργεί η σχέση, χρειάζεται ο ψυχισμός μας να διακρίνεται από συναισθηματική επάρκεια, ώστε να μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε και να εκτιμήσουμε αυτό που μας προσφέρεται, για να αποδεχτούμε την προσφορά.
Ο ψυχικός μας ιστός χρειάζεται να διακρίνεται από πυκνότητα και συνοχή, ώστε οποιοδήποτε συναισθηματικό ερέθισμα νιώθουμε, να το καλοδεχόμαστε ακουμπώντας το στη σχέση αν είναι ωφέλιμο, ενώ, αν αντηχεί δυσάρεστα συναισθήματα, να το φιλτράρουμε προσεκτικά.
Αν η ψυχική δυσκολία προέρχεται από δικά μας δύσκολα κομμάτια, που εμποδίζουν την χαρά, να το επεξεργαζόμαστε, ενώ, αν προέρχεται από νοσηρές συμπεριφορές άλλων, να αποσυρόμαστε από εκείνους, ώστε να διαφυλάξουμε την ψυχική μας υγεία.
Εάν είμαστε ώριμοι συναισθηματικά, είναι εύκολο να διακρίνουμε την επιβεβαίωση από την εκτίμηση. Η εκτίμηση σχετίζεται με την ικανότητά μας να αγαπάμε, ενώ η επιβεβαίωση αφορά στην ανάγκη μας να αισθανθούμε αξία. Την επιβεβαίωση την εισπράττουμε στις κοινωνικές σχέσεις μας μέσα από την εργασία μας, τη δημιουργικότητά μας, τα ιδιαίτερά μας χαρίσματα τα οποία τα μοιραζόμαστε με τους άλλους και εκείνοι τα θαυμάζουν. Την εκτιμάμε όταν μας προσφέρεται, αλλά είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι εστιάζεται στα σημεία μας, τα οποία με κάποιο τρόπο εξελίσσουν τους άλλους, αλλά και εμάς γιατί τα αποδεχόμαστε περισσότερο.
Η εκτίμηση αφορά στις προσωπικές μας σχέσεις, όπου αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη για τη συναισθηματική ανταπόκριση των ανθρώπων μας και θαυμάζουμε ο ένας τον άλλον για την προσωπικότητά του και τα επιτεύγματά του. Νοιαζόμαστε για τον άνθρωπο που εκτιμάμε και έχουμε επίγνωση της αξίας που έχει ο καθένας στη ζωή μας, αλλά και στην επιθυμία μας για ζωή. Στην εκτίμηση υπάρχει η ελευθερία να καλλιεργεί ο καθένας τον εαυτό του, ενώ κάθε φορά που εξελισσόμαστε εμπεριέχουμε και τον άνθρωπό μας, επειδή υπάρχει σεβασμός μεταξύ μας.
Η επιβεβαίωση στοχεύει στο σημείο, που θαυμάζει κάποιος, όσο διαρκεί, όπου ωφελείται από αυτό, χωρίς όμως απαραίτητα να γίνεται καλύτερος ο εαυτός του, γιατί για αυτό χρειάζεται δέσμευση. Η εκτίμηση εστιάζει στην προσωπικότητα των ανθρώπων που ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλον και ο θαυμασμός που νιώθουν παραμένει ανεπηρέαστος από επιτυχίες ή αποτυχίες, γιατί αισθάνονται πιο όμορφα με τον εαυτό τους αλλά και με τον άλλο άνθρωπο που μοιράζονται συναισθηματικά δώρα αγάπης.
Εάν εκτιμάμε κάθε πτυχή του εαυτού μας, είναι πιο εύκολο να αναζητήσουμε στην πηγή της αγάπης τους ανθρώπους μας και να μην παρασυρθούμε από καθρεφτίσματα που αντανακλούν τα ελλείμματα μας. Όσο πιο ολοκληρωμένη μορφή έχει η εικόνα μας στο νοητό μας καθρέφτη, τα αιτήματα που απευθύνουμε στους ανθρώπους μας είναι αιτήματα αγάπης, που πηγάζουν από την επιθυμία μας να τους συναντήσουμε μέσα από μια αμοιβαιότητα εκτίμησης.
Εάν όμως η απουσία καθρεφτίσματος σκίασε την ύπαρξη μας, χρειάζεται να διαφοροποιηθούμε από μια εικόνα, θαμπή στο σύνολό της ή σε μέρη της, την οποία δανειστήκαμε, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η ύπαρξή μας και να αποκτήσει ομοίωμα ο εαυτός μας. Χρειάζεται να προσπαθήσουμε να θωρακίσουμε την αξία μας, αγαπώντας τον εαυτό μας. Ξεφυλλίζοντας τις μνήμες μας, κατανοούμε το παιδί μέσα μας που έκανε λάθη από άγνοια.
Προστατεύουμε τα συναισθήματά του με μητρικό και πατρικό τρόπο νουθετώντας το, ώστε να συνειδητοποιήσει πως το κάθε μάθημα ζωής που έλαβε από τα βιώματά του ήταν πολύτιμο στάλαγμα στην ύπαρξή του. Οι όμορφες εμπειρίες ανθίζουν τη ζωή μας, οι δυσάρεστες, όταν επιβεβαιώσουμε τον εαυτό μας πως άξιζε να τις ζήσουμε, μας μαθαίνουν να δίνουμε αξία και να δεσμευόμαστε με ό,τι ηχεί μελωδικά στην καρδιά μας.
Αν όμως δεν επιβεβαιώσουμε εμείς τον εαυτό μας με καθησυχαστικά λόγια που θα μας κάνουν να αισθανθούμε περήφανοι για μας, η κάθε κίνησή μας θα στρέφεται απεγνωσμένα στους άλλους, ώστε να θαμπωθούμε από την αντανάκλαση που θα δούμε στο βλέμμα τους, ελπίζοντας στην εκτίμησή τους. Θα επιζητάμε μια όαση, όχι για να μοιραστούμε συναισθήματα, αλλά γιατί φανταζόμαστε πως στον αντικατοπτρισμό της θα αποκατασταθεί η εικόνα μας και θα αναστυλωθεί η αξία μας. Θα εξαρτιόμαστε από εκείνους και θα γινόμαστε πιόνια στις διαθέσεις τους γιατί ως τρεμάμενα σχήματα θα προσμένουμε την κίνηση τους, για να σταθεροποιήσουμε τη μορφή μας και να μη μείνουμε μόνο περιγράμματα.
Θα ξοδεύουμε αλόγιστα την ψυχή μας, προσπαθώντας να εξαγοράσουμε τα συναισθήματά τους, έχοντας την ψευδαίσθηση πως όσο προσφερόμαστε στο βωμό ως θυσία, τόσο οι άλλοι θα διακρίνουν το μέγεθος της αξίας μας, για να το χωρέσουμε και εμείς. Θα τρέφουμε την αυταπάτη πως χάρη στο επιβεβαιωτικό τους βλέμμα κάθε αρνητικό θα το μετατρέψουμε σε πηγή θετικής ακτινοβολίας, οπότε η δική μας ανάγκη θα μετουσιωθεί σε επιθυμία για ζωή και ο έρωτας θα αναγεννηθεί μέσα μας.
Προσαρμοσμένοι σε αιτήματα άλλων, χάνουμε τον αληθινό μας καθρέφτη. Υποταγμένοι ενός ψευδούς εαυτού, για να ικανοποιήσουμε αυτό που επιθυμούν οι άλλοι για μας, χάνουμε την αλήθεια μας και πορευόμαστε με ένα εαυτό που δεν είναι δικός μας. Εάν προσαρμοστούμε σε προσδοκίες άλλων, σε ανεκπλήρωτες ανάγκες, προκειμένου να βρούμε τον δρόμο μας στη ζωή, η πορεία μας γίνεται μονόδρομος όπου δεν υπάρχει χώρος για προσωπικές αναζητήσεις, ελευθερία, ψυχική ανάταση, εμπιστοσύνη στη ζωή και αγάπη για αυτήν και φυσικά χάνουμε την εκτίμησή μας προς εμάς.
Ακολουθούμε τυφλά μονοπάτια άλλων που υπόσχονται αντανακλάσεις, προσπαθώντας να επιβεβαιώσουμε τις δικές μας πορείες, γιατί δεν αποδεχόμαστε αυτό που είμαστε, λες και έχουμε απεγνωσμένα την ανάγκη να γίνουμε κάτι άλλο μακρινό, σχεδόν εξόριστο που δεν μπορούμε να το φτάσουμε. Η τέλεια σιλουέτα, το ιδανικό πρόσωπο, η αψεγάδιαστη συμπεριφορά, η αλάνθαστη τελειότητα, η άφθαρτη νεότητα. Πίσω από αυτήν την ατέρμονη αναζήτηση κρύβεται το αίτημά μας για αγάπη. Ένα αίτημα σιωπηλό, αθόρυβο, που πνίγεται κάθε φορά που ξεπροβάλλει, για να μας απευθυνθεί να το αποδεχτούμε, για να μπορέσουμε να το προφέρουμε.
Έχουμε ανάγκη να μας αγαπήσουμε με τις μικρές αλλά και τις μεγάλες μας αδυναμίες, με τις δυνατότητές μας που αγωνίζονται να πάρουν μια θέση για να τις αναγνωρίσουμε, με τα σημαντικά αλλά και με εκείνα που θεωρούμε ασήμαντα κομμάτια του εαυτού μας, που ζητούν δειλά- δειλά να πάρουν μια θέση στην καρδιά μας, για να εκτιμηθούν από μας.
Η Αγγελική Μπολουδάκη είναι ιδιώτης Κοινωνική Λειτουργός, τέως στέλεχος του Κέντρου πρόληψης της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών Ν.Χανίων και τέως Εκπαιδευτικός Α.Τ.Ε.Ι. Είναι συγγραφέας του βιβλίου ‘Μαμά, μπαμπά, δε με κοιτάξατε και χάθηκα’, Εκδόσεις Αραξοβόλι
Πηγή: http://enallaktikidrasi.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.