Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ, ΣΥΖΥΓΟΥ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α. ΠΡΩΤΟΠΑΠΠΑ, ΑΠΟ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ!

  • Παραθέτω αυτούσια τη συγκλονιστική χειρόγραφη επιστολή της μητέρας του συνεργάτη μου, στον Περαία-Χώρα Radio News, Θανάση Κ. Πρωτοπαππά, αείμνηστης Γεωργίας Αγγελοπούλου, συζύγου του Κωνσταντίνου Α. Πρωτοπαππά, που ως όμηρος οδηγήθηκε από την Περαχώρα στη Γερμανία, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής. 

"Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΜΙΑΣ 16ΧΡΟΝΗΣ, ΟΜΗΡΟΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ"
«1-8-1944, ημέρα Τρίτη, ώρα 9 π.μ., ήλθαν οι Γερμανοί στο χωριό μας. Φώναξαν με το χωνί να πάμε όλοι στην εκκλησία. Στο χωριό μας, φύλαγαν σκοποί και αν άκουγαν τις μπότες των Γερμανών να έρχονται στο χωριό χτυπούσαν τις καμπάνες και ο κόσμος έφευγε, πήγαιναν στο βουνό.
Οι Γερμανοί κατάλαβαν ότι ήταν σύνθημα αυτό και ξέσπασαν στις γυναίκες. Μας βάλαν στη σειρά και διάλεγαν τις πιο νέες. Πήραν (30) κορίτσια, την αφρόκρεμα του χωριού. Βγάλαν τις καμπάνες, κάψαν 5 ή 6 σπίτια γιατί τα σπίτια αυτά ανήκαν σε κομμουνιστές. Το χωριό μας ήταν αρβανιτοχώρι. Παλιά όσοι είχαν γέρους στο σπίτι τα μάθαιναν. Εγώ ξέρω. Μας βάλαν γραμμή όλα τα κορίτσια και μας πήγαν με τα πόδια μέσα στη ζέστη και μας πήγαν στο στρατόπεδο της Κορίνθου. Εμείς είχαμε αποκάνει από την πείνα, την δίψα και την πεζοπορία. Όμως οι φύλακες που μας συνόδευαν, φώναζαν γρήγορα. Μείναμε 10 μέρες στο στρατόπεδο και μετά μας πήγαν στο Χαϊδάρι, μόνο για 3 μέρες. Μια μέρα ήλθαν από τον Ερυθρό Σταυρό και μας είπαν: «αύριο φεύγετε για Γερμανία». Μας έδωσαν ένα πακέτο με τρόφιμα, κονσέρβες κ.λ.π. για 10 ημέρες. Με φορτηγό τρένο φύγαμε, για το άγνωστο για μας, με κλάματα φωνάζοντας: «Που είσαι Μάνα να μας σώσεις». Τελικά φτάσαμε. Την άλλη μέρα μας πήγαν και δουλέψαμε σε αγροτικές δουλειές. Ο ήλιος ήταν καυτός και πάθαμε όλες ηλίαση. Οι Γερμανοί νόμιζαν ότι δεν θέλαμε να δουλέψουμε και μας πήγαν 3 μέρες φυλακή. Μετά μας πήγαν 40 μέρες σε καταναγκαστικά έργα. Σκάβαμε για να φτιάξουν καταφύγια. Εμείς τρέμαμε από το κρύο γιατί έπιασε χειμώνας. Μόνο αυτά που φορούσαμε, είχαμε. Μετά τις 40 μέρες μας πήγαν σε εργοστάσιο. Εκεί δουλεύαμε όλο με σιδερικά, αλλά η κάθε μία στο πόστο της. Όσο για φαγητό, μια φέτα ψωμί το πρωί και το απόγευμα, που σχολάγαμε, λίγες πατάτες βραστές και παντζάρια. Ψωμί μόνο κάθε πρωί. Εκεί μείναμε έως ότου τελείωσε ο πόλεμος. Όσο για τα αρβανίτικα που ξέραμε, μας βοήθησαν, γιατί πολλοί Γερμανοί ήξεραν λίγα ελληνικά και όταν εμείς θέλαμε να κάνουμε κάτι το λέγαμε αρβανίτικα. Ο Έλληνας είναι έξυπνος. Αρβανίτικα συνεννοούμαστε για το που θα πηγαίναμε το βράδυ να κλέψουμε πατάτες ή κάτι άλλο να χορτάσουμε την πείνα μας. Από απόψεως ηθικής ήταν πολύ καλοί μαζί μας. Τώρα και μόνο που τους κοιτούσες, έτρεμες από το φόβο. Σκληροί άνθρωποι, μοβόροι. Εγώ τον Μάρτιο του ΄45, ημέρα Πέμπτη, ώρα 2μ.μ., εκεί που εργαζόμουν στη μηχανή, ξάφνου και τυλίγονται τα μαλλιά μου στο μηχάνημα και μου ξερίζωσε αρκετά μαλλιά. Ευτυχώς ήταν ο Θεός μαζί μου. Από τον κρότο του εργοστασίου και μ΄αυτό που έγινε, έπαθαν ζημιά τ΄αυτιά μου. Από τα 17 μου χρόνια δεν άκουγα. Μετά το τέλος του πολέμου οι Γερμανοί μας βάλαν στο τρένο για την επιστροφή μας. Μας πήγαν στην Ιταλία και από εκεί μας ανέλαβε ο Ερυθρός Σταυρός και στα μέσα του Ιουνίου φτάσαμε στην Πατρίδα μας. Ω Πατρίδα μου γλυκιά!!! Την ίδια μέρα φτάσαμε στο χωριό. Εκεί να έβλεπες κωδωνοκρουσίες, χαρές, κλάματα. Έτσι τελείωσε η Οδύσσειά μας. Ξέχασα να γράψω ότι μας χώρισαν οι Γερμανοί σε 4 ομάδες. Εγώ ήμουν με άλλες 10. Έδωσε ο Θεός και ήλθαμε όλες σώες και αβλαβείς. Υ.Γ. Το 1979 πήγα στον Καναδά με τον άντρα μου και ο γιος μου που μένει εκεί με πήγε και έκανα εγχείριση και έτσι μέχρι τώρα είμαι καλά. Ακούω».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.