Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

LEONARD MLODINOW: ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ!

Επιμελείται η Καλλιόπη Παπαμιχαήλ

Οι άνθρωποι έχουν πράγματι πολλούς τρόπους για να δηλώνουν «Εγώ είμαι ο στρατηγός και όχι εσύ», χωρίς να δείχνουν τα οπίσθιά τους ή να φοράνε διακριτικά με αστέρια στους ώμους. Όπως και σε άλλες κοινωνίες πρωτευόντων, η κατεύθυνση του βλέμματος και η επίμονη ματιά αποτελούν σημαντικά σήματα κυριαρχίας στην ανθρώπινη κοινωνία.
Για παράδειγμα, αν ένα παιδί γυρίσει αλλού το βλέμμα του όταν το μαλώσει ο γονιός του, ο τελευταίος θα του πει «Εμένα να κοιτάς όταν σου μιλάω!». Είναι κάτι που έχω πει και εγώ σε διάφορες περιπτώσεις, αν και αφού δεν ακούμε με τα μάτια μας, η απαίτηση αυτή δεν φαίνεται να εξυπηρετεί κανένα λειτουργικό σκοπό. Η φράση του γονιού προς το παιδί αφορά στην πραγματικότητα την απαίτηση του γονιού για σεβασμό - ή, στη γλώσσα των πρωτευόντων, για κυριαρχία. Αυτό που λέει στην πραγματικότητα ο ενήλικας είναι Να κάθεσαι προσοχή μπροστά μου! Εγώ είμαι ο κυρίαρχος και γι ’ αυτό πρέπει να με κοιτάς όταν σου μιλάω!
Αν και ίσως να μην το αντιλαμβανόμαστε, δεν παίζουμε το παιχνίδι του βλέμματος μόνο με τα παιδιά μας. Το παίζουμε με τους φίλους και τους γνωστούς μας, τους ανωτέρους και τους υφισταμένους μας, όταν απευθυνόμαστε σε μια βασίλισσα ή σε έναν πρόεδρο, σε έναν κηπουρό ή σε έναν υπάλληλο καταστήματος, ή σε αγνώστους που συναντάμε σε ένα πάρτυ. Προσαρμόζουμε αυτόματα το χρονικό διάστημα που κρατάμε το βλέμμα μας προσηλωμένο στα μάτια κάποιου ανάλογα με τη διαφορά της κοινωνικής μας θέσης, και το κάνουμε αυτό μηχανικά, χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράξενο, καθώς μερικοί άνθρωποι προτιμούν να τους κοιτάζουν όλους στα μάτια, ενώ άλλοι συνηθίζουν να κοιτάνε πάντα κάπου αλλού, είτε μιλούν σε έναν διευθυντή είτε σε εκείνον που βάζει στην τσάντα τους τα συσκευασμένα μπουτάκια του κοτόπουλου στο μίνι μάρκετ της γειτονιάς. Πώς μπορεί λοιπόν να συνδέεται ο τρόπος που κοιτάζουμε τους άλλους με την κοινωνική κυριαρχία;
Το αποκαλυπτικό στοιχείο σχετικά με το βλέμμα δεν είναι ο συνολικός τρόπος με τον οποίο συνηθίζετε να κοιτάτε τους άλλους, αλλά το πώς προσαρμόζετε τη συμπεριφορά σας από τον ρόλο του ακροατή στον ρόλο του ομιλητή. Οι ψυχολόγοι έχουν καταφέρει να χαρακτηρίσουν αυτή τη συμπεριφορά με ένα μοναδικό ποσοτικό μέτρο, και τα στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει χρησιμοποιώντας αυτό το μέτρο είναι εντυπωσιακά.
Να πώς λειτουργεί: παίρνετε το ποσοστό του χρόνου κατά το οποίο κοιτάζετε έναν άνθρωπο στα μάτια ενώ του μιλάτε και το διαιρείτε με το ποσοστό του χρόνου κατά το οποίο κοιτάζετε τον ίδιο άνθρωπο στα μάτια ενώ τον ακούτε. Για παράδειγμα, αν όποιος από τους δυο σας κι αν είναι ο ομιλητής περνάτε το ίδιο ποσοστό χρόνου κοιτάζοντας αλλού, ο δείκτης είναι 1,0. Αλλά αν συνηθίζετε να κοιτάζετε αλλού πιο συχνά ενώ μιλάτε παρά όταν ακούτε, ο δείκτης θα είναι μικρότερος από 1,0. Αν συνηθίζετε να κοιτάτε αλλού λιγότερο συχνά όταν μιλάτε παρά όταν ακούτε, έχετε δείκτη υψηλότερο από 1,0. Όπως διαπίστωσαν οι ψυχολόγοι, το πηλίκο αυτό αποτελεί ένα αποκαλυπτικό στατιστικό μέγεθος. Ονομάζεται «αναλογία οπτικής κυριαρχίας», και αντανακλά τη θέση σας στην ιεραρχία της κοινωνικής κυριαρχίας σε σχέση με τον συνομιλητή σας. Ένας δείκτης οπτικής κυριαρχίας κοντά στο 1,0 ή παραπάνω, χαρακτηρίζει ανθρώπους με σχετικά υψηλή κοινωνική κυριαρχία. Ένας δείκτης οπτικής κυριαρχίας κάτω από 1,0 υποδηλώνει χαμηλότερη θέση στην ιεραρχία της κυριαρχίας. Με άλλα λόγια, αν ο δείκτης οπτικής κυριαρχίας σας είναι γύρω στο 1,0 ή υψηλότερος, μάλλον είστε το αφεντικό· αν είναι γύρω στο 0,6, μάλλον είστε ο υφιστάμενος.
Αν και ο ασυνείδητος νους μάς προσφέρει πολλές αξιοθαύμαστες υπηρεσίες και εκτελεί πολλούς φοβερούς άθλους, το συγκεκριμένο στοιχείο δεν παύει να με εντυπωσιάζει. Το πιο εκπληκτικό σχετικά με τα δεδομένα δεν είναι ότι προσαρμόζουμε υποκατωφλικά τη βλεμματική συμπεριφορά μας σύμφωνα με τη θέση μας στην ιεραρχία, αλλά ότι το κάνουμε με τόση συνέπεια και αριθμητική ακρίβεια. Ιδού ένα δείγμα από τα στοιχεία: όταν μιλούσαν μεταξύ τους οι αξιωματικοί του ROTC(Reserve Officers'Training Corps: Εκπαιδευτικό Σώμα Έφεδρων Αξιωματικών των ΗΠΑ), εμφάνιζαν δείκτη 1,06, ενώ οι δόκιμοι που μιλούσαν σε αξιωματικούς είχαν δείκτη 0,61. Προπτυχιακοί φοιτητές σε ένα εισαγωγικό μάθημα ψυχολογίας έφταναν το 0,92 όταν μιλούσαν σε κάποιον που πίστευαν πως ήταν τελειόφοιτος γυμνασίου και δεν σκόπευε να πάει στο κολλέγιο, αλλά έπεφταν στο 0,59 όταν μιλούσαν σε κάποιον που πίστευαν ότι είχε αποφοιτήσει από το κολλέγιο με άριστα στη χημεία και είχε γίνει δεκτός σε μια ιατρική σχολή κύρους. Άντρες-ειδικοί που μιλούσαν σε γυναίκες για ένα θέμα του δικού τους τομέα παρουσίαζαν δείκτη 0,98, ενώ άντρες που μιλούσαν σε γυναίκες-ειδικούς σχετικά με θέμα του τομέα της γυναίκας έπεφταν στο 0,61. Γυναίκες-ειδικοί που μιλούσαν σε άντρες-μη ειδικούς έφταναν το 1,04, ενώ γυναίκες-μη ειδικοί που μιλούσαν σε άντρες-ειδικούς είχαν δείκτη μόλις 0,54. Όλες αυτές οι μελέτες έγιναν σε Αμερικανούς. Οι αριθμοί ίσως να διαφέρουν σε κάθε πολιτισμό, αλλά το φαινόμενο παραμένει μάλλον το ίδιο.
Όποιος κι αν είναι ο πολιτισμός σας, από τη στιγμή που οι άνθρωποι ανιχνεύουν ασυνείδητα αυτά τα σήματα είναι ευνόητο ότι μπορείτε επίσης να αλλάζετε την εντύπωση που δίνετε επιλέγοντας συνειδητά αν θα κοιτάξετε ή όχι στα μάτια τον συνομιλητή σας. Για παράδειγμα, όταν ζητάτε δουλειά ή απευθύνεστε στο αφεντικό σας ή διαπραγματεύεστε μια επαγγελματική συμφωνία, μπορεί να σας συμφέρει τα σήματά σας να δείχνουν κάποιον βαθμό υποταγής, αλλά το ποιος θα πρέπει να είναι αυτός ο βαθμός εξαρτάται από τις εκάστοτε συνθήκες. Σε μια συνέντευξη για πρόσληψη, αν η θέση απαιτεί ιδιαίτερες ηγετικές ικανότητες, η επίδειξη υπερβολικής υποτακτικότητας θα ήταν λάθος τακτική. Αν όμως εκείνος που παίρνει τη συνέντευξη δείχνει πολύ ανασφαλής, η επίδειξη του σωστού βαθμού υποτακτικότητας από τον υποψήφιο θα μπορούσε να καθησυχάσει και να προδιαθέσει ευνοϊκά τον συνομιλητή του. Ένας πολύ πετυχημένος ατζέντης του Χόλλυγουντ μού είπε κάποτε ότι φρόντιζε να κάνει τις διαπραγματεύσεις του μόνο από το τηλέφωνο για να μην επηρεάζεται -ή να μην αποκαλύπτει κάτι άθελά του- μέσω της βλεμματικής επαφής με την απέναντι πλευρά.
Ο πατέρας μου έμαθε τη δύναμη αλλά και τον κίνδυνο μιας απλής ματιάς όταν ήταν έγκλειστος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ. Ζυγίζοντας κάτω από 45 κιλά τότε, δεν διέφερε πολύ από ένα κινούμενο πτώμα. Στο στρατόπεδο, αν κανείς κοιτούσε κατάματα κάποιον από τους δεσμώτες του χωρίς αυτός να του έχει μιλήσει, προκαλούσε την οργή του. Τα κατώτερα είδη δεν είχαν δικαίωμα να διασταυρώνουν αυθαίρετα το βλέμμα τους με την ανώτερη φυλή. Μερικές φορές που συλλογίζομαι τη διαίρεση ανάμεσα στους ανθρώπους και τα «κατώτερα πρωτεύοντα», θυμάμαι τα βιώματα του πατέρα μου και το λεπτό στρώμα του επιπλέον μετωπιαίου λοβού που διακρίνει τον πολιτισμένο άνθρωπο από το άλογο ζώο. Αν ο σκοπός αυτής της επιπλέον εγκεφαλικής ουσίας είναι να μας ανυψώνει, φαίνεται πως κάποιες φορές δεν το καταφέρνει. Αλλά ο πατέρας μου μού είχε επίσης πει ότι με ορισμένους φρουρούς το κατάλληλο είδος βλέμματος μπορούσε να οδηγήσει σε μια λέξη, μια συζήτηση, ακόμη και σε κάποια στοιχειώδη εκδήλωση ευγένειας. Έλεγε ότι όταν συνέβαινε αυτό, ήταν επειδή η βλεμματική επαφή τον ανύψωνε στο επίπεδο του ανθρώπου. Αλλά νομίζω ότι αποσπώντας μια ανθρώπινη αντίδραση από κάποιον φρουρό, αυτό που πραγματικά έκανε το βλέμμα του πατέρα μου ήταν να ανυψώνει στο ανθρώπινο επίπεδο τον δεσμώτη του.
Σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε μεγάλες, πυκνοκατοικημένες πόλεις. Σε πολλές από αυτές, μία και μόνο γειτονιά θα μπορούσε να περιλαμβάνει ολόκληρο τον πληθυσμό της Γης την εποχή της μεγάλης κοινωνικής μεταμόρφωσης του ανθρώπινου είδους. Βαδίζουμε σε πεζοδρόμια και συνωστισμένα εμπορικά κέντρα και κτίρια χωρίς να λέμε λέξη και χωρίς καμία βοήθεια από οδικά σήματα, αλλά καταφέρνουμε να μην σκοντάφτουμε πάνω σε άλλους ή να τσακωνόμαστε για το ποιος θα περάσει πρώτος από μια πόρτα. Κάνουμε συζητήσεις με ανθρώπους που γνωρίζουμε ελάχιστα ή καθόλου, ή που δεν θα θέλαμε να τους γνωρίζουμε, και αυτόματα κρατάμε ανάμεσά μας μια απόσταση που είναι αποδεκτή και από τους δυο μας. Αν και η απόσταση αυτή ποικίλλει από πολιτισμό σε πολιτισμό και από άτομο σε άτομο, ωστόσο, χωρίς να πούμε λέξη και συνήθως χωρίς καν να το σκεφτούμε, βρίσκουμε μια απόσταση που κάνει και τους δυο μας να αισθανόμαστε άνετα. (Η τουλάχιστον αυτό κάνουν οι περισσότεροι από εμάς. Όλοι γνωρίζουμε κάποιες εξαιρέσεις!) Όταν μιλάμε, διαισθανόμαστε αυτόματα πότε είναι η στιγμή να κάνουμε μια παύση για να αφήσουμε τους άλλους να μπουν στη συζήτηση. Τότε, μόλις είμαστε έτοιμοι να τους δώσουμε τον λόγο, συνήθως χαμηλώνουμε την ένταση της φωνής μας, τεντώνουμε την τελευταία μας λέξη, σταματάμε τις χειρονομίες και κοιτάζουμε τον συνομιλητή. Μαζί με τη ΘτΝ, αυτές είναι οι δεξιότητες που μας βοήθησαν να επιβιώσουμε ως είδος, και που μας επιτρέπουν και σήμερα να ελισσόμαστε μέσα στον περίπλοκο κοινωνικό κόσμο των ανθρώπων.
Η μη λεκτική επικοινωνία συνιστά μια κοινωνική γλώσσα που είναι από πολλές πλευρές πιο πλούσια και ουσιαστική από τα λόγια μας. Οι μη λεκτικοί αισθητήρες μας είναι τόσο ισχυροί που και μόνο οι κινήσεις που συνδέονται με τη γλώσσα του σώματος -χωρίς, δηλαδή, τα ίδια τα σώματα- αρκούν για να μας κάνουν να αντιληφθούμε σωστά το αντίστοιχο συναίσθημα. Για παράδειγμα, σε ένα πείραμα οι ερευνητές έφτιαξαν βιντεάκια με συμμετέχοντες που είχαν τοποθετήσει σε μερικά σημεία-κλειδιά του σώματός τους καμιά δωδεκαριά μικρά φώτα ή φωτεινές λωρίδες, όπως στην εικόνα της σελίδας 123. Η βιντεοσκόπηση έγινε με τόσο χαμηλό φωτισμό που διακρίνονταν μόνο οι φωτεινές λωρίδες. Όταν οι συμμετέχοντες στέκονταν ακίνητοι, οι λωρίδες έδιναν την εντύπωση ενός συνόλου σημείων χωρίς κανένα νόημα. Όταν όμως κινούνταν, οι παρατηρητές μπορούσαν να αποκωδικοποιήσουν έναν εντυπωσιακό όγκο πληροφοριών από τα κινούμενα φώτα. Μπορούσαν να μαντέψουν το φύλο των συμμετεχόντων ή ακόμη και την ταυτότητα κάποιων τους οποίους γνώριζαν προσωπικά, αποκλειστικά και μόνο από τον βηματισμό τους. Και όταν οι συμμετέχοντες ήταν ηθοποιοί, μίμοι ή χορευτές που τους είχε ζητηθεί να εκφράσουν με τις κινήσεις τους τα βασικά συναισθήματα, οι παρατηρητές δεν δυσκολεύονταν καθόλου να αναγνωρίσουν το αναπαριστώμενο συναίσθημα.
Όταν τα παιδιά φτάνουν στη σχολική ηλικία, ορισμένα από αυτά έχουν ήδη γεμάτο το πρόγραμμά τους με κοινωνικές δραστηριότητες, ενώ άλλα περνούν την ώρα τους ρίχνοντας σαΐτες στο ταβάνι. Ένας από τους κύριους παράγοντες της κοινωνικής επιτυχίας, ήδη από μικρή ηλικία, είναι το πόσο καλά ανιχνεύει το παιδί τα μη λεκτικά σήματα. Για παράδειγμα, σε μια μελέτη ζητήθηκε από 60 μαθητές νηπιαγωγείου να πουν με ποιους συμμαθητές τους θα ήθελαν να παρακολουθήσουν μαζί μια αφήγηση, να παίξουν ένα παιχνίδι ή να συνεργαστούν σε μια ζωγραφιά. Αξιολογήθηκε επίσης η ικανότητα των ίδιων παιδιών να κατονομάζουν τα συναισθήματα που απεικονίζονταν σε δώδεκα φωτογραφίες ενηλίκων και παιδιών με διάφορες εκφράσεις προσώπου. Τα δύο κριτήρια αποδείχθηκε πως συνδέονταν μεταξύ τους, δηλαδή οι ερευνητές εντόπισαν μια ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στη δημοτικότητα ενός παιδιού και στην ικανότητά του να διαβάζει τις εκφράσεις των άλλων.
Στους ενήλικες η μη λεκτική ικανότητα προσφέρει πλεονεκτήματα τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική ζωή και παίζει σημαντικό ρόλο στην αντίληψη που έχουμε για τη ζεστασιά, την αξιοπιστία και την πειστικότητα ενός ατόμου. Ο θείος σας Στιου μπορεί να είναι ο πιο ευγενικός άνθρωπος του κόσμου, αλλά αν έχει τη συνήθεια να μιλάει επί ώρες για ένα θέμα όπως τα βρύα που παρατηρούσε στην Κόστα Ρίκα και δεν παίρνει είδηση τα βρύα που έχουν αρχίσει να φυτρώνουν στα πρόσωπα των ακροατών του, μάλλον δεν είναι ο πιο περιζήτητος τύπος για παρέα. Η ευαισθησία μας για τα σήματα που εκπέμπουν οι άλλοι σχετικά με τις σκέψεις και την ψυχική τους διάθεση βοηθάει να εξελίσσονται οι κοινωνικές καταστάσεις ομαλά και με τις ελάχιστες δυνατές συγκρούσεις. Ήδη από τα πρώτα παιδικά χρόνια, όσοι είναι καλοί στο να δίνουν και να λαμβάνουν αυτά τα σήματα δημιουργούν πιο άνετα κοινωνικές σχέσεις και πετυχαίνουν ευκολότερα τους στόχους τους στις κοινωνικές καταστάσεις.
Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950 πολλοί γλωσσολόγοι, ανθρωπολόγοι και ψυχίατροι προσπάθησαν να ταξινομήσουν τα μη λεκτικά σήματα με τον ίδιο περίπου τρόπο που ταξινομούμε τη λεκτική γλώσσα. Ένας ανθρωπολόγος, μάλιστα, ανέπτυξε ένα σύστημα μεταγραφής, ορίζοντας ένα σύμβολο για σχεδόν κάθε πιθανή ανθρώπινη κίνηση, ώστε οι χειρονομίες να μπορούν να αποτυπώνονται σε γραπτή μορφή όπως η ομιλία. Σήμερα οι κοινωνικοί ψυχολόγοι μερικές φορές διακρίνουν τρεις βασικές κατηγορίες μη λεκτικής επικοινωνίας. Μια κατηγορία αφορά τις σωματικές κινήσεις: τις εκφράσεις του προσώπου, τις χειρονομίες, τη στάση του σώματος, τις κινήσεις των ματιών. Μια άλλη ονομάζεται «παραγλώσσα», και περιλαμβάνει την ποιότητα και το τονικό ύψος της φωνής, τον αριθμό και τη διάρκεια των παύσεων και διάφορους μη λεκτικούς ήχους όπως το να καθαρίζει κανείς τον λαιμό του ή να λέει «εεε». Και τέλος, υπάρχει η «σημειολογία της απόστασης», δηλαδή η χρήση του προσωπικού χώρου.
Πολλά δημοφιλή βιβλία ισχυρίζονται πως προσφέρουν οδηγίες για την ερμηνεία αυτών των σημάτων και σας συμβουλεύουν πώς να τα χρησιμοποιείτε προς όφελος σας. Σας λένε ότι όταν έχετε τα χέρια διπλωμένα σφιχτά στο στήθος σας, αυτό σημαίνει πως είστε κλειστοί σε ό,τι σας λέει ο συνομιλητής σας, ενώ όταν σας αρέσει αυτό που ακούτε παίρνετε συνήθως μια πιο ανοιχτή στάση, και μπορεί μάλιστα να γέρνετε λίγο προς τα μπροστά. Λένε ότι όταν κινείτε τους ώμους προς τα εμπρός δείχνετε αηδία, απελπισία ή φόβο, και ότι το να κρατάτε μεγάλη απόσταση από τον συνομιλητή σας όταν μιλάτε είναι ένδειξη χαμηλού κοινωνικού στάτους. Αν και δεν έχουν γίνει πολλές μελέτες για την αποτελεσματικότητα των εκατό συν ενός τρόπων συμπεριφοράς που σας προτείνουν αυτά τα βιβλία, είναι μάλλον αλήθεια ότι παίρνοντας τις διαφορετικές αυτές στάσεις του σώματος μπορεί να επηρεάσετε έστω και αμυδρά το πώς σας αντιλαμβάνονται οι άλλοι- επίσης, κατανοώντας τι σημαίνουν τα μη λεκτικά σήματα μπορείτε να προσλαμβάνετε συνειδητά ενδείξεις για τους άλλους που διαφορετικά θα τις συλλάμβανε μόνο το ασυνείδητό σας. Αλλά ακόμη και χωρίς συνειδητή κατανόηση, είστε μια αποθήκη πληροφοριών σε ό,τι αφορά τα μη λεκτικά σήματα. Την επόμενη φορά που θα θελήσετε να δείτε κάποια ταινία σε μια γλώσσα που δεν γνωρίζετε, προσπαθήστε να την παρακολουθήσετε χωρίς υπότιτλους. Θα εκπλαγείτε από το πόσο μεγάλο μέρος της υπόθεσης μπορείτε να καταλάβετε χωρίς να έχετε καμία πληροφορία από τις λέξεις.

***
Mlodinow Leonard. Κάτω από το κατώφλι. - Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης

Πηγή: https://www.o-klooun.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.