Tου Δρα Κωνσταντίνου Γρίβα*
Μια από τις πιο διαδεδομένες αντιλήψεις στην ελληνική συλλογική συνείδηση, η οποία σήμερα έχει μετατραπεί σε έναν εξαιρετικά επικίνδυνο μύθο, είναι η μεταφυσική πίστη στην αμερικανική παντοδυναμία. Η δοξασία αυτή οδηγεί σε εντελώς λανθασμένες αναγνώσεις της γεωπολιτικής πραγματικότητας.
Μεταξύ των άλλων, στην Ελλάδα συνεχίζει να θεωρείται περίπου ως θέσφατο ότι η Τουρκία ελέγχεται άμεσα και ολοκληρωτικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με αποτέλεσμα να περιμένουμε ματαίως κάποια «αποφασιστική» κίνηση από πλευράς των ΗΠΑ, η οποία θα περιορίσει τον επιθετικό τουρκικό αναθεωρητισμό στο Αιγαίο. Στην πραγματικότητα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθούν μια ταπεινωτική πολιτική ακραίου κατευνασμού έναντι της Άγκυρας και πιθανώς να μην ήμασταν ιδιαίτερα υπερβολικοί αν υποστηρίζαμε ότι περισσότερο είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες που ελέγχονται από την Τουρκία παρά η Τουρκία από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η θρησκευτικού τύπου πίστη στην αμερικανική παντοδυναμία, μας εμποδίζει να κατανοήσουμε τη δυναμική φύση του σημερινού διεθνούς συστήματος. Να αποδεχτούμε δηλαδή ότι η φαντασίωση της μονοπολικότητας (unipolarity), δηλαδή της αναντίρρητης παγκόσμιας κυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει περάσει οριστικά στο παρελθόν και οδηγούμαστε ορμητικά προς ένα πολυπολικό (multipolar) διεθνές σύστημα. Δηλαδή σε έναν μετα-αμερικανικό κόσμο.
Όμως, αυτός ο κόσμος είναι ακόμη ασχηματοποίητος. Έχουμε εισέλθει σε μια μεταβατική περίοδο όπου οι τεκτονικές πλάκες της ιστορίας συγκρούονται και αναμένεται να παράξουν γεωπολιτικούς σεισμούς που θα επηρεάσουν την Ιστορία σε βάθος αιώνων.
Απ’ ότι φαίνεται, κυρίαρχο στοιχείο αυτής της μεταβατικής περιόδου θα είναι μια έντονα επιθετική πολιτική από πλευράς της Δύσης εναντίον της Ρωσίας.
Παρενθετικά να πούμε ότι αυτή η πολιτική ΔΕΝ είναι επιλογή των ευρωπαϊκών κοινωνιών αλλά συγκεκριμένων ηγετικών ελίτ που θέλουν να διατηρήσουν ζωντανό τον δυτικό ιμπεριαλισμό.
Συγκεκριμένα, η πολιτική αυτή ενδέχεται να αποτελεί την τελευταία, απελπισμένη, προσπάθεια των δυτικών ελίτ να διατηρήσουν τη γεωπολιτική πρωτοκαθεδρία στον πλανήτη και να αποτρέψουν την έλευση του πολυπολικού διεθνούς συστήματος, μέσα στο οποίο η Ρωσία θα έχει σημαίνοντα ρόλο χάρη στην κομβική της θέση στο κέντρο της Ευρασίας.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, ένα πανίσχυρο πλέγμα μέσων μαζικής ενημέρωσης στη Δύση προωθεί ακραία αντιρωσικά στερεότυπα και συκοφαντικές για τη Ρωσία ειδήσεις, όπως είναι για παράδειγμα τα υποτιθέμενα «εγκλήματα πολέμου» που κατηγορούνται ότι διέπραξαν οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις στη Συρία.
Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι αυτός ο πρωτόγονος αντιρωσισμός δεν στερείται γεωπολιτικής λογικής. Κομβικό και διαχρονικό στοιχείο των αγγλοσαξονικών γεωπολιτικών θεωριών και των στρατηγικών που εδράζονται σε αυτές είναι η διάσπαση της Ευρώπης σε «Δύση» και «Ανατολή». Όμως, κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο εύκολο να επιτευχθεί σήμερα όσο στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Συγκεκριμένα, την εποχή του Υπαρκτού Σοσιαλισμού ο διαχωρισμός μεταξύ Δύσης και Ανατολής προέκυπτε, περίπου αυτόματα, εξαιτίας των διαφορετικών πολιτικών και οικονομικών συστημάτων που κυριαρχούσαν στα δύο μεγάλα γεωπολιτικά στρατόπεδα. Ωστόσο, σήμερα κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Έτσι, αν η Δύση θέλει να διατηρήσει τον διαχωρισμό μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, ώστε να συνεχίσει να κυριαρχεί στην Ευρασία, δεν μπορεί να βασίζεται στη δαιμονοποίηση του πολιτικού και οικονομικού συστήματος της Ρωσίας, όπως έκανε στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Αντιθέτως, πρέπει να δαιμονοποιήσει τη Ρωσία αυτήν καθεαυτήν.
Και για να επιτύχει αυτόν τον στόχο η Δύση φαίνεται πως έχει εξαπολύσει έναν ιδιόρρυθμο υβριδικό πόλεμο ενάντια στη Ρωσία προσπαθώντας να την απομονώσει από την υπόλοιπη Ευρώπη. Σε αυτόν τον ιδιόρρυθμο πόλεμο μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνονται ακόμη και ο αποκλεισμός της ρωσικής ομάδας στίβου από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο καθώς και η βράβευση στον περσινό διαγωνισμό της Eurovision ενός δακρύβρεκτου τραγουδιού που, ούτε λίγο ούτε πολύ, μιλούσε για το …δράμα των συνεργατών των Ναζί στην Κριμαία μετά την επιστροφή του Κόκκινού Στρατού. Γενικότερα, στόχος αυτής της εκστρατείας δείχνει να είναι η ανάπτυξη μιας βαθιάς και πολυεπίπεδης αίσθησης ξενικότητας μεταξύ Δυτικής Ευρώπης και Ρωσίας, που θα αποτελέσει τη βάση έδρασης πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί η προσπάθεια των αμερικανικών και δυτικοευρωπαϊκών ηγετικών ελίτ να επιτύχουν τη διαίρεση της Ευρώπης σε Δύση και Ανατολή και να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους στο διεθνές σύστημα δια του διαίρει και βασίλευε.
Από καθαρά στρατηγικής άποψης αυτή η κυνική μεθοδολογία θα είχε, ίσως, κάποιο νόημα αν η Δύση μπορούσε πράγματι να απομονώσει τη Ρωσία. Όμως, αυτό είναι περίπου αδύνατο να συμβεί σε μια χώρα με τέτοια μεγέθη και τόσο κεντρική θέση στον παγκόσμιο χάρτη. Στην πραγματικότητα, αυτή η δαιμονοποίηση της Ρωσίας ενδέχεται να οδηγήσει σε μια πρωτοφανή αποξένωση της Δυτικής από την Ανατολική Ευρώπη και να επέλθει μια αποφασιστική μετατόπιση του κέντρου βάρους στα διεθνή δρώμενα προς τα ανατολικά της Ευρασίας, με αποτέλεσμα την «ασιατοποίηση» του πλανήτη.
Επιπροσθέτως, το ιδιόρρυθμο γεωπολιτικό μόρφωμα της Ε.Ε. ουσιαστικά έχει καταχραστεί την ίδια την έννοια της Ευρώπης, με αποτέλεσμα ό,τι βρίσκεται εκτός αυτού να θεωρείται ότι δεν είναι ευρωπαϊκό. Θυμηθείτε ότι με το βρετανικό δημοψήφισμα ουσιαστικά επιχειρήθηκε να επιβληθεί η άποψη ότι η Βρετανία έφυγε από την Ευρώπη εν συνόλω και όχι απλώς από την Ε.Ε. Αυτή η ιδιόρρυθμη σμίκρυνση της Ευρώπης, που προκύπτει από τη διαδικασία της υποτιθέμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης σε συνδυασμό με τον μισαλλόδοξο αντιρωσισμό, οδηγεί σε μια πολύ πιο μικρή Ευρώπη από αυτήν που μαθαίναμε ότι υπήρχε στα σχολικά μας χρόνια. Και αυτός είναι ένας τεράστιος υπαρξιακός κίνδυνος για το μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου.
Αναλυτικότερα, αν πράγματι επιβληθεί ο διαχωρισμός της Ευρώπης σε Ευρωπαϊκή Ένωση και Ρωσία με την πρώτη να ταυτίζεται με την Ευρώπη εν συνόλω, τότε η ευρωπαϊκή ήπειρος μικραίνει επικίνδυνα. Αυτή η νέα Ευρώπη θα μετατραπεί σε μια ασήμαντη απόληξη στα δυτικά της Ευρασίας. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η Ευρώπη αποτελεί κυρίως μια πολιτισμική, πολιτική και ιστορική έννοια. Με τη σημειολογική αποκοπή της Ρωσίας, ο πολιτισμός και η ιστορία της Ευρώπης υφίστανται έναν βίαιο ακρωτηριασμό. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι ότι αυτή η ακρωτηριασμένη Ευρώπη δύσκολα θα έχει τα πολιτισμικά, ιστορικά, ακόμη και γεωγραφικά μεγέθη ώστε να συνεχίζει να θεωρείται αυτόνομη ήπειρος.
Στο πλαίσιο του εορτασμού του Έτους Ελληνορωσικής Φιλίας και του 4ου Ελληνο-Ρωσικού Κοινωνικού Φόρουμ, αξιωματικοί και ναύτες του ρωσικού στόλου επισκέφθηκαν τον τάφο της βασίλισσας Όλγας και απέδωσαν τιμές υπό τους ήχους των εθνικών ύμνων των δύο χωρών.
Επιπροσθέτως, απειλεί να προκύψει και μια αναθεωρητική ανάγνωση της ευρωπαϊκής ιστορίας, με πιθανώς εξαιρετικά επικίνδυνες πολιτικές προεκτάσεις. Συγκεκριμένα, αν η Ρωσία γίνει σήμερα αντιληπτή σαν μια εξω-ευρωπαϊκή χώρα, τότε οι δυνάμεις που πολέμησε στο παρελθόν και οι οποίες είχαν προσπαθήσει να επιβάλλουν την ηγεμονία τους στην Ευρώπη, με προεξάρχουσα τη Ναζιστική Γερμανία, πιθανώς εμφανιστούν εκ των υστέρων σαν δυνάμεις του φωτός. Σαν υπερασπιστές της Ευρώπης έναντι των «επιθετικών» Ρώσων. Ο αναθεωρητισμός αυτός ενδέχεται να απειλήσει την ευρωπαϊκή ενότητα, ακόμη και μέσα στο εσωτερικό της Ε.Ε., προκαλώντας αντιφατικές αναγνώσεις της ευρωπαϊκής ιστορίας και φέρνοντας στο προσκήνιο τα εν υπνώσει ανταγωνιστικά στοιχεία στις γεωπολιτικές ταυτότητες των ευρωπαϊκών χωρών.
Και στο σημείο αυτό μπαίνει στη σκηνή η χώρα μας, η οποία έχει έναν, εν δυνάμει, σημαντικό ρόλο να παίξει ώστε να αποφευχθεί η διάσπαση της Ευρώπης και η συνεπακόλουθη «ασιατοποίηση» της Ευρασίας. Η υπόθεση αυτή βασίζεται στο ότι η Ελλάδα συνεχίζει να αποτελεί μια πολιτισμική υπερδύναμη με τεράστιο αναξιοποίητο δυναμικό. Με εξαίρεση τον πολιτικώς πολύχρωμο εσμό των εγχώριων εθνομηδενιστών, η αντίληψη ότι η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ένα ενιαίο ιστορικό μέγεθος με την Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, είναι σχεδόν κοινής αποδοχής στην υπόλοιπη Ευρώπη. Και η Αρχαία Ελλάδα αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της αίσθησης κοινής ταυτότητας που διαπερνά τα ευρωπαϊκά έθνη, παρόλες τις βαθιές αντιθέσεις, έχθρες και διαφορές τους. Ταυτοχρόνως, η πολιτισμική κληρονομιά του Βυζαντίου προστίθεται στην πανευρωπαϊκή επίδραση που άσκησε η Αρχαία Ελλάδα. Έτσι, με συνδετικό στοιχείο το ελληνικό ιστορικό δυναμικό, το ανατολικό και το δυτικό κομμάτι της Ευρώπης ενδέχεται να μπορέσουν να παραμείνουν ενωμένα, τ
Tουλάχιστον όσον αφορά την αίσθηση μιας κοινής πολιτισμικής καταγωγής και ταυτότητας, έτσι ώστε η ίδια η έννοια της Ευρώπης να καταφέρει να επιβιώσει σε βάθος χρόνου.
Εμφανίζεται λοιπόν η πιθανότητα ενός νέου ιστορικού ρόλου για την Ελλάδα. Ενός ρόλου που προϋποθέτει την ανάπτυξη μιας ουσιαστικής και στενής σχέσης με τη Ρωσία στο επίπεδο της υψηλής στρατηγικής, έτσι ώστε το κοινό ιστορικό ευρωπαϊκό πλαίσιο να παραμείνει ζωντανό στα ζοφερά χρόνια που έρχονται. Βέβαια, δεν θα πρέπει να υποτιμάμε τις αντιρωσικές, ανθελληνικές και εν τέλει αντιευρωπαϊκές δυνάμεις στη Δύση, για τις οποίες θα ήταν ευχής έργο να «αποκαθαρθεί» η Ευρώπη τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Ελλάδα. Όμως, ακόμη και αν η Ευρώπη του μέλλοντος πράγματι πιστεύει ότι μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται ως Ευρώπη χωρίς τον Τολστόι, τον Ντοστογιέφσκι ή τον Πούσκιν, δύσκολα μπορεί να κάνει το ίδιο χωρίς τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη ή τον Ηρόδοτο. Όσους ιδεολογικούς ακροβατισμούς και ιστορικές παραχαράξεις και αν κάνουν διάφορες «δεξαμενές σκέψης» και πάσης φύσεως «προσωπικότητες», ώστε να διαχωρίσουν την Αρχαία Ελλάδα από τη σημερινή, όσο υφίσταται ένα ελληνικό έθνος αυτές οι προσπάθειες θα πέφτουν στο κενό.
Προκύπτει λοιπόν μια υποψήφια ιστορική αποστολή επικών διαστάσεων για την Ελλάδα. Για να μπορέσει όμως να τη διεκδικήσει θα πρέπει να επαναδιεκδικήσει τον ίδιο της τον εαυτό. Πάνω απ’ όλα θα πρέπει να πάψει να λειτουργεί ως σκωληκοειδής απόφυση μιας απροσδιόριστης «Δύσης» και να αποκτήσει αυτόφωτη γεωπολιτική ταυτότητα και αυτόνομο ρόλο. Θα πρέπει να κατανοήσει και να αποδεχθεί την πολιτισμική και ιστορική της «ήπια ισχύ» (soft power) και να λειτουργήσει εθνοκεντρικά. Και αυτό όχι για να επιτύχει εθνικιστικούς σκοπούς αλλά στο πλαίσιο μιας στοχοθέτησης που θα αποσκοπεί στην επιβίωση της ίδιας της Ευρώπης.
Παρόλα ταύτα, είναι δεδομένο ότι η παραπάνω πρόταση θα αντιμετωπιστεί ως εξοργιστικά αφελής και εκτός πραγματικότητας. Θα πρέπει όμως να αναρωτηθούμε μήπως τα φαινόμενα άρνησης που παρουσιάζονται κάθε φορά που εξετάζουμε κάποιον αυτόνομο γεωιστορικό ρόλο για την Ελλάδα του μέλλοντος να οφείλονται σε μια επίπονη και διαρκή πλύση εγκεφάλου που γίνεται στον ελληνικό λαό εδώ και δεκαετίες, αν όχι αιώνες, όπου κυριαρχούν αντιλήψεις και πιστεύω του τύπου «η Ελλάδα είναι μικρή και αδύναμη», «δεν μπορεί να σταθεί μόνη της», «πρέπει να ανήκουμε κάπου» και όλα τα συναφή, μαζί με τις διάφορες συμπλεγματικές αντιλήψεις περί κάποιας θολής και απροσδιόριστης κατωτερότητας έναντι των «Ευρωπαίων».
Σε κάθε περίπτωση, ο κόσμος απειλεί να αλλάξει προς το χειρότερο. Παρανοϊκές και μικρόνοες μηδενιστικές δυνάμεις στον ευρύτερο Δυτικό Κόσμο προωθούν μια στρατηγική ολοκληρωτικής σύγκρουσης με τη Ρωσία που δεν υπήρχε ακόμη και τις πιο ζοφερές μέρες του Ψυχρού Πολέμου. Η Ελλάδα έχει την πολυτέλεια να μπορεί ενδεχομένως να κάνει κάτι για να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη. Αν δεν θέλει να το επιχειρήσει, θεωρώντας ότι είναι «πολύ μικρή» για τέτοια πράγματα, τότε θα αφήσει τη μοίρα της σε άλλους, τους οποίους η γεωπολιτική σοφία δεν είναι κάτι που τους χαρακτηρίζει.
- Εισήγηση στο 4ο Ελληνορωσικό Φόρουμ, Ζάππειο, 02/11/2016
Μεταξύ των άλλων, στην Ελλάδα συνεχίζει να θεωρείται περίπου ως θέσφατο ότι η Τουρκία ελέγχεται άμεσα και ολοκληρωτικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με αποτέλεσμα να περιμένουμε ματαίως κάποια «αποφασιστική» κίνηση από πλευράς των ΗΠΑ, η οποία θα περιορίσει τον επιθετικό τουρκικό αναθεωρητισμό στο Αιγαίο. Στην πραγματικότητα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ακολουθούν μια ταπεινωτική πολιτική ακραίου κατευνασμού έναντι της Άγκυρας και πιθανώς να μην ήμασταν ιδιαίτερα υπερβολικοί αν υποστηρίζαμε ότι περισσότερο είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες που ελέγχονται από την Τουρκία παρά η Τουρκία από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι αυτή η θρησκευτικού τύπου πίστη στην αμερικανική παντοδυναμία, μας εμποδίζει να κατανοήσουμε τη δυναμική φύση του σημερινού διεθνούς συστήματος. Να αποδεχτούμε δηλαδή ότι η φαντασίωση της μονοπολικότητας (unipolarity), δηλαδή της αναντίρρητης παγκόσμιας κυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών, έχει περάσει οριστικά στο παρελθόν και οδηγούμαστε ορμητικά προς ένα πολυπολικό (multipolar) διεθνές σύστημα. Δηλαδή σε έναν μετα-αμερικανικό κόσμο.
Όμως, αυτός ο κόσμος είναι ακόμη ασχηματοποίητος. Έχουμε εισέλθει σε μια μεταβατική περίοδο όπου οι τεκτονικές πλάκες της ιστορίας συγκρούονται και αναμένεται να παράξουν γεωπολιτικούς σεισμούς που θα επηρεάσουν την Ιστορία σε βάθος αιώνων.
Απ’ ότι φαίνεται, κυρίαρχο στοιχείο αυτής της μεταβατικής περιόδου θα είναι μια έντονα επιθετική πολιτική από πλευράς της Δύσης εναντίον της Ρωσίας.
Παρενθετικά να πούμε ότι αυτή η πολιτική ΔΕΝ είναι επιλογή των ευρωπαϊκών κοινωνιών αλλά συγκεκριμένων ηγετικών ελίτ που θέλουν να διατηρήσουν ζωντανό τον δυτικό ιμπεριαλισμό.
Συγκεκριμένα, η πολιτική αυτή ενδέχεται να αποτελεί την τελευταία, απελπισμένη, προσπάθεια των δυτικών ελίτ να διατηρήσουν τη γεωπολιτική πρωτοκαθεδρία στον πλανήτη και να αποτρέψουν την έλευση του πολυπολικού διεθνούς συστήματος, μέσα στο οποίο η Ρωσία θα έχει σημαίνοντα ρόλο χάρη στην κομβική της θέση στο κέντρο της Ευρασίας.
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, ένα πανίσχυρο πλέγμα μέσων μαζικής ενημέρωσης στη Δύση προωθεί ακραία αντιρωσικά στερεότυπα και συκοφαντικές για τη Ρωσία ειδήσεις, όπως είναι για παράδειγμα τα υποτιθέμενα «εγκλήματα πολέμου» που κατηγορούνται ότι διέπραξαν οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις στη Συρία.
Θα πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι αυτός ο πρωτόγονος αντιρωσισμός δεν στερείται γεωπολιτικής λογικής. Κομβικό και διαχρονικό στοιχείο των αγγλοσαξονικών γεωπολιτικών θεωριών και των στρατηγικών που εδράζονται σε αυτές είναι η διάσπαση της Ευρώπης σε «Δύση» και «Ανατολή». Όμως, κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο εύκολο να επιτευχθεί σήμερα όσο στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Συγκεκριμένα, την εποχή του Υπαρκτού Σοσιαλισμού ο διαχωρισμός μεταξύ Δύσης και Ανατολής προέκυπτε, περίπου αυτόματα, εξαιτίας των διαφορετικών πολιτικών και οικονομικών συστημάτων που κυριαρχούσαν στα δύο μεγάλα γεωπολιτικά στρατόπεδα. Ωστόσο, σήμερα κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Έτσι, αν η Δύση θέλει να διατηρήσει τον διαχωρισμό μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, ώστε να συνεχίσει να κυριαρχεί στην Ευρασία, δεν μπορεί να βασίζεται στη δαιμονοποίηση του πολιτικού και οικονομικού συστήματος της Ρωσίας, όπως έκανε στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Αντιθέτως, πρέπει να δαιμονοποιήσει τη Ρωσία αυτήν καθεαυτήν.
Και για να επιτύχει αυτόν τον στόχο η Δύση φαίνεται πως έχει εξαπολύσει έναν ιδιόρρυθμο υβριδικό πόλεμο ενάντια στη Ρωσία προσπαθώντας να την απομονώσει από την υπόλοιπη Ευρώπη. Σε αυτόν τον ιδιόρρυθμο πόλεμο μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνονται ακόμη και ο αποκλεισμός της ρωσικής ομάδας στίβου από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο καθώς και η βράβευση στον περσινό διαγωνισμό της Eurovision ενός δακρύβρεκτου τραγουδιού που, ούτε λίγο ούτε πολύ, μιλούσε για το …δράμα των συνεργατών των Ναζί στην Κριμαία μετά την επιστροφή του Κόκκινού Στρατού. Γενικότερα, στόχος αυτής της εκστρατείας δείχνει να είναι η ανάπτυξη μιας βαθιάς και πολυεπίπεδης αίσθησης ξενικότητας μεταξύ Δυτικής Ευρώπης και Ρωσίας, που θα αποτελέσει τη βάση έδρασης πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί η προσπάθεια των αμερικανικών και δυτικοευρωπαϊκών ηγετικών ελίτ να επιτύχουν τη διαίρεση της Ευρώπης σε Δύση και Ανατολή και να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους στο διεθνές σύστημα δια του διαίρει και βασίλευε.
Από καθαρά στρατηγικής άποψης αυτή η κυνική μεθοδολογία θα είχε, ίσως, κάποιο νόημα αν η Δύση μπορούσε πράγματι να απομονώσει τη Ρωσία. Όμως, αυτό είναι περίπου αδύνατο να συμβεί σε μια χώρα με τέτοια μεγέθη και τόσο κεντρική θέση στον παγκόσμιο χάρτη. Στην πραγματικότητα, αυτή η δαιμονοποίηση της Ρωσίας ενδέχεται να οδηγήσει σε μια πρωτοφανή αποξένωση της Δυτικής από την Ανατολική Ευρώπη και να επέλθει μια αποφασιστική μετατόπιση του κέντρου βάρους στα διεθνή δρώμενα προς τα ανατολικά της Ευρασίας, με αποτέλεσμα την «ασιατοποίηση» του πλανήτη.
Επιπροσθέτως, το ιδιόρρυθμο γεωπολιτικό μόρφωμα της Ε.Ε. ουσιαστικά έχει καταχραστεί την ίδια την έννοια της Ευρώπης, με αποτέλεσμα ό,τι βρίσκεται εκτός αυτού να θεωρείται ότι δεν είναι ευρωπαϊκό. Θυμηθείτε ότι με το βρετανικό δημοψήφισμα ουσιαστικά επιχειρήθηκε να επιβληθεί η άποψη ότι η Βρετανία έφυγε από την Ευρώπη εν συνόλω και όχι απλώς από την Ε.Ε. Αυτή η ιδιόρρυθμη σμίκρυνση της Ευρώπης, που προκύπτει από τη διαδικασία της υποτιθέμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης σε συνδυασμό με τον μισαλλόδοξο αντιρωσισμό, οδηγεί σε μια πολύ πιο μικρή Ευρώπη από αυτήν που μαθαίναμε ότι υπήρχε στα σχολικά μας χρόνια. Και αυτός είναι ένας τεράστιος υπαρξιακός κίνδυνος για το μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου.
Αναλυτικότερα, αν πράγματι επιβληθεί ο διαχωρισμός της Ευρώπης σε Ευρωπαϊκή Ένωση και Ρωσία με την πρώτη να ταυτίζεται με την Ευρώπη εν συνόλω, τότε η ευρωπαϊκή ήπειρος μικραίνει επικίνδυνα. Αυτή η νέα Ευρώπη θα μετατραπεί σε μια ασήμαντη απόληξη στα δυτικά της Ευρασίας. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι η Ευρώπη αποτελεί κυρίως μια πολιτισμική, πολιτική και ιστορική έννοια. Με τη σημειολογική αποκοπή της Ρωσίας, ο πολιτισμός και η ιστορία της Ευρώπης υφίστανται έναν βίαιο ακρωτηριασμό. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι ότι αυτή η ακρωτηριασμένη Ευρώπη δύσκολα θα έχει τα πολιτισμικά, ιστορικά, ακόμη και γεωγραφικά μεγέθη ώστε να συνεχίζει να θεωρείται αυτόνομη ήπειρος.
Στο πλαίσιο του εορτασμού του Έτους Ελληνορωσικής Φιλίας και του 4ου Ελληνο-Ρωσικού Κοινωνικού Φόρουμ, αξιωματικοί και ναύτες του ρωσικού στόλου επισκέφθηκαν τον τάφο της βασίλισσας Όλγας και απέδωσαν τιμές υπό τους ήχους των εθνικών ύμνων των δύο χωρών.
Επιπροσθέτως, απειλεί να προκύψει και μια αναθεωρητική ανάγνωση της ευρωπαϊκής ιστορίας, με πιθανώς εξαιρετικά επικίνδυνες πολιτικές προεκτάσεις. Συγκεκριμένα, αν η Ρωσία γίνει σήμερα αντιληπτή σαν μια εξω-ευρωπαϊκή χώρα, τότε οι δυνάμεις που πολέμησε στο παρελθόν και οι οποίες είχαν προσπαθήσει να επιβάλλουν την ηγεμονία τους στην Ευρώπη, με προεξάρχουσα τη Ναζιστική Γερμανία, πιθανώς εμφανιστούν εκ των υστέρων σαν δυνάμεις του φωτός. Σαν υπερασπιστές της Ευρώπης έναντι των «επιθετικών» Ρώσων. Ο αναθεωρητισμός αυτός ενδέχεται να απειλήσει την ευρωπαϊκή ενότητα, ακόμη και μέσα στο εσωτερικό της Ε.Ε., προκαλώντας αντιφατικές αναγνώσεις της ευρωπαϊκής ιστορίας και φέρνοντας στο προσκήνιο τα εν υπνώσει ανταγωνιστικά στοιχεία στις γεωπολιτικές ταυτότητες των ευρωπαϊκών χωρών.
Και στο σημείο αυτό μπαίνει στη σκηνή η χώρα μας, η οποία έχει έναν, εν δυνάμει, σημαντικό ρόλο να παίξει ώστε να αποφευχθεί η διάσπαση της Ευρώπης και η συνεπακόλουθη «ασιατοποίηση» της Ευρασίας. Η υπόθεση αυτή βασίζεται στο ότι η Ελλάδα συνεχίζει να αποτελεί μια πολιτισμική υπερδύναμη με τεράστιο αναξιοποίητο δυναμικό. Με εξαίρεση τον πολιτικώς πολύχρωμο εσμό των εγχώριων εθνομηδενιστών, η αντίληψη ότι η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ένα ενιαίο ιστορικό μέγεθος με την Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, είναι σχεδόν κοινής αποδοχής στην υπόλοιπη Ευρώπη. Και η Αρχαία Ελλάδα αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και της αίσθησης κοινής ταυτότητας που διαπερνά τα ευρωπαϊκά έθνη, παρόλες τις βαθιές αντιθέσεις, έχθρες και διαφορές τους. Ταυτοχρόνως, η πολιτισμική κληρονομιά του Βυζαντίου προστίθεται στην πανευρωπαϊκή επίδραση που άσκησε η Αρχαία Ελλάδα. Έτσι, με συνδετικό στοιχείο το ελληνικό ιστορικό δυναμικό, το ανατολικό και το δυτικό κομμάτι της Ευρώπης ενδέχεται να μπορέσουν να παραμείνουν ενωμένα, τ
Tουλάχιστον όσον αφορά την αίσθηση μιας κοινής πολιτισμικής καταγωγής και ταυτότητας, έτσι ώστε η ίδια η έννοια της Ευρώπης να καταφέρει να επιβιώσει σε βάθος χρόνου.
Εμφανίζεται λοιπόν η πιθανότητα ενός νέου ιστορικού ρόλου για την Ελλάδα. Ενός ρόλου που προϋποθέτει την ανάπτυξη μιας ουσιαστικής και στενής σχέσης με τη Ρωσία στο επίπεδο της υψηλής στρατηγικής, έτσι ώστε το κοινό ιστορικό ευρωπαϊκό πλαίσιο να παραμείνει ζωντανό στα ζοφερά χρόνια που έρχονται. Βέβαια, δεν θα πρέπει να υποτιμάμε τις αντιρωσικές, ανθελληνικές και εν τέλει αντιευρωπαϊκές δυνάμεις στη Δύση, για τις οποίες θα ήταν ευχής έργο να «αποκαθαρθεί» η Ευρώπη τόσο από τη Ρωσία όσο και από την Ελλάδα. Όμως, ακόμη και αν η Ευρώπη του μέλλοντος πράγματι πιστεύει ότι μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται ως Ευρώπη χωρίς τον Τολστόι, τον Ντοστογιέφσκι ή τον Πούσκιν, δύσκολα μπορεί να κάνει το ίδιο χωρίς τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη ή τον Ηρόδοτο. Όσους ιδεολογικούς ακροβατισμούς και ιστορικές παραχαράξεις και αν κάνουν διάφορες «δεξαμενές σκέψης» και πάσης φύσεως «προσωπικότητες», ώστε να διαχωρίσουν την Αρχαία Ελλάδα από τη σημερινή, όσο υφίσταται ένα ελληνικό έθνος αυτές οι προσπάθειες θα πέφτουν στο κενό.
Προκύπτει λοιπόν μια υποψήφια ιστορική αποστολή επικών διαστάσεων για την Ελλάδα. Για να μπορέσει όμως να τη διεκδικήσει θα πρέπει να επαναδιεκδικήσει τον ίδιο της τον εαυτό. Πάνω απ’ όλα θα πρέπει να πάψει να λειτουργεί ως σκωληκοειδής απόφυση μιας απροσδιόριστης «Δύσης» και να αποκτήσει αυτόφωτη γεωπολιτική ταυτότητα και αυτόνομο ρόλο. Θα πρέπει να κατανοήσει και να αποδεχθεί την πολιτισμική και ιστορική της «ήπια ισχύ» (soft power) και να λειτουργήσει εθνοκεντρικά. Και αυτό όχι για να επιτύχει εθνικιστικούς σκοπούς αλλά στο πλαίσιο μιας στοχοθέτησης που θα αποσκοπεί στην επιβίωση της ίδιας της Ευρώπης.
Παρόλα ταύτα, είναι δεδομένο ότι η παραπάνω πρόταση θα αντιμετωπιστεί ως εξοργιστικά αφελής και εκτός πραγματικότητας. Θα πρέπει όμως να αναρωτηθούμε μήπως τα φαινόμενα άρνησης που παρουσιάζονται κάθε φορά που εξετάζουμε κάποιον αυτόνομο γεωιστορικό ρόλο για την Ελλάδα του μέλλοντος να οφείλονται σε μια επίπονη και διαρκή πλύση εγκεφάλου που γίνεται στον ελληνικό λαό εδώ και δεκαετίες, αν όχι αιώνες, όπου κυριαρχούν αντιλήψεις και πιστεύω του τύπου «η Ελλάδα είναι μικρή και αδύναμη», «δεν μπορεί να σταθεί μόνη της», «πρέπει να ανήκουμε κάπου» και όλα τα συναφή, μαζί με τις διάφορες συμπλεγματικές αντιλήψεις περί κάποιας θολής και απροσδιόριστης κατωτερότητας έναντι των «Ευρωπαίων».
Σε κάθε περίπτωση, ο κόσμος απειλεί να αλλάξει προς το χειρότερο. Παρανοϊκές και μικρόνοες μηδενιστικές δυνάμεις στον ευρύτερο Δυτικό Κόσμο προωθούν μια στρατηγική ολοκληρωτικής σύγκρουσης με τη Ρωσία που δεν υπήρχε ακόμη και τις πιο ζοφερές μέρες του Ψυχρού Πολέμου. Η Ελλάδα έχει την πολυτέλεια να μπορεί ενδεχομένως να κάνει κάτι για να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη. Αν δεν θέλει να το επιχειρήσει, θεωρώντας ότι είναι «πολύ μικρή» για τέτοια πράγματα, τότε θα αφήσει τη μοίρα της σε άλλους, τους οποίους η γεωπολιτική σοφία δεν είναι κάτι που τους χαρακτηρίζει.
(*) Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης «Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών» στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
pylitonfilon.blogspot.gr
Αποκαλύψεις
Πηγή: ithesis.gr
pylitonfilon.blogspot.gr
Αποκαλύψεις
Πηγή: ithesis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.