
Ο Καβάφης και η βαλίτσα του Καιρού
Επειγόντως έμπαινε πάλι σε νοσοκομείο,
όχι μακριά·
εκεί απέναντι του σπιτιού.
Σιωπηλά ήρθαν τότε κάτι λόγια του
παλιά για την οδό Λέψιους της Αταρίν
“Πού αλλού θα βρισκόμουν καλύτερα,
παρά ανάμεσα στα τρία κέντρα της ύπαρξης.
Τα σπίτια της αμαρτίας
τόσες πόρνες με χαιρετούν,
κι εκεί δα
πατέρας σας εγώ
σας φύτευσα κι εσάς,
κάποιους από τους αισθητές της Ποιήσεως μου·
την εκκλησία που συγχωρεί
σε ποιον να κοινωνήσω άραγε;
Σάμπως ποιητής εγώ στον στίχο μόνο
δε προσευχόμουν…·
και το νοσοκομείο που πεθαίνεις
τώρα εγώ εκεί; –
Μέτρησε στα δάκτυλα γρήγορα τις δεκαετίες·
΄΄1907, μετακομίζω εδώ΄΄
΄΄1933, θα ζήσω;΄΄
Μονήρης τόσα χρόνια ήξερε πώς να τα φροντίζει όλα·
θα έφτιαχνε δυο – τρία βασικά.
‘’Αδύνατον! Άδικον εγώ αδύναμος·
΄΄Shall I live ? ’’.
Η Ρίκα βρήκε βαλίτσα για να μπουν με τάξη τόσα όσα·
άγνωστος δεν ήταν, σχόλια δε θέλαν
– ανοησίες –.
Του ήρθε τότε να χαιρετήσει το σπίτι.
Ξάφνου πιο βαριά έγιναν όλα…
Την είδε και καθαρά ενθυμήθη
‘’Αυτή τη βαλίτσα την αγόρασα πριν τριάντα χρόνια,
ένα βράδυ βιαστικά για να πάω στο Κάιρο,
για διασκέδαση.
τότες ήμουν υγιής, νέος και όχι άσχημος’’.
Εντός του ίσως και να ψέλλισε κανένα καβαφικό
«Ιδανικές κι αγαπημένες φωνές τώρα μέσα μου ομιλούνε»
«Ιδανικές κι αγαπημένες φωνές τώρα τώρα τώρα μέσα μου ομιλούνε»
«Ιδανικές κι αγαπημένες φωνές τώρα μέσα μου ομιλούνε»
μειδίασε, ενώ
δάκρυα δάκρυζαν τη μορφή
την ξερή
τη βωβή
την πια όχι ιδανική·
θαλλασεύαν τη μορφή
τη βωβή
την ξερή
την ποτέ ιδανική·
βωβή
ξερή
μη ιδανική.
΄΄Ω, κύματα λυγμών!
Θέλω να ζήσω!΄΄
Τι κι αν ξέπεσαν χρόνια πλέον των 30
απ’ τις νύχτες της βαλίτσας στο Κάιρο·
στο σπίτι στη Λέψιους 4 πότε με τη λάμπα πότε με το κερί
θυμόταν – κι αν θυμόταν –
τους δροσερούς εαυτούς
– ασπρίζοντας –
“Vais-je vivre ?”
Με τη βαλίτσα πια
όχι σε κάμαρη ηδονική
μα στα ασπροσέντονα του νοσοκομείου ·
χάραζε εκεί λεξούλες
τρεις μέρες
σε χαρτάκια·
ωσότου πέθανε την 2αν πρωινήν.
Καλά, λοιπόν, έκανε κι έκλαψε τότε που θυμήθηκε·
ήξερε να τον κλάψει καλυτέρα από όλους·
στο κάτω κάτω ολόδικος δικός του κύκλος
ήταν·
τον έκλεισε με μια τελεία στη μέση.
Απρίλη μήνα, λοιπόν, το γέννημα και το μνήμα.
Το άπειρο 3,14 της ψυχής του σε ποιο ψηφίο να είναι τώρα,
καθώς
οι τετραγωνίζοντες τον κύκλο
του βίου
ενός κάποιου Κωνσταντίνου Πέτρου Καβάφη
λησμονούμε την αναπόδραστη βαλίτσα του Καιρού:
΄΄Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασεν η ώρα.
Δώδεκα και μισή. Πώς πέρασαν τα χρόνια.΄΄
*Ο Διονύσης Μαρούλης σπούδασε Κλασική κι εν συνεχεία Μεσαιωνική και Νεοελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιστορία της Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ και συνέγραψε διδακτορική στην ποίηση του Κ. Π. Καβάφη στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Μόσχας Λομονόσοφ. Διδάσκει από το 2008 σε σχολεία και πανεπιστημιακά ιδρύματα. Του αρέσει το περπάτημα στην πόλη.
Πηγή: https://www.fractalart.gr/o-kavafis-kai-i-valitsa-toy-kairoy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.