Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

"Η ΚΑΡΔΙΑ ΔΕΝ ΒΟΛΕΥΕΤΑΙ"


Δοκίμιο
Γράφει η Χριστίνα Γεωργαλλή *

Φωτογραφία πάλι. Μια φωτογραφία βλέπω και καταιγισμός από σκέψεις. Γραμμένα πάνω τα λόγια του Καζαντζάκη: «Ο νους βολεύεται, έχει υπομονή, του αρέσει να παίζει· μα η καρδιά αγριεύει, δεν καταδέχεται αυτή να παίξει, πλαντάει και χιμάει να ξεσκίσει το δίχτυ της ανάγκης». Γι' αυτό το λόγο λοιπόν «προσέχουμε» όλη μας τη ζωή; Να μην αγαπήσουμε ή να μην αγαπηθούμε; Τι δεν αντέχουμε πιο πολύ από τα δύο;
Δυστυχώς πάντα τα «πρέπει» θα κοιτάμε. Ενδόμυχα. Ανεπαίσθητα. Θέλει πολλή προσπάθεια η ευτυχία. Θέλει δύναμη η αλλαγή. Αποθέματα ψυχικά. Υπόβαθρο συναισθηματικό. Κάπου να έχεις να βασιστείς τέλος πάντων ξεκινώντας να αλλάξεις τον κόσμο. Ο Καζαντζάκης επίσης έλεγε:
Ν’ αγαπάς την ευθύνη
να λες εγώ, εγώ μονάχος μου
θα σώσω τον κόσμο
Αν χαθεί, εγώ θα φταίω
Όμως, όπως είπε ο Irvin Yalom: Αν κάποιος δε νιώθει καθόλου υπεύθυνος για τη μοίρα του, τότε πώς να την αλλάξει;
«Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματικά ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης, και οι περισσότεροι άνθρωποι τρέμουν την ανάληψη ευθύνης», είχε πει ο Freud.
Μήπως λίγο βολευόμαστε λοιπόν; Μα τι άλλο θα μπορούσε να κάνει ένας άνθρωπος που δεν έχει επαφή με τα «θέλω» και τον εαυτό του; Βολεύεται… Με ψίχουλα αγάπης, με φίλους που δεν του αξίζουν, με στιγμές που απέχει συναισθηματικά… Και ταυτόχρονα αναρωτιέται τι κάνει μόνος σε αυτόν τον κόσμο. Μα τότε νιώθεις περισσότερο μόνος, όταν ξέρεις ότι είσαι ανάμεσα σε μόνους… Γιατί περίμενες ότι οι άλλοι θα συνεισφέρουν έστω λίγο στη ευτυχία σου. Πόσο λάθος. Περνάμε όλη μας τη ζωή νομίζοντας πως περιμένουμε έναν άνθρωπο να χτίσουμε πράγματα μαζί. Ονειρευόμαστε τη ζεστασιά του τα βράδια, την αγκαλιά του τα πρωινά, το χέρι μας στο στήθος του, το δικό του στη μέση, να είναι πάνω μας, κομμάτι μας κι εμείς δικό του… Και το ίδιο το φοβόμαστε!
Τελικά από όλα αυτά συνειδητοποιώ ότι μάθαμε στις αποστάσεις. Μας αρέσουν. Μας προφυλάσσουν από τους κινδύνους. Έχει βρεθεί η συσχέτιση περιοχών του εγκεφάλου (αμυγδαλή, ιππόκαμπος) με το φόβο. Η συνεχή έκθεση σε στρεσογόνα περιβάλλοντα «τρελαίνει» το μηχανισμό, με αποτέλεσμα να αναγνωρίζεις τα πάντα ως κίνδυνο, μαθαίνεις να αμύνεσαι με το φόβο. Ζεις με αυτό, το συνηθίζεις, το τρέφεις. Απλώς δεν είναι συνειδητή διαδικασία. Πώς λοιπόν μπορείς να αλλάξεις όσα τόσα χρόνια έγιναν τυπικές διαδικασίες για σένα; Κάποτε νόμιζα ότι διέλυα τον εαυτό μου για να αλλάξω και ότι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δυστυχώ επειδή δεν με αποδέχομαι. Τώρα που αρχίζω να αναγνωρίζω κομμάτια δικά μου, κατάλαβα ότι οι άλλοι δεν με αποδέχτηκαν ποτέ και -λογικό- με ένοιαζε τόσο πολύ αυτή τους η αποδοχή! Τόσο, που με θύμωνε!
Από το πρώτο δευτερόλεπτο που αντικρίζουμε αυτό τον κόσμο -αλλά και πριν γεννηθούμε- μέχρι και το τελευταίο, είμαστε μέσα σε σχέσεις. Το ρόλο που παίζει η μάνα στα πρώτα χρόνια, καλείται να αναλάβει αργότερα ο περίγυρος: οι φίλοι, η παρέα συνομηλίκων, το σχολείο, το άλλο φύλο. Μπορείς όλη σου τη ζωή να απομονώνεις τα συναισθήματά σου, να λες πως δε σε νοιάζει, πως δε νιώθεις, να αρνείσαι, να απομακρύνεσαι, να κλείνεσαι, ίσως και να κοροϊδεύεις τα συναισθήματα των άλλων, το γιατί δείχνουν να «υπερπαρέχονται» (τι γιατί; έχεις υπάρξει ποτέ στ” αλήθεια ερωτευμένος; στ” αλήθεια όμως, να νιώθεις! όχι, το ξέρω, γι” αυτό τα γράφω άλλωστε) κι έτσι να νομίζεις ότι ανεβαίνεις στα μάτια κάποιων. Ευτυχισμένος όμως δε θα είσαι ποτέ, αυτό το προσυπογράφω. Κάτι θα λείπει. Κάτι θα νιώθεις ότι δεν γίνεται σωστά. Κι όσο εσύ θα παίζεις με τα παιχνίδια σου, τους άλλους δηλαδή, άλλοι θα κάνουν σχέσεις. Παθολογικοί κι αυτοί, ο καθένας με τα προβλήματά του, αλλά θα προσπαθούν. Κι εσύ θα είσαι πάλι εκεί μόνος γιατί δεν έμαθες να προσπαθείς. Θα προσπαθείς να ολοκληρώσεις συνεχώς τη σχέση με το γονέα που δεν καλύφθηκε. Τα κομμάτια σου που έμειναν μισά. Θα συνεχίζεις να απορρίπτεις ο ίδιος τον εαυτό σου πλέον, θα επιλέγεις ασυνείδητα ματαιώσεις, θα επαναλαμβάνεις το ατυχές μοτίβο της παιδικής ηλικίας. Νομίζεις ότι είναι τυχαίοι όσοι συναντάς στη ζωή σου;
Δεν μας αποδέχονται οι άλλοι. Ωραίο σαν δικαιολογία, είπαμε, βολευόμαστε. Βέβαια, κι εκείνοι με τη σειρά τους δεν το έκαναν επειδή ήταν τόσο απορροφημένοι με το τι κάνουν οι ίδιοι λάθος… Κανείς δεν μας δείχνει το σωστό. Και η αδικία αυτή γίνεται θυμός, κι ο θυμός αυτός μετατρέπεται σε εκδίκηση, σε πληρωμή με το ίδιο νόμισμα, ειδικά όταν νιώσουμε ότι ο άλλος είναι ευάλωτος ή συναισθηματικός όπως εμείς. Τις προβολές του εαυτού μας στους άλλους, αυτό δεν αντέχουμε. Δεν βλέπουμε τι έχουμε! Δεν μπορούμε να δούμε τις ικανότητές μας! Έχουμε τόσο πεισθεί ότι δεν θα τα καταφέρουμε, ότι οι άλλοι βλέπουν τόσα άσχημα πράγματα σε μας! Έτσι μας έμαθαν και πλέον το συνηθίσαμε. Άντε τώρα να ξεχωρίσεις τι είναι καθαρά δικό σου, τι είναι εσύ, τι θέλεις ειλικρινά! Έγινε ο περίγυρος το δεδομένο της ζωής μας και ξεχάσαμε τον εαυτό μας, την ανθρώπινη υπόστασή μας, και αφήσαμε έναν εγκέφαλο εκτεθειμένο να παλεύει και να μας ραπίζει καθημερινά με σωματικά συμπτώματα που συνεχίζουμε να αγνοούμε, αρνούμενοι και πάλι να κοιτάξουμε τον εαυτό μας. Και μου έρχεται πάλι ο Καζαντζάκης στο μυαλό που έλεγε «Ε κακομοίρη άνθρωπε, μπορείς να μετακινήσεις βουνά, να κάμεις θάματα [...]! Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις».
Ο νους βολεύτηκε λοιπόν. Συνήθισε και βολεύτηκε. Ακολουθείς και τα «πρέπει», των οποίων την άρνηση δεν μπορείς να σηκώσεις, οπότε όλα καλά. Θα νιώθεις καλά. Νομίζεις. Ενώ θα διαιωνίζεται η κατάσταση εσαεί. Οι μεγάλοι στους μικρότερους, αυτοί στον εαυτό τους μέχρι να υπάρξουν άλλοι μικρότεροι, οι καινούργιοι. Οι γονείς θα διαλέγουν και θα αποφασίζουν για τα παιδιά. Όλοι θα μαθαίνουν την επιθυμητή συμπεριφορά. Και θα είναι καλοί μαθητές, δεν μπορούν άλλωστε να κάνουν αλλιώς, δεν ξέρουν. Κι εγώ ήμουν καλή μαθήτρια. Από μικρή. Δεν απασχόλησα ποτέ κανέναν, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσα να καταλάβω ποιος διάολος έκανε να τους απασχολώ τόσο πολύ μόνο με τα αρνητικά μου! Κι αφού σταμάτησαν να με πολεμούν εκείνοι, επειδή είχαν τον αντικαταστάτη έτοιμο (εμένα), άρχισα να με πολεμάω εγώ!
Ο νους βολεύτηκε. Καλή δικαιολογία ότι σε όλα φταίει κάποιος άλλος, κάτι άλλο, που συνέβη ανεπιστρεπτί. Εγώ όμως δε θέλω άλλο έτσι. Η καρδιά δε βολεύεται, δεν μπαίνει σε καλούπια. Κάποια στιγμή «χιμάει να ξεσκίσει το δίχτυ της ανάγκης». Δεν έχω ανάγκη από καμία αδυναμία για να αγαπήσω ή να αγαπηθώ. Χρόνο ήθελα. Και στιγμές. Κι αντ” αυτού, οι άνθρωποι δίνουμε χρόνο και στιγμές σε όσους ξέρουν να τα παίρνουν! Άκου! «Να, ο άλλος προσπάθησε για μένα, μου λέει ότι με θέλει σοβαρά.» Προσπάθησε;;;; Επειδή θέλουμε εγγυήσεις, ασφάλεια, σιγουριά; Όχι, ποτέ. Προτιμώ να καταλήγω μόνη. Βαρέθηκα αυτή τη δήθεν ασφάλεια, να κρύβομαι, δε θέλω, καταλαβαίνεις; Θέλω να έχω προσπαθήσει να χτίσω την ευτυχία μου ΕΓΩ! Κι όχι επειδή φοβάμαι να αγαπηθώ ή επειδή πιστεύω ότι δεν αξίζω. Ούτε επειδή φοβάμαι να αγαπήσω μήπως πληγωθώ. Για καμία αδυναμία μου δε θέλω να είμαι κάπου! Και καμία δικαιολογία δε θέλω να με εμποδίζει να είμαι κάπου! Δε θέλω άλλη ασφάλεια σε κρυψώνες! Θέλω να προσπαθήσω ΕΓΩ… Να θυμηθώ όλα όσα κάποτε με έκαναν να θέλω όμορφα πράγματα και να τα φέρω ξανά στην επιφάνεια… Γιατί μόνο η καρδιά έχει τον τρόπο. Να θυμηθείς τη συναισθηματική σου φύση, να το αποδεχθείς το συναίσθημα. Να μη φοβόμαστε οι άνθρωποι πια τόσο… τον εαυτό μας. Να μην είναι πια ο εαυτός μας ο εχθρός. Να είναι ο πιστός σύμμαχος που θα εμπιστευόμαστε πάντα.
Η καρδιά δε βολεύεται. Κάποια στιγμή «χιμάει να ξεσκίσει το δίχτυ της ανάγκης».

Πηγή: http://fractalart.gr

* Η Χριστίνα Γεωργαλλή, γεννήθηκε το 1991 και μεγάλωσε στην Κω. Σπούδασε λογοθεραπεία στα Ιωάννινα. Ζει στην πόλη Sheffield της Αγγλίας με στόχο να πραγματοποιήσει σπουδές στην ψυχολογία και τις νευροεπιστήμες. Ξεκίνησε να γράφει από το “Cogito ergo sum”, το προσωπικό της ιστολόγιο, το 2008.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.