Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

100 ΗΜΕΡΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥ!

Με τη συμπλήρωση 100 ημερών, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τρία από τα αρκετά στοιχεία που φαίνεται να διαμορφώνουν το νέο στρατηγικό περιβάλλον και που βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση.



Δύσκολα θα διαφωνήσει κάποιος/α ότι το σπουδαιότερο γεωπολιτικό γεγονός στη μεταπολεμική ιστορία είναι η πτώση του Τείχους του Βερολίνου και η σχεδόν ταυτόχρονη κατάρρευση των καθεστώτων του λεγόμενου Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Πολύ φοβάμαι ότι σε μερικές δεκαετίες από τώρα, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα θεωρείται ανάλογης σημασίας ορόσημο. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου επικράτησε μια αισιοδοξία προόδου και ειρήνης. Μπορέσαμε να εστιάσουμε στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης ως βασική προτεραιότητα δημιουργίας μιας πραγματικά παγκόσμιας κοινότητας, στην οικονομική ανάπτυξη και παρά την αύξηση των ανισοτήτων στην εκρηκτική ανάπτυξη μιας παγκόσμιας μεσαίας τάξης. Αυτή έγινε περισσότερο ορατή στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ασία, όπου σε διάστημα τεσσάρων δεκαετιών περίπου 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι ξεπέρασαν το όριο της φτώχειας. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έρχεται να σηματοδοτήσει το τέλος του μεταψυχροπολεμικού μερίσματος ειρήνης που πιστεύαμε ότι είχαμε κατακτήσει. Υπήρξαν και υπάρχουν συγκρούσεις και στην Ευρώπη και πολύ περισσότερο αλλού στον πλανήτη, αλλά η αντίληψη που διαμορφώθηκε μετά το 1989-1990 ήταν ότι καμία πλέον σύγκρουση δεν μπορεί να απειλήσει την παγκόσμια σταθερότητα.
Μέσα σε λίγα 24ωρα, οι παλιές βεβαιότητες εξαερώθηκαν και τη θέση τους πήραν νέες στρατηγικές προτεραιότητες. Ξαφνικά, έχουμε νέες συντριπτικές συναινέσεις. Δραματική αύξηση των αμυντικών δαπανών, θεσμική και στρατηγική αναζωογόνηση συμμαχιών, ταχύτατες αποφάσεις και αγωνιώδεις προσπάθειες ενεργειακής απεξάρτησης από μια αναθεωρητική και επιθετική Ρωσία και το τέλος της ευρωπαϊκής αφέλειας. Η συζήτηση στην ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα γίνεται με όρους ισορροπίας ισχύος, αποτροπής και ανάσχεσης. Δεν είναι μακριά η εποχή που το βασικό ζητούμενο ήταν η επιστροφή της πολιτικής και η υποχώρηση της πρωτοκαθεδρίας των αγορών. Η ειρωνεία της συγκυρίας είναι ότι η πολιτική επέστρεψε και οι αγορές υποχωρούν. Επιβάλλονται κυρώσεις εν γνώσει των επώδυνων συνεπειών στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η πολιτική πάνω από τις αγορές στην αφετηρία μιας μετα-μεταψυχροπολεμικής εποχής.
Με τη συμπλήρωση 100 ημερών, μπορούμε να ανιχνεύσουμε τρία από τα αρκετά στοιχεία που φαίνεται να διαμορφώνουν το νέο στρατηγικό περιβάλλον και που βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση. Προφανώς κάθε πρόβλεψη υποφέρει από τον μεγάλο βαθμό επισφάλειας που εγγενώς συνοδεύει τις απόπειρες εν θερμώ ανάλυσης.
Το πρώτο στοιχείο έχει να κάνει με τη θέση της Ρωσίας την επόμενη μέρα και ιδιαίτερα του καθεστώτος Πούτιν. Βεβαίως, η «επόμενη μέρα» εξαρτάται από το πώς θα τελειώσει ο πόλεμος, το μέγεθος της καταστροφής και των απωλειών αλλά και το πότε θα τελειώσει. Ομως, είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η θέση της Ρωσίας ακόμη και αν αύριο αποσύρονταν από την ουκρανική επικράτεια οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις θα είναι καλύτερη απ’ ό,τι ήταν πριν από την 24η Φεβρουαρίου 2022. Οπως και αν εξελιχθούν τα πράγματα, το καθεστώς Πούτιν ήδη βρίσκεται αποδυναμωμένο από κάθε άποψη και κυρίως ως προς τη θέση της χώρας στον παγκόσμιο χάρτη ασφάλειας.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η σαφής αυτή τη στιγμή τάση αποσύνδεσης (decoupling) της Δύσης από τη Ρωσία. Μια τάση που όσο στο τιμόνι της Ρωσίας βρίσκεται ο Βλαδίμηρος Πούτιν θα αποκτά μονιμότερα χαρακτηριστικά. Οι δυτικές επιχειρήσεις που εγκατέλειψαν τη ρωσική αγορά δύσκολα θα επιστρέψουν υπό το καθεστώς Πούτιν. Οι αποφάσεις για αύξηση των αμυντικών δαπανών και η απόκτηση σημαντικών αποτρεπτικών έναντι της ρωσικής απειλής ικανοτήτων θα παραμείνει βασική στρατηγική προτεραιότητα. Η διαδικασία απεξάρτησης από τη ρωσική ενέργεια θα συνεχιστεί και θα εντατικοποιηθεί. Οι διαφωνίες αφορούν το χρονοδιάγραμμα παρά την ίδια τη στρατηγική λογική της ενεργειακής «χειραφέτησης» της Ευρώπης.
Αυτή η τάση αποσύνδεσης δεν σημαίνει ότι η Ρωσία θα καταστεί «κράτος-παρίας». Πρόκειται για τη μεγαλύτερη γεωγραφικά χώρα του κόσμου, είναι μια σημαντική οικονομία, κυρίως αγαθών και πρώτων υλών και πάνω από όλα η αποσύνδεση δεν αφορά τον υπόλοιπο κόσμο. Η σε λίγα χρόνια μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, η Κίνα, θα παραμείνει λιγότερο ή περισσότερο διακριτικός υποστηρικτής της Μόσχας. Το ίδιο ισχύει και για άλλες οικονομικές δυνάμεις, όπως η Ινδία, η Βραζιλία, οι χώρες του Κόλπου. Ολοι αυτοί οι γεωπολιτικοί παίκτες θα συνεχίσουν να συναλλάσσονται με τη Ρωσία και αν και το επίπεδο εμπιστοσύνης δεν θα είναι ποτέ πολύ υψηλό, οι γεωπολιτικές συνέπειες είναι προφανείς.
Ενα τρίτο στοιχείο έχει να κάνει με τη συνοχή της Δύσης. Το ΝΑΤΟ βρίσκεται με αναζωογονημένη αίσθηση σκοπού και αποστολής. Η σημασία του και η θέση του στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας και άμυνας δεν αμφισβητείται και μαζί του τελειώνει η συζήτηση για το μέλλον των διατλαντικών σχέσεων και την αμερικανική παρουσία και εγγύηση, τουλάχιστον με τους όρους που γινόταν μέχρι τον Φεβρουάριο. Η στρατηγική αυτονομία της ΕΕ δεν νοηματοδοτείται με όρους αντίστιξης στις ΗΠΑ και δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη από την «απογείωση» των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Επιπλέον, οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ενωσης – Ηνωμένου Βασιλείου ξαφνικά βρίσκονται στην καλύτερη και πιο λειτουργική τους στιγμή από την απόφαση του Brexit.
Εκατό ημέρες μετά τη ρωσική εισβολή, οι ανταποκρίσεις από τα μέτωπα έχουν χάσει αρκετή από την ένταση των πρώτων εβδομάδων και ο πόλεμος στον βαθμό που παραμένει οριοθετημένος στην ουκρανική επικράτεια αποκτά χαρακτηριστικά ρουτίνας. Οι στρατηγικές συνέπειες όμως μόλις τώρα γίνονται ορατές.


*Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και διευθυντής του ΙΔΙΣ, Πάντειο Πανεπιστήμιο.


Πηγή: https://www.tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.