Παρασκευή 28 Μαρτίου 2025

ΠΟΙΗΜΑ: "ΕΝΑΣΤΡΗ ΝΥΧΤΑ"!

Toυ Gerecos //


Έναστρη Νύχτα

Είχαν κλείσει τα πάντα.
Καφενεία, ψυχές, προσχήματα.
Μόνο κάτι ρημαγμένοι δρόμοι έμεναν,
να σέρνουν τα παπούτσια μας.
Όχι πως είχε σημασία.
Τι να αγοράσεις,
όταν το μόνο που σου λείπει
είναι ζωή;

Πάμε να δούμε τα αστέρια, είπε.
Την ακολούθησα,
γιατί ο ουρανός είναι φτηνός ψυχολόγος.

Πετάξαμε πέτρες στα αστέρια.
Μη μας κοιτάτε έτσι, φωνάξαμε.
Δεν είστε καλύτερα.
Μα αυτά σωπάσανε.
Πιο μόνα κι από εμάς,
σε ένα κενό, που ούτε ο Θεός
δεν μπήκε στον κόπο να γεμίσει.

Ένας σκύλος μας πλησίασε.
Αδύνατος, ξεχασμένος,
το στόμα του άνοιγε σαν κραυγή
που δεν έβγαινε.
Τι θέλεις; τον ρώτησα.
Το ίδιο με σένα, είπε με τα μάτια του.
Κι εγώ γύρισα αλλού,
γιατί η αλήθεια πονάει περισσότερο
όταν τη βλέπεις.

Στρίψαμε σε ένα στενό
που μύριζε κατούρα και ήττα.
Ένας τύπος έπινε από ένα μπουκάλι.
Να σου πω ένα μυστικό; φώναξε.
Κάπου υπάρχει σωτηρία.
Το είπε τόσο ήρεμα,
που σχεδόν τον πίστεψα.

Πετάξαμε λίγα ψιλά.
Όχι από οίκτο,
αλλά για να ξορκίσουμε την πιθανότητα
να γίνουμε σαν κι αυτόν.

Ένα παιδί ζωγράφιζε στον τοίχο.
Έναν ήλιο που αιμορραγούσε.
Μια μέρα θα βγει, είπε.
Μα τα μάτια του έλεγαν:
Μην περιμένεις τίποτα.

Ακούσαμε σειρήνες.
Όχι για εμάς.
Ποτέ για εμάς.
Τα μεγάλα εγκλήματα τα κάνουν άλλοι.
Εμείς έχουμε μόνο την ικανότητα
να διαλύουμε τους εαυτούς μας

Στο βάθος, ένας άντρας
χτυπούσε τις γροθιές του σε έναν τοίχο.
Ο τοίχος δεν τον λυπήθηκε.
Και γιατί να το κάνει;
Είναι φτιαγμένος για να στέκεται,
όχι για να καταλαβαίνει.
Δεν είναι η βία το πρόβλημα, είπε εκείνη.
Είναι που τη συνηθίσαμε.

Η νύχτα άρχισε να ξηλώνεται.
Ο ουρανός έμοιαζε με ύφασμα
που τραβάνε από παντού.
Φεύγουμε, είπε.
Πού; ρώτησα.
Οπουδήποτε είναι καλύτερα
από το εδώ.

Περάσαμε από μια παλιά πλατεία.
Μια γυναίκα στεκόταν μόνη της,
προσπαθώντας να ανάψει ένα τσιγάρο
με έναν άδειο αναπτήρα.
Δεν ανάβει, της είπα.
Τίποτα δεν ανάβει, απάντησε,
και γύρισε αλλού.

Βρήκαμε μια ταμπέλα,
καρφωμένη σε ένα δέντρο που είχε πεθάνει.
Ελευθερία ή Θάνατος.
Η ελευθερία ήταν μύθος.
Ο θάνατος απλώς περιμένει χαμογελώντας.

Στο τέλος, καθίσαμε σε ένα πεζοδρόμιο.
Μοιραστήκαμε ένα τσιγάρο
Δεν είχε γεύση, μόνο στάχτη.
Θα αλλάξει κάτι; ρώτησα.
Δεν χρειάστηκε να απαντήσει.

Κι έτσι φύγαμε.
Μια γυναίκα, ένας άντρας
κι ένας σκύλος που δεν ξέραμε
αν μας οδηγούσε
ή μας ακολουθούσε.
Κι από πάνω μας η νύχτα,
ένα φτηνό μαύρο σεντόνι
γεμάτο τρύπες.

Πηγή: https://www.fractalart.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.