Άρθρο του Φυσικοπαθητικού Dr Γουίλιαμ Τάϊλερ
Εάν πάσχετε από αυτό που η ιατρική αποκαλεί «αρθρίτιδα», θα μπορούσατε να έχετε οποιοδήποτε από εκατό διαφορετικά είδη ασθενειών, που συμπεριλαμβάνουν από τα πιο κοινά είδη όπως η οστεοαρθρίτιδα και η ρευματοειδής αρθρίτιδα μέχρι την ουρική αρθρίτιδα και την ινομυαλγία.
Οι διαστάσεις πανδημίας της αρθρίτιδας – ένας στους τρεις στην Αμερική και ένας στους πέντε στη Βρετανία – και η μεγάλη ποικιλία από διαφορετικά είδη της ασθένειας κάνουν σαφή την ανάγκη εξέτασης και άλλων λύσεων εκτός από αυτές της συμβατικής ιατρικής.
Η συνήθης φαρμακευτική αγωγή πρώτης γραμμής, η οποία περιλαμβάνει τη χρήση ασπιρίνης και NSAIDs (μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα), που χρησιμοποιούνται για την μείωση της φλεγμονής των αρθρώσεων, μπορεί να δημιουργήσει παρενέργειες όπως η αιμορραγία στο στομάχι. Παρομοίως, οι θεραπείες δεύτερης γραμμής με τη μορφή βραδείας δράσης αντιρρευματικών φαρμάκων (SAARDs) όπως ο χρυσός, η μεθοτρεξάτη και η σουλφασαλαζίνη που συνταγογραφούνται σε πάσχοντες με προχωρημένη ρευματοειδή αρθρίτιδα για να επιβραδύνουν την πρόοδο της ασθένειας, φέρουν μαζί τους μια σειρά από παρενέργειες, συμπεριλαμβανομένων ελκών και σοβαρών γαστρεντερικών προβλημάτων.
Το 90 τοις εκατό των πασχόντων αισθάνεται απογοήτευση από τη συμβατική προσέγγιση και τις πολλές δυσάρεστες παρενέργειές της. Μελέτες δείχνουν ότι οι πάσχοντες από αρθρίτιδα μπορούν να βρουν ανακούφιση από τον πόνο, τη δυσκαμψία και τη φλεγμονή μέσα από μια ποικιλία εναλλακτικών μεθόδων, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό. Επί του παρόντος, ο αριθμός των ασθενών που συμμετείχαν σε μελέτες για τις εναλλακτικές θεραπείες αντιμετώπισης της αρθρίτιδας είναι μικρός. Δεδομένου ότι αυτές οι μικρές μελέτες δείχνουν πολλά θετικά αποτελέσματα, αξίζει να αναρωτηθούμε γιατί δεν υπάρχει συνέχεια με μεγαλύτερες μελέτες.
Οι διαστάσεις πανδημίας της αρθρίτιδας – ένας στους τρεις στην Αμερική και ένας στους πέντε στη Βρετανία – και η μεγάλη ποικιλία από διαφορετικά είδη της ασθένειας κάνουν σαφή την ανάγκη εξέτασης και άλλων λύσεων εκτός από αυτές της συμβατικής ιατρικής.
Η συνήθης φαρμακευτική αγωγή πρώτης γραμμής, η οποία περιλαμβάνει τη χρήση ασπιρίνης και NSAIDs (μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα), που χρησιμοποιούνται για την μείωση της φλεγμονής των αρθρώσεων, μπορεί να δημιουργήσει παρενέργειες όπως η αιμορραγία στο στομάχι. Παρομοίως, οι θεραπείες δεύτερης γραμμής με τη μορφή βραδείας δράσης αντιρρευματικών φαρμάκων (SAARDs) όπως ο χρυσός, η μεθοτρεξάτη και η σουλφασαλαζίνη που συνταγογραφούνται σε πάσχοντες με προχωρημένη ρευματοειδή αρθρίτιδα για να επιβραδύνουν την πρόοδο της ασθένειας, φέρουν μαζί τους μια σειρά από παρενέργειες, συμπεριλαμβανομένων ελκών και σοβαρών γαστρεντερικών προβλημάτων.
Το 90 τοις εκατό των πασχόντων αισθάνεται απογοήτευση από τη συμβατική προσέγγιση και τις πολλές δυσάρεστες παρενέργειές της. Μελέτες δείχνουν ότι οι πάσχοντες από αρθρίτιδα μπορούν να βρουν ανακούφιση από τον πόνο, τη δυσκαμψία και τη φλεγμονή μέσα από μια ποικιλία εναλλακτικών μεθόδων, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό. Επί του παρόντος, ο αριθμός των ασθενών που συμμετείχαν σε μελέτες για τις εναλλακτικές θεραπείες αντιμετώπισης της αρθρίτιδας είναι μικρός. Δεδομένου ότι αυτές οι μικρές μελέτες δείχνουν πολλά θετικά αποτελέσματα, αξίζει να αναρωτηθούμε γιατί δεν υπάρχει συνέχεια με μεγαλύτερες μελέτες.
Βελονισμός
Αρκετές μελέτες δείχνουν ότι ο βελονισμός μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του πόνου. Σε μια μελέτη, μια ομάδα από 42 ασθενείς με οστεοαρθριτικά γόνατα τυχαιοποιήθηκαν σε δύο ομάδες: στη μία χρησιμοποιήθηκε βελονισμός (ομάδα Α) και η άλλη δεν είχε καμία αγωγή (ομάδα Β). Μετά από εννέα εβδομάδες, εκείνοι που δεν έλαβαν θεραπεία υποβλήθηκαν και αυτοί σε θεραπεία με βελονισμό. Οι ερευνητές οι οποίοι δεν γνώριζαν ποια άτομα ανήκαν σε κάθε ομάδα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι στην ομάδα θεραπείας υπήρχε μια σημαντική μείωση στον πόνο, στην κατανάλωση αναλγητικών και στις περισσότερες άλλες αντικειμενικές μετρήσεις.
Όταν οι ομάδες Α και Β συνενώθηκαν, υπήρχε μια 80 τοις εκατό υποκειμενική βελτίωση, συμπεριλαμβανομένης της σημαντικά αυξημένης εμβέλειας κίνησης του γόνατος, ακόμη και στις πιο δύσκολες περιπτώσεις. Όσοι δεν έπασχαν για μεγάλο χρονικό διάστημα έδειξαν τη μεγαλύτερη βελτίωση – τονίζοντας την ανάγκη για έγκαιρη θεραπεία – και οι βελτιώσεις αυτές διατηρήθηκαν με την πάροδο του χρόνου (ActaAnaesthesiolScand, 1992; 36: 519-25). Μια άλλη μελέτη έδειξε ότι ο βελονισμός είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματικός με τα φάρμακα με την ουσία διαζεπάμη για την ανακούφιση από τον πόνο της οστεοαρθρίτιδας (Am J Med Chin, 1991; 19 (2): 95-100).
Παρόμοια αποτελέσματα βρέθηκαν σε μια μελέτη ασθενών με ινομυαλγία (G Ital Riflessot Agopunt, 1995; 7 (2): 33-7). Σε μία άλλη μελέτη, 40 ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες. Η μία έλαβε βελονισμό στα σωστά σημεία, η άλλη σε εικονικά σημεία. Και οι δύο ομάδες παρουσίασαν βελτίωση στην ευαισθησία και την υποκειμενική εκτίμηση του πόνου (Ν Engl J Med, 1975; 293: 375 – 8). Η διαπίστωση αυτή έχει επαναληφθεί και σε άλλη μελέτη (Ζ Physiother, 1990; 42: 375-8), αν και ορισμένοι αναλυτές παραμένουν επιφυλακτικοί (J Clin Epidemiol, 1990; 43: 1191-9).
Ηλεκτρονική διέγερση
Ο ηλεκτροβελονισμός έχει επίσης δειχθεί να είναι ιδιαίτερα επωφελής (Acupunct Electrother Res, 1992; 17: 95 – 105) και εξίσου αποτελεσματικός με άλλες μορφές βελονισμού (Pain Clin, 1991; 4: 155-61), αν και λιγότερο αποτελεσματικός από τη διαδερμική ηλεκτρονική νευρική διέγερση (TENS) (Altern Ther Clin Pract, 1996; 3: 33-5).
Μια ομάδα 70 ασθενών με ινομυαλγία επιλέχθηκαν τυχαία για να λάβουν είτε θεραπεία ηλεκτροβελονισμού ή μια εικονική ένεση. Οι παράμετροι που αξιολογήθηκαν ήταν το όριο πόνου, η χρήση αναλγητικών φαρμάκων, η βαθμολογία περιφερειακού πόνου, ο καταγραφόμενος πόνος σε μια οπτική αναλογική κλίμακα, η ποιότητα του ύπνου και η πρωινή δυσκαμψία, καθώς επίσης λήφθηκε υπόψη και η εκτίμηση των ίδιων των γιατρών και η αξιολόγηση των ασθενών. Στην ομάδα που έλαβε θεραπεία, τα αποτελέσματα από επτά από τις οκτώ παραμέτρους έδειξαν σημαντική βελτίωση, ενώ κανένας από τους ασθενείς στην ομάδα της εικονικής θεραπείας δεν εμφάνισαν οποιαδήποτε βελτίωση (BMJ, 1.992; 305: 1249-1252).
Σε μια άλλη διπλή-τυφλή ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη, πάσχοντες από πόνο που οφείλεται σε οστεοαρθρίτιδα του ισχίου και του γόνατος έλαβαν είτε θεραπεία ηλεκτροβελονισμού ή μία εικονική διαδικασία (placebo). Από την ομάδα του ηλεκτροβελονισμού, το 74 τοις εκατό εμφάνισε βελτίωση στα επίπεδα του πόνου (όπως μετράται με οπτική αναλογική κλίμακα), ενώ μόνο το 28 τοις εκατό της ομάδας ελέγχου είχε οποιαδήποτε βελτίωση (Clin J Pain, 1989; 5: 137 έως 41).
Μια άλλη μελέτη συνέκρινε τον ηλεκτροβελονισμό με συσκευή υπέρυθρης ακτινοβολίας που διοχέτευε θερμότητα τοπικά. Στην ομάδα θεραπείας, το 75 τοις εκατό των ασθενών έλαβαν σημαντική ανακούφιση από τον πόνο, σε σύγκριση με το 31 τοις εκατό στην ομάδα εικονικής θεραπείας (Acup Electrother Res, 1981; 6: 277-84).
Νους και σώμα
Πλέον είναι αναγνωρισμένο ότι η συναισθηματική ή η ψυχολογική κατάσταση των ασθενών ενδέχεται να επηρεάσει την πορεία και την αντίληψη της νόσου τους, και ότι η παρέμβαση με τη μορφή ομαδικής θεραπείας, μπορεί να βοηθήσει στην αίσθηση του πόνου (Arthr Rheum, 1986; 29: 1203-9).
Η αποτελεσματικότητα μικρών εντατικών προγραμμάτων εκπαίδευσης ασθενών έχει εκτιμηθεί σε αρκετές μελέτες. Σε μία από αυτές, άτομα με αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα παρουσίασαν βελτίωση στην αυτοεκτίμησή τους, μείωση στα ποσοστά της κατάθλιψης και ελάττωση της σοβαρότητας της πάθησής τους μέσα σε τρεις εβδομάδες, και αυτή η βελτίωση συνεχίστηκε μέχρι το τέλος της δοκιμής σε έξι μήνες. Οι ερευνητές σημειώνουν, ωστόσο, ότι η παροχή κινήτρων στους ασθενείς να συνεχίσουν το πρόγραμμα άσκησης στο σπίτι τους μετά από το τέλος των έξι μηνών παρέμεινε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα (PatientEducCouns, 1996; 27: 257-67).
Μια άλλη μελέτη εξέτασε την επίδραση της ομαδικής θεραπείας για το χρόνιο πόνο και τα συναισθήματα που συνδέονται με αυτό – θυμός, άγχος και κατάθλιψη – σε μια ομάδα η οποία περιελάμβανε πάσχοντες από οσφυαλγία, κεφαλαλγία, ρευματοειδή αρθρίτιδα και αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα. Χρησιμοποιήθηκε ένα γνωστικό συμπεριφορικό πρόγραμμα που περιλάμβανε χαλάρωση, γνωσιακή αναδόμηση και προώθηση της ευημερίας, και αξιολογήθηκε η επίδραση που είχε στις διάφορες ομάδες. Τα άτομα με φλεγμονώδεις ρευματοπάθειες έδειξαν βελτίωση σε όλα τα μέτωπα (PatientEducCouns, 1993; 20: 167-75).
Οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα μπορούν επίσης να επωφεληθούν από κάποιο γνωσιακό συμπεριφορικό πρόγραμμα. Σε μία 12μηνη μελέτη, ασθενείς έδειξαν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση χρησιμοποιώντας στρατηγικές διαχείρισης για την αντιμετώπιση του πόνου, καθώς και βελτιώσεις στην συναισθηματική τους κατάσταση (Arthr Rheum, 1988; 31: 593-601).
Μια περαιτέρω τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη για να αξιολογηθεί μια ψυχολογική θεραπεία και ένα πρόγραμμα κοινωνικής στήριξης σε σύγκριση με ένα πρόγραμμα ελέγχου χωρίς θεραπευτική αγωγή, έδειξε ότι η ψυχολογική παρέμβαση επίφερε σημαντικές μειώσεις στον πόνο, το άγχος και την ενεργότητα της νόσου μετά τη θεραπεία. Το αποτέλεσμα ήταν ακόμα ανιχνεύσιμο μετά από έξι μήνες παρακολούθησης. Το πρόγραμμα κοινωνικής στήριξης παρουσίασε επίσης μείωση του άγχους (Arthr Rheum, 1987; 30: 1105 – 1114).
Μία μελέτη εξέτασε την αποτελεσματικότητα διαφόρων θεραπειών: της εκπαίδευσης διαχείρισης πόνου, της εκπαίδευσης χαλάρωσης και απεικόνισης σε σύγκριση με την απουσία θεραπείας. Όσοι συμμετείχαν στην ομάδα διαχείρισης πόνου και στην ομάδα απεικόνισης έδειξαν βελτιώσεις, ενώ η χαλάρωση από μόνη της αποδείχτηκε λίγο καλύτερη από την απουσία θεραπείας. Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι ήταν σημαντική η στάση των ασθενών και ότι η απλή παρακολούθηση των ομάδων δεν ήταν αρκετή. Όσοι ήταν σε θέση να λάβουν υπόψη τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν και να τις εφαρμόσουν πλήρως έδειξαν την μεγαλύτερη βελτίωση (ZeitschrKlinPsycholPsychopatholPsychother, 1994; 42: 319-38)
Πλέον είναι αναγνωρισμένο ότι η συναισθηματική ή η ψυχολογική κατάσταση των ασθενών ενδέχεται να επηρεάσει την πορεία και την αντίληψη της νόσου τους, και ότι η παρέμβαση με τη μορφή ομαδικής θεραπείας, μπορεί να βοηθήσει στην αίσθηση του πόνου (Arthr Rheum, 1986; 29: 1203-9).
Η αποτελεσματικότητα μικρών εντατικών προγραμμάτων εκπαίδευσης ασθενών έχει εκτιμηθεί σε αρκετές μελέτες. Σε μία από αυτές, άτομα με αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα παρουσίασαν βελτίωση στην αυτοεκτίμησή τους, μείωση στα ποσοστά της κατάθλιψης και ελάττωση της σοβαρότητας της πάθησής τους μέσα σε τρεις εβδομάδες, και αυτή η βελτίωση συνεχίστηκε μέχρι το τέλος της δοκιμής σε έξι μήνες. Οι ερευνητές σημειώνουν, ωστόσο, ότι η παροχή κινήτρων στους ασθενείς να συνεχίσουν το πρόγραμμα άσκησης στο σπίτι τους μετά από το τέλος των έξι μηνών παρέμεινε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα (PatientEducCouns, 1996; 27: 257-67).
Μια άλλη μελέτη εξέτασε την επίδραση της ομαδικής θεραπείας για το χρόνιο πόνο και τα συναισθήματα που συνδέονται με αυτό – θυμός, άγχος και κατάθλιψη – σε μια ομάδα η οποία περιελάμβανε πάσχοντες από οσφυαλγία, κεφαλαλγία, ρευματοειδή αρθρίτιδα και αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα. Χρησιμοποιήθηκε ένα γνωστικό συμπεριφορικό πρόγραμμα που περιλάμβανε χαλάρωση, γνωσιακή αναδόμηση και προώθηση της ευημερίας, και αξιολογήθηκε η επίδραση που είχε στις διάφορες ομάδες. Τα άτομα με φλεγμονώδεις ρευματοπάθειες έδειξαν βελτίωση σε όλα τα μέτωπα (PatientEducCouns, 1993; 20: 167-75).
Οι ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα μπορούν επίσης να επωφεληθούν από κάποιο γνωσιακό συμπεριφορικό πρόγραμμα. Σε μία 12μηνη μελέτη, ασθενείς έδειξαν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση χρησιμοποιώντας στρατηγικές διαχείρισης για την αντιμετώπιση του πόνου, καθώς και βελτιώσεις στην συναισθηματική τους κατάσταση (Arthr Rheum, 1988; 31: 593-601).
Μια περαιτέρω τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη για να αξιολογηθεί μια ψυχολογική θεραπεία και ένα πρόγραμμα κοινωνικής στήριξης σε σύγκριση με ένα πρόγραμμα ελέγχου χωρίς θεραπευτική αγωγή, έδειξε ότι η ψυχολογική παρέμβαση επίφερε σημαντικές μειώσεις στον πόνο, το άγχος και την ενεργότητα της νόσου μετά τη θεραπεία. Το αποτέλεσμα ήταν ακόμα ανιχνεύσιμο μετά από έξι μήνες παρακολούθησης. Το πρόγραμμα κοινωνικής στήριξης παρουσίασε επίσης μείωση του άγχους (Arthr Rheum, 1987; 30: 1105 – 1114).
Μία μελέτη εξέτασε την αποτελεσματικότητα διαφόρων θεραπειών: της εκπαίδευσης διαχείρισης πόνου, της εκπαίδευσης χαλάρωσης και απεικόνισης σε σύγκριση με την απουσία θεραπείας. Όσοι συμμετείχαν στην ομάδα διαχείρισης πόνου και στην ομάδα απεικόνισης έδειξαν βελτιώσεις, ενώ η χαλάρωση από μόνη της αποδείχτηκε λίγο καλύτερη από την απουσία θεραπείας. Οι συγγραφείς σημειώνουν ότι ήταν σημαντική η στάση των ασθενών και ότι η απλή παρακολούθηση των ομάδων δεν ήταν αρκετή. Όσοι ήταν σε θέση να λάβουν υπόψη τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν και να τις εφαρμόσουν πλήρως έδειξαν την μεγαλύτερη βελτίωση (ZeitschrKlinPsycholPsychopatholPsychother, 1994; 42: 319-38)
Φυσικά αυτό που κάποιος βρίσκει χαλαρωτικό, δεν είναι απαραίτητο ότι είναι χαλαρωτικό για όλους. Μια μικρή μελέτη υποστηρίζει την ιδέα ότι πρέπει να επιλέξουμε προσεκτικά τις μεθόδους χαλάρωσης. Σε τριάντα γυναίκες με ρευματοειδή αρθρίτιδα είχαν πει να χαλαρώσουν, ενώ άκουγαν τη μουσική της επιλογής τους, και οι ερευνητές μελέτησαν την επίδραση που είχε αυτή στην αντίληψη του πόνου τους. Τα αποτελέσματα της μελέτης, με βάση ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την ακρόαση μουσικής, έδειξαν ότι αυτό το είδος της χαλάρωσης μπορεί να είναι ένας έγκυρος τρόπος για να βοηθηθούν ασθενείς με χρόνιο πόνο (Adv Nurs Sci, 1993; 15: 27-36).
Η υπνοθεραπεία μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη. Σε μία ελεγχόμενη μελέτη ασθενών με ινομυαλγία, 40 ασθενείς συμμετείχαν τυχαία είτε σε ομάδα υπνοθεραπείας ή σε ομάδα φυσικής θεραπείας για 12 εβδομάδες. Η αξιολόγηση έγινε στις 24 εβδομάδες. Στην ομάδα υπνοθεραπείας, βελτιώθηκε υποκειμενικά ο πόνος, η κούραση το πρωί και το μοτίβο του ύπνου, αν και η αντικειμενική αξιολόγηση της εξέλιξης της νόσου δεν έδειξε καμία αλλαγή (J Rheumatol, 1991; 18: 72-5).
Σε μια άλλη μελέτη, η υπνοθεραπεία με καθοδήγηση εικόνων συγκρίθηκε με δύο ομάδες ελέγχου – μια ομάδα χαλάρωσης και μια ομάδα ασθενών από λίστα αναμονής που δεν έλαβε θεραπεία. Χρησιμοποιήθηκε η αυτο-αξιολόγηση κατά τη διάρκεια της θεραπείας και σε τρεις και έξι μήνες, καθώς και εξετάσεις αίματος για τη μέτρηση των ποσοστών καθίζησης ερυθροκυττάρων (ESR), της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, της αιμοσφαιρίνης και των επίπεδων των λευκοκυττάρων.
Η ομάδα ύπνωσης έδειξε μείωση του πόνου στις αρθρώσεις κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο της θεραπείας. Η ομάδα χαλάρωσης παρουσίασε επίσης μείωση του πόνου στις αρθρώσεις κατά τη διάρκεια της θεραπείας, αλλά αυτή η κατάσταση σταθεροποιήθηκε κατά την παρακολούθηση. Η ομάδα ύπνωσης παρουσίασε επίσης βελτιώσεις στα ποσοστά καθίζησης ερυθροκυττάρων (Psychol Beitr, 1994; 36: 205-12).
Μια μετα-ανάλυση μελετών για το μασάζ ως μέθοδο για την ανακούφιση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας παρείχε κάποια υποστήριξη για την ιδέα ότι το μασάζ και οι θεραπευτικοί χειρισμοί μπορεί να συμβάλουν στη βελτίωση του πόνου και της ευελιξίας (Spine, 1985; 10: 833-7), αν και τα αποτελέσματα δεν ήταν ενθαρρυντικά.
Η υπνοθεραπεία μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη. Σε μία ελεγχόμενη μελέτη ασθενών με ινομυαλγία, 40 ασθενείς συμμετείχαν τυχαία είτε σε ομάδα υπνοθεραπείας ή σε ομάδα φυσικής θεραπείας για 12 εβδομάδες. Η αξιολόγηση έγινε στις 24 εβδομάδες. Στην ομάδα υπνοθεραπείας, βελτιώθηκε υποκειμενικά ο πόνος, η κούραση το πρωί και το μοτίβο του ύπνου, αν και η αντικειμενική αξιολόγηση της εξέλιξης της νόσου δεν έδειξε καμία αλλαγή (J Rheumatol, 1991; 18: 72-5).
Σε μια άλλη μελέτη, η υπνοθεραπεία με καθοδήγηση εικόνων συγκρίθηκε με δύο ομάδες ελέγχου – μια ομάδα χαλάρωσης και μια ομάδα ασθενών από λίστα αναμονής που δεν έλαβε θεραπεία. Χρησιμοποιήθηκε η αυτο-αξιολόγηση κατά τη διάρκεια της θεραπείας και σε τρεις και έξι μήνες, καθώς και εξετάσεις αίματος για τη μέτρηση των ποσοστών καθίζησης ερυθροκυττάρων (ESR), της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, της αιμοσφαιρίνης και των επίπεδων των λευκοκυττάρων.
Η ομάδα ύπνωσης έδειξε μείωση του πόνου στις αρθρώσεις κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο της θεραπείας. Η ομάδα χαλάρωσης παρουσίασε επίσης μείωση του πόνου στις αρθρώσεις κατά τη διάρκεια της θεραπείας, αλλά αυτή η κατάσταση σταθεροποιήθηκε κατά την παρακολούθηση. Η ομάδα ύπνωσης παρουσίασε επίσης βελτιώσεις στα ποσοστά καθίζησης ερυθροκυττάρων (Psychol Beitr, 1994; 36: 205-12).
Μια μετα-ανάλυση μελετών για το μασάζ ως μέθοδο για την ανακούφιση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας παρείχε κάποια υποστήριξη για την ιδέα ότι το μασάζ και οι θεραπευτικοί χειρισμοί μπορεί να συμβάλουν στη βελτίωση του πόνου και της ευελιξίας (Spine, 1985; 10: 833-7), αν και τα αποτελέσματα δεν ήταν ενθαρρυντικά.
Βότανα
Πολλά βότανα έχει αποδειχθεί ότι έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Σε μία πειραματική, διπλή-τυφλή, διασταυρούμενη μελέτη, 42 ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα έλαβαν τυχαία μία συνδυασμένη φόρμουλα την Articulin-F (που περιλαμβάνει στέλεχος Boswellia serrata, ρίζωμα Curcuma longa, ρίζα Withania somnifera και ψευδάργυρο), ή αντίστοιχα εικονικό φάρμακο για τρεις μήνες και στη συνέχεια, μετά από μια «περίοδος καθαρισμού» 15 ημερών, οι ασθενείς άλλαξαν θέσεις με την άλλη ομάδα θεραπείας για μια περαιτέρω περίοδο τριών μηνών. Μετά από τρεις μήνες, εκείνοι που έλαβαν τη θεραπεία συνδυασμού είχαν μια σημαντική μείωση στον πόνο και την δυσκολία κίνησης. (J Ethnopharmacol, 1991? 33: 91-5).
Πολλά βότανα έχει αποδειχθεί ότι έχουν αντιφλεγμονώδη δράση. Σε μία πειραματική, διπλή-τυφλή, διασταυρούμενη μελέτη, 42 ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα έλαβαν τυχαία μία συνδυασμένη φόρμουλα την Articulin-F (που περιλαμβάνει στέλεχος Boswellia serrata, ρίζωμα Curcuma longa, ρίζα Withania somnifera και ψευδάργυρο), ή αντίστοιχα εικονικό φάρμακο για τρεις μήνες και στη συνέχεια, μετά από μια «περίοδος καθαρισμού» 15 ημερών, οι ασθενείς άλλαξαν θέσεις με την άλλη ομάδα θεραπείας για μια περαιτέρω περίοδο τριών μηνών. Μετά από τρεις μήνες, εκείνοι που έλαβαν τη θεραπεία συνδυασμού είχαν μια σημαντική μείωση στον πόνο και την δυσκολία κίνησης. (J Ethnopharmacol, 1991? 33: 91-5).
Το Αρπαγόφυτο (Harpagophytum procumbens) είναι ένα βότανο που φύεται στην Αφρική και έχει μια μακρά ιστορία στη θεραπεία της αρθρίτιδας. Υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να είναι χρήσιμο ως αντιφλεγμονώδες (Schweiz Apothek-Zeitung, 1976; 114: 337- 42). Σε μία πειραματική μελέτη για πάνω από 60 ημέρες, το 86 τοις εκατό των ασθενών σημείωσαν μείωση της πρωινής δυσκαμψίας. Η βελτίωση αναφέρθηκε μετά από μόλις οκτώ ημέρες θεραπείας και συνεχίστηκε σταδιακά (J Med Actuelle, 1985; 12: 65-7). Μια άλλη μελέτη έδειξε επίσης θετικά αποτελέσματα (J Pharm Belg, 1980? 35: 143-9).
Το Tanacetum parthenium (feverfew) έχει επίσης αναφερθεί εκτενώς ως θεραπεία για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Έχει αποδειχθεί ότι αναστέλλει την απελευθέρωση αγγειοδιασταλτικών ουσιών του αίματος και αναστέλλει την παραγωγή φλεγμονωδών ουσιών. Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας, ωστόσο, έχει περιοριστεί σε in-vitro μελέτες (Lancet, October 25,1980) και μελέτες σε ζώα (Planta Med, 1992; 58: 117-23; Planta Med, 1993; 59: 20-5). Επιλέξτε καλής ποιότητας σκεύασμα δεδομένου ότι πολλά εμπορικά παρασκευάσματα ποικίλλουν στην ποσότητα parthenolide, του δραστικού συστατικού του βοτάνου, που περιέχεται μέσα σε αυτό (J Pharm Pharmacol, 1992; 44: 319-5). Σε περίπου 10 τοις εκατό των ατόμων, το μάσημα των φύλλων μπορεί να οδηγήσει σε μικρά έλκη του στόματος, και πρήξιμο των χειλιών και της γλώσσας (Can J Pharm, 1989; 122: 266-70).
Η ρίζα του Tripterygium wilfordii μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη, αλλά θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε παιδιά και γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία, δεδομένου ότι μπορεί να οδηγήσει σε αμηνόρροια και μειωμένη σπερματογένεση (οι δύο αυτές παρενέργειες τελικά εξαφανίζονται μετά τη διακοπή της θεραπείας). Έχει αποδειχθεί χρήσιμο στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και την αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα (ChinMedJ, 1989; 102: 327-32; JTradChinMed, 1983; 3: 125-9).
Το Tanacetum parthenium (feverfew) έχει επίσης αναφερθεί εκτενώς ως θεραπεία για τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Έχει αποδειχθεί ότι αναστέλλει την απελευθέρωση αγγειοδιασταλτικών ουσιών του αίματος και αναστέλλει την παραγωγή φλεγμονωδών ουσιών. Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας, ωστόσο, έχει περιοριστεί σε in-vitro μελέτες (Lancet, October 25,1980) και μελέτες σε ζώα (Planta Med, 1992; 58: 117-23; Planta Med, 1993; 59: 20-5). Επιλέξτε καλής ποιότητας σκεύασμα δεδομένου ότι πολλά εμπορικά παρασκευάσματα ποικίλλουν στην ποσότητα parthenolide, του δραστικού συστατικού του βοτάνου, που περιέχεται μέσα σε αυτό (J Pharm Pharmacol, 1992; 44: 319-5). Σε περίπου 10 τοις εκατό των ατόμων, το μάσημα των φύλλων μπορεί να οδηγήσει σε μικρά έλκη του στόματος, και πρήξιμο των χειλιών και της γλώσσας (Can J Pharm, 1989; 122: 266-70).
Η ρίζα του Tripterygium wilfordii μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη, αλλά θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε παιδιά και γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία, δεδομένου ότι μπορεί να οδηγήσει σε αμηνόρροια και μειωμένη σπερματογένεση (οι δύο αυτές παρενέργειες τελικά εξαφανίζονται μετά τη διακοπή της θεραπείας). Έχει αποδειχθεί χρήσιμο στη ρευματοειδή αρθρίτιδα και την αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα (ChinMedJ, 1989; 102: 327-32; JTradChinMed, 1983; 3: 125-9).
Ομοιοπαθητική
Υπήρξαν αρκετές μελέτες που δείχνουν ότι η ομοιοπαθητική μπορεί να βοηθήσει σε αρθριτικές καταστάσεις. Σε μια μελέτη, ασθενείς με ινομυαλγία παρουσίασαν βελτίωση με τη χρήση ομοιοπαθητικών σκευασμάτων (BMJ, 1989; 299: 365-6). Σε μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη μελέτη για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της ομοιοπαθητικής στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, σε 44 ασθενείς είχαν ανατεθεί είτε ομοιοπαθητικά φάρμακα ή εικονικό φάρμακο. Σε έξι μήνες, εκείνοι που έλαβαν ομοιοπαθητικά φάρμακα είχαν καλύτερα αποτελέσματα (Scand J Rheumatol, 1991; 20: 204-8).
Σε μια άλλη διπλή-τυφλή μελέτη, 23 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα έλαβαν θεραπεία με αντιφλεγμονώδη συν ομοιοπαθητική, ενώ μια παρόμοια ομάδα 23 ατόμων έλαβε θεραπεία με αντιφλεγμονώδη συν εικονικό φάρμακο. Στην ομάδα της ομοιοπαθητικής υπήρξε μια σημαντική βελτίωση στον υποκειμενικό πόνο, την ακαμψία και την αντοχή κρατήματος, και ίσως το πιο σημαντικό, δεν παρατηρήθηκαν παρενέργειες (Br J Homeop, 1986; 75: 148-57).
Ομοιοπαθητικό παρασκεύασμα δοκιμάστηκε σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα έναντι εικονικού φαρμάκου κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 12 εβδομάδων σε μια τυχαιοποιημένη, διπλή-τυφλή, ελεγχόμενη μελέτη. Αν και οι δύο ομάδες βελτιώθηκαν, η βελτίωση ήταν εντονότερη στην ομάδα του ομοιπαθητικού σκευάσματος (Erzt Akt Rheumatol, 1991; 16: 1-9).
Υπήρξαν αρκετές μελέτες που δείχνουν ότι η ομοιοπαθητική μπορεί να βοηθήσει σε αρθριτικές καταστάσεις. Σε μια μελέτη, ασθενείς με ινομυαλγία παρουσίασαν βελτίωση με τη χρήση ομοιοπαθητικών σκευασμάτων (BMJ, 1989; 299: 365-6). Σε μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη μελέτη για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της ομοιοπαθητικής στη ρευματοειδή αρθρίτιδα, σε 44 ασθενείς είχαν ανατεθεί είτε ομοιοπαθητικά φάρμακα ή εικονικό φάρμακο. Σε έξι μήνες, εκείνοι που έλαβαν ομοιοπαθητικά φάρμακα είχαν καλύτερα αποτελέσματα (Scand J Rheumatol, 1991; 20: 204-8).
Σε μια άλλη διπλή-τυφλή μελέτη, 23 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα έλαβαν θεραπεία με αντιφλεγμονώδη συν ομοιοπαθητική, ενώ μια παρόμοια ομάδα 23 ατόμων έλαβε θεραπεία με αντιφλεγμονώδη συν εικονικό φάρμακο. Στην ομάδα της ομοιοπαθητικής υπήρξε μια σημαντική βελτίωση στον υποκειμενικό πόνο, την ακαμψία και την αντοχή κρατήματος, και ίσως το πιο σημαντικό, δεν παρατηρήθηκαν παρενέργειες (Br J Homeop, 1986; 75: 148-57).
Ομοιοπαθητικό παρασκεύασμα δοκιμάστηκε σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα έναντι εικονικού φαρμάκου κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 12 εβδομάδων σε μια τυχαιοποιημένη, διπλή-τυφλή, ελεγχόμενη μελέτη. Αν και οι δύο ομάδες βελτιώθηκαν, η βελτίωση ήταν εντονότερη στην ομάδα του ομοιπαθητικού σκευάσματος (Erzt Akt Rheumatol, 1991; 16: 1-9).
Κίνηση και άσκηση
Σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη, η γιόγκα έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματική για τη βελτίωση του πόνου, τη δύναμη, την κίνηση, την συστροφή των αρθρώσεων και τη λειτουργία των χεριών σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα (J Rheum, 1994; 21: 2341-3).
Σε μια άλλη ελεγχόμενη μελέτη για την επίδραση του Τάι Τσι, σε αντίθεση με ένα παραδοσιακό πρόγραμμα άσκησης, η ομάδα των ατόμων που εξασκούνταν στο Τάι Τσι έδειξαν μεγαλύτερο εύρος κίνησης, καλύτερη ξεκούραση και μεγαλύτερη απόλαυση των καθημερινών δραστηριοτήτων σε σχέση με τα άτομα που έκαναν κάποια συνήθη άσκηση. Τα αποτελέσματα αυτά διατηρήθηκαν για τουλάχιστον τέσσερις μήνες, όπως φαίνεται από την επανεξέταση (Am J Occup Ther, 1987; 41: 90-5). Αυτά τα αποτελέσματα είναι ενδιαφέροντα, επειδή η ανάλυση έδειξε ότι, αν και τα άτομα που έκαναν κάποια κοινή άσκηση αντί για Τάι Τσι ασκούνταν πιο συχνά, φάνηκαν να αποκτούν λιγότερο όφελος από αυτό.
Σε μια άλλη μελέτη, η αεροβική άσκηση συγκρίθηκε με τη διαχείριση άγχους και την συνήθη αγωγή για άτομα με ινομυαλγία (Scand J Rheumatol, 1996; 25: 77-86). Όσοι ασχολούνταν με την αερόβια άσκηση έδειξαν μεγαλύτερη βελτίωση στα επίπεδα του πόνου, στην ποιότητα του ύπνου και τα συναισθήματα κατάθλιψης, καθώς και στην αύξηση της ενέργειας. Οι συγγραφείς εξέφρασαν την έκπληξή τους σε αυτό το συμπέρασμα, εφόσον τα άτομα στην ομάδα που έκανε αεροβική άσκηση ήταν πιο σκεπτικοί σχετικά με την άσκηση ως μια μορφή θεραπείας. Ωστόσο, κατά την τετραετή παρακολούθηση, η ομάδα που έκανε αεροβική άσκηση ήταν πιο πιθανό να συνεχίζουν να χρησιμοποιούν την άσκηση ως μορφή θεραπείας.
Υδροθεραπεία
Ερευνητές που αξιολόγησαν τα ευεργετικά αποτελέσματα της χρήσης υδροθεραπείας κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την πρωινή δυσκαμψία, αν και αντικειμενικά μέτρα όπως το ποσοστό καθίζησης ερυθροκυττάρων δεν έδειξαν καμία βελτίωση (Ned Tijdschr Geneesk, 1992; 136: 173-6).
Τα θειώδη λουτρά και οι θεραπείες με λάσπη μεμονωμένα ή σε συνδυασμό αποδείχθηκε ότι βελτιώνουν τα συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε μια ελεγχόμενη τυχαιοποιημένη μελέτη για πάνω από δύο εβδομάδες. Οι ασθενείς είχαν σημαντική βελτίωση που διήρκησε μέχρι τρεις μήνες (Ann Rheum Dis, 1990; 49: 99-102).
Σε μια άλλη δοκιμή, αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα των αλάτων της Νεκράς Θάλασσας όταν χρησιμοποιούνται σε ζεστό μπάνιο. Σε διπλά-τυφλή μελέτη, η μία ομάδα χρησιμοποιούσε γνήσια άλατα μπάνιου από τη Νεκρά Θάλασσα, ενώ η άλλη απλό επιτραπέζιο αλάτι. Κάθε ομάδα έκανε καθημερινά λουτρά για δύο εβδομάδες. Τα άτομα της ομάδας που χρησιμοποίησε άλατα Νεκράς Θάλασσας παρουσίασαν σημαντική βελτίωση σε σχέση με την ομάδα που χρησιμοποίησε επιτραπέζιο αλάτι, και τα αποτελέσματα διήρκεσαν έως ένα μήνα μετά από το τέλος της περιόδου θεραπείας (Clin Exp Rheumatol, 1990; 8 (4): 353-7).
Δεν υπάρχει, ακόμη, καμία «θεραπεία» για την αρθρίτιδα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι πολλές εναλλακτικές μέθοδοι για την ανακούφιση των συμπτωμάτων, τόσο των σωματικών όσο και των συναισθηματικών που εμφανίζονται στην αρθρίτιδα μπορεί να είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματικές με τη συμβατική θεραπεία και ότι αυτές οι μέθοδοι υπόσχονται λιγότερες εξουθενωτικές παρενέργειες. Ίσως, όπως και με κάθε χρόνια πάθηση, ο πιο ισχυρός παράγοντας για την εξεύρεση ανακούφισης είναι η επιλογή του ατόμου για το σύστημα θεραπείας που του ταιριάζει περισσότερο.
Η συμβατική ιατρική δεν έχει ακόμη απαντήσει πειστικά στο ερώτημα του γιατί ο έλεγχος των συμπτωμάτων είναι το καλύτερο που έχει να προσφέρει στους περισσότερους ασθενείς. Ο Δρ Τζον Μάνσφιλντ έχει διαφορετική άποψη από κάποιους άλλους επαγγελματίες και δεν πιστεύει ότι η αρθρίτιδα προκαλείται από ιό, ούτε, λέει, είναι αυτοάνοση ασθένεια. Αντ’ αυτού, ο ίδιος πιστεύει ότι το σώμα αντιδρά κατά των αλλεργιογόνων και όχι εναντίον του ιδίου.
Η υπόθεση ότι η αρθρίτιδα μπορεί να συνδέεται με τροφικές αλλεργίες, το περιβάλλον ή ακόμα και τη διατροφή είναι ακόμα αμφιλεγόμενη. Και όμως, σε αυτούς τους τομείς, οι εναλλακτικοί επαγγελματίες έχουν τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην πραγματοποίηση θεραπειών.
Η αρθρίτιδα είναι μια πολυπαραγοντική νόσος, και οι αιτίες της μπορεί να διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από τον έναν ασθενή στον άλλο. Ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει διατροφικές και περιβαλλοντικές αλλαγές μαζί με μία ή περισσότερες από τις εναλλακτικές θεραπείες που περιγράφονται στο άρθρο μπορεί να έχει τη μεγαλύτερη θετική επίδραση.
Στο βιβλίο του “Arthritis: Allergy, EnvironmentandNutrition” (Αρθρίτιδα: αλλεργία, περιβάλλον και διατροφή), ο Δρ Μάνσφιλντ περιγράφει μελέτες περιπτώσεων από τη δική του πρακτική στην κλινική του στο Σάρει, όπου ειδικεύεται στην αλλεργία και τη διατροφή, καθώς και από τα αυξανόμενα αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν διατροφικές και περιβαλλοντικές συνδέσεις με την αρθρίτιδα.
Σαφώς, ορισμένοι πάσχοντες από αρθρίτιδα που έχουν απλές τροφικές αλλεργίες βοηθούνται με έναν απλό διαιτητικό χειρισμό. Εκείνοι που δεν ανταποκρίνονται σε μικρές αλλαγές μπορεί να έχουν πιο πολύπλοκες τροφικές αλλεργίες, οι οποίες περιπλέκονται ακόμη περισσότερο από εισπνεόμενα αλλεργιογόνα κατά την κατάποση χημικών ουσιών. Ο Δρ Μάνσφιλντ παραθέτει στοιχεία, τόσο από το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και τις ΗΠΑ, από ασθενείς με αρθρίτιδα που εισήλθαν σε κλινικές περιβαλλοντικού ελέγχου (εντελώς υποαλλεργικά περιβάλλοντα) και οι οποίοι, μετά από μερικές ημέρες ειδικής διατροφής και παρά την απουσία φαρμάκου, εξάλειψαν το μεγαλύτερο μέρος και μερικές φορές όλα των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας τους.
Εκείνοι που δεν ανταποκρίνονται είναι μακροχρόνια πάσχοντες των οποίων οι αρθρώσεις έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα. “Οι γιατροί μας που εργάζονται σε αυτές τις κλινικές”, συμπεραίνει, “δεν θα μπορούσαν να μην καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η αρθρίτιδα είναι μια πάθηση κατά την οποία οι τροφές και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν τεράστιο ρόλο.”
Ο Μάνσφιλντ είναι πεπεισμένος ότι «η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν χρειάζονται εισαγωγή σε μονάδα περιβαλλοντικού ελέγχου. Μπορούν συνήθως να βοηθηθούν σε μια ιδιωτική κλινική που ειδικεύεται σε αυτή την προσέγγιση. Η εκτενής λήψη ιστορικού θα αποφέρει συχνά ενδείξεις ως προς το κατά πόσον τα προβλήματα σχετίζονται με τα τρόφιμα, τα χημικά προϊόντα, εισπνεόμενα αλλεργιογόνα ή θρεπτικά συστατικά.»
Η εξέταση για διατροφικές και περιβαλλοντικές αιτίες πρέπει να γίνει στα πρώτα στάδια της νόσου, και πριν το σώμα σας έχει καταπονηθεί από χρόνια λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και ισχυρών κορτιζονούχων, καταλήγει ο Δρ Μάνσφιλντ. Δεν υπάρχει ενιαία διαιτητική συμβουλή που θα βοηθήσει όλους τους πάσχοντες από αρθρίτιδα και, ακόμη και αν ένα άτομο είναι αλλεργικό σε ορισμένα τρόφιμα, αυτό μπορεί να μην συνδέεται πάντα με επιδείνωση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας (Clin Exp Rheum, 1995; 13: 167-72).
Δυστυχώς, επειδή η συμβατική ιατρική ως επί το πλείστον αγνοεί τυχόν δεσμούς μεταξύ διατροφής και αρθρίτιδας, η έρευνα έχει περιοριστεί κυρίως σε μικρές μελέτες και στο έργο αφοσιωμένων επαγγελματιών, όπως ο Δρ Μάνσφιλντ. Παρά το γεγονός ότι το θέμα αυτό εξακολουθεί να συζητείται από πολλούς γιατρούς και ερευνητές, έχει γίνει γνωστό εδώ και αρκετό καιρό ότι η αλλαγή της διατροφής μπορεί να βοηθήσει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας (Lancet, 1986; I: 236-8).
Ερευνητές που αξιολόγησαν τα ευεργετικά αποτελέσματα της χρήσης υδροθεραπείας κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την πρωινή δυσκαμψία, αν και αντικειμενικά μέτρα όπως το ποσοστό καθίζησης ερυθροκυττάρων δεν έδειξαν καμία βελτίωση (Ned Tijdschr Geneesk, 1992; 136: 173-6).
Τα θειώδη λουτρά και οι θεραπείες με λάσπη μεμονωμένα ή σε συνδυασμό αποδείχθηκε ότι βελτιώνουν τα συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε μια ελεγχόμενη τυχαιοποιημένη μελέτη για πάνω από δύο εβδομάδες. Οι ασθενείς είχαν σημαντική βελτίωση που διήρκησε μέχρι τρεις μήνες (Ann Rheum Dis, 1990; 49: 99-102).
Σε μια άλλη δοκιμή, αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα των αλάτων της Νεκράς Θάλασσας όταν χρησιμοποιούνται σε ζεστό μπάνιο. Σε διπλά-τυφλή μελέτη, η μία ομάδα χρησιμοποιούσε γνήσια άλατα μπάνιου από τη Νεκρά Θάλασσα, ενώ η άλλη απλό επιτραπέζιο αλάτι. Κάθε ομάδα έκανε καθημερινά λουτρά για δύο εβδομάδες. Τα άτομα της ομάδας που χρησιμοποίησε άλατα Νεκράς Θάλασσας παρουσίασαν σημαντική βελτίωση σε σχέση με την ομάδα που χρησιμοποίησε επιτραπέζιο αλάτι, και τα αποτελέσματα διήρκεσαν έως ένα μήνα μετά από το τέλος της περιόδου θεραπείας (Clin Exp Rheumatol, 1990; 8 (4): 353-7).
Δεν υπάρχει, ακόμη, καμία «θεραπεία» για την αρθρίτιδα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι πολλές εναλλακτικές μέθοδοι για την ανακούφιση των συμπτωμάτων, τόσο των σωματικών όσο και των συναισθηματικών που εμφανίζονται στην αρθρίτιδα μπορεί να είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματικές με τη συμβατική θεραπεία και ότι αυτές οι μέθοδοι υπόσχονται λιγότερες εξουθενωτικές παρενέργειες. Ίσως, όπως και με κάθε χρόνια πάθηση, ο πιο ισχυρός παράγοντας για την εξεύρεση ανακούφισης είναι η επιλογή του ατόμου για το σύστημα θεραπείας που του ταιριάζει περισσότερο.
Η συμβατική ιατρική δεν έχει ακόμη απαντήσει πειστικά στο ερώτημα του γιατί ο έλεγχος των συμπτωμάτων είναι το καλύτερο που έχει να προσφέρει στους περισσότερους ασθενείς. Ο Δρ Τζον Μάνσφιλντ έχει διαφορετική άποψη από κάποιους άλλους επαγγελματίες και δεν πιστεύει ότι η αρθρίτιδα προκαλείται από ιό, ούτε, λέει, είναι αυτοάνοση ασθένεια. Αντ’ αυτού, ο ίδιος πιστεύει ότι το σώμα αντιδρά κατά των αλλεργιογόνων και όχι εναντίον του ιδίου.
Η υπόθεση ότι η αρθρίτιδα μπορεί να συνδέεται με τροφικές αλλεργίες, το περιβάλλον ή ακόμα και τη διατροφή είναι ακόμα αμφιλεγόμενη. Και όμως, σε αυτούς τους τομείς, οι εναλλακτικοί επαγγελματίες έχουν τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην πραγματοποίηση θεραπειών.
Η αρθρίτιδα είναι μια πολυπαραγοντική νόσος, και οι αιτίες της μπορεί να διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από τον έναν ασθενή στον άλλο. Ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει διατροφικές και περιβαλλοντικές αλλαγές μαζί με μία ή περισσότερες από τις εναλλακτικές θεραπείες που περιγράφονται στο άρθρο μπορεί να έχει τη μεγαλύτερη θετική επίδραση.
Στο βιβλίο του “Arthritis: Allergy, EnvironmentandNutrition” (Αρθρίτιδα: αλλεργία, περιβάλλον και διατροφή), ο Δρ Μάνσφιλντ περιγράφει μελέτες περιπτώσεων από τη δική του πρακτική στην κλινική του στο Σάρει, όπου ειδικεύεται στην αλλεργία και τη διατροφή, καθώς και από τα αυξανόμενα αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν διατροφικές και περιβαλλοντικές συνδέσεις με την αρθρίτιδα.
Σαφώς, ορισμένοι πάσχοντες από αρθρίτιδα που έχουν απλές τροφικές αλλεργίες βοηθούνται με έναν απλό διαιτητικό χειρισμό. Εκείνοι που δεν ανταποκρίνονται σε μικρές αλλαγές μπορεί να έχουν πιο πολύπλοκες τροφικές αλλεργίες, οι οποίες περιπλέκονται ακόμη περισσότερο από εισπνεόμενα αλλεργιογόνα κατά την κατάποση χημικών ουσιών. Ο Δρ Μάνσφιλντ παραθέτει στοιχεία, τόσο από το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και τις ΗΠΑ, από ασθενείς με αρθρίτιδα που εισήλθαν σε κλινικές περιβαλλοντικού ελέγχου (εντελώς υποαλλεργικά περιβάλλοντα) και οι οποίοι, μετά από μερικές ημέρες ειδικής διατροφής και παρά την απουσία φαρμάκου, εξάλειψαν το μεγαλύτερο μέρος και μερικές φορές όλα των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας τους.
Εκείνοι που δεν ανταποκρίνονται είναι μακροχρόνια πάσχοντες των οποίων οι αρθρώσεις έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα. “Οι γιατροί μας που εργάζονται σε αυτές τις κλινικές”, συμπεραίνει, “δεν θα μπορούσαν να μην καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι η αρθρίτιδα είναι μια πάθηση κατά την οποία οι τροφές και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες παίζουν τεράστιο ρόλο.”
Ο Μάνσφιλντ είναι πεπεισμένος ότι «η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν χρειάζονται εισαγωγή σε μονάδα περιβαλλοντικού ελέγχου. Μπορούν συνήθως να βοηθηθούν σε μια ιδιωτική κλινική που ειδικεύεται σε αυτή την προσέγγιση. Η εκτενής λήψη ιστορικού θα αποφέρει συχνά ενδείξεις ως προς το κατά πόσον τα προβλήματα σχετίζονται με τα τρόφιμα, τα χημικά προϊόντα, εισπνεόμενα αλλεργιογόνα ή θρεπτικά συστατικά.»
Η εξέταση για διατροφικές και περιβαλλοντικές αιτίες πρέπει να γίνει στα πρώτα στάδια της νόσου, και πριν το σώμα σας έχει καταπονηθεί από χρόνια λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και ισχυρών κορτιζονούχων, καταλήγει ο Δρ Μάνσφιλντ. Δεν υπάρχει ενιαία διαιτητική συμβουλή που θα βοηθήσει όλους τους πάσχοντες από αρθρίτιδα και, ακόμη και αν ένα άτομο είναι αλλεργικό σε ορισμένα τρόφιμα, αυτό μπορεί να μην συνδέεται πάντα με επιδείνωση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας (Clin Exp Rheum, 1995; 13: 167-72).
Δυστυχώς, επειδή η συμβατική ιατρική ως επί το πλείστον αγνοεί τυχόν δεσμούς μεταξύ διατροφής και αρθρίτιδας, η έρευνα έχει περιοριστεί κυρίως σε μικρές μελέτες και στο έργο αφοσιωμένων επαγγελματιών, όπως ο Δρ Μάνσφιλντ. Παρά το γεγονός ότι το θέμα αυτό εξακολουθεί να συζητείται από πολλούς γιατρούς και ερευνητές, έχει γίνει γνωστό εδώ και αρκετό καιρό ότι η αλλαγή της διατροφής μπορεί να βοηθήσει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας (Lancet, 1986; I: 236-8).
Νηστεία και αλλαγές στη διατροφή
Ο Δρ Τζενς Κνέλντσεν-Κραγχ και οι συνάδελφοί του, όπως το Πανεπιστήμιο του Όσλο άνοιξαν τον δρόμο με μερικές εξαιρετικές μελέτες για την αρθρίτιδα και τη διατροφή. Ανακάλυψαν ότι μπορεί να υπάρχουν οφέλη από μια σύντομη νηστεία που ακολουθείται από διατροφικές αλλαγές (Lancet, 1991; 338: 899-902; Scand J Rheumatol, 1.995; 24: 85 έως 93).
Όπως όλες οι «θεραπείες», η πίστη του ασθενούς σε ένα σύστημα διαιτητικής αλλαγής μπορεί να επηρεάσει την επιτυχία του και το πόσο καλά θα τηρήσει το πρόγραμμα (Br J Rheumatol, 1994; 33: 569 – 75). Σε μια μελέτη διάρκειας δύο ετών, σημειώθηκε κλινική βελτίωση σε πάσχοντες από ρευματοειδή αρθρίτιδα, αφού νήστεψαν και στη συνέχεια ξεκίνησαν μια προσαρμοσμένη εξατομικευμένη χορτοφαγική διατροφή για ένα χρόνο. Η εξέταση ένα έτος μετά την μελέτη έδειξε ότι τα οφέλη παρέμειναν για όσους είχαν τηρήσει την χορτοφαγική διατροφή (Clin Rheumatol, 1994; 13: 475-82).
Εξάλειψη αλλεργιογόνων
Τα πιο κοινά αλλεργιογόνα είναι τα γαλακτοκομικά, η σόγια, το σιτάρι και η οικογένεια των Σολανιδών (πατάτες, πιπεριές, τομάτες και καπνός). Σε μια μελέτη σε 5000 ασθενείς με αρθρίτιδα, το 70 τοις εκατό ανέφερε σταδιακά αυξανόμενη ανακούφιση μετά την κατάργηση των τροφών που ανήκουν στα Σολανοειδή (JIntAcadPrevMed, NovemberΜία από τις μεγαλύτερες διατροφικές δοκιμές όλων των εποχών πραγματοποιήθηκε σε τρεις μονάδες ελέγχου περιβάλλοντος στις ΗΠΑ.
Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε νηστεία μόνο με νερό για έξι ημέρες, στο τέλος της οποίας αναφέρθηκαν βελτιώσεις στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων. Η δεύτερη έδειξε ότι οι ασθενείς αντιδρούσαν πιο συχνά στο σιτάρι, το καλαμπόκι και τις ζωικές πρωτεΐνες από ό,τι στα φρούτα ή τα λαχανικά. Η τρίτη αποκάλυψε αρχικά εισάγοντας βιολογικές τροφές και στη συνέχεια εμπορικά παρασκευασμένα τρόφιμα ότι η χημική ευαισθησία επίσης συνδέεται με αρθριτικά συμπτώματα (J Clin Ecol, ΙΙ: 137 με 45; J Clin Ecol, ΙΙ: 181 – 9).
Αύξηση των βιταμινών Β
Τόσο η Β5 (παντοθενικό οξύ) όσο και η Β3 (νιασιναμίδη) έχει αποδειχθεί ότι είναι ευεργετικές σε δόσεις των 25mg. Θα πρέπει να ληφθούν ως μέρος ενός ισορροπημένου συμπληρώματος του συμπλέγματος των βιταμινών Β και δεν πρέπει να λαμβάνονται το βράδυ. Η νιασιναμίδη έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τη φλεγμονή και αυξάνει την ελαστικότητα των αρθρώσεων, και μπορεί να βοηθήσει τους πάσχοντες να μειώσουν το ποσό των αντιφλεγμονωδών φαρμάκων που λαμβάνουν (Imflam Res, 1996; 45: 330-4). Επιπλέον, για όσους που παίρνουν μεθοτρεξάτη, τα συμπληρώματα φυλλικού οξέος έχουν δειχθεί ότι μειώνουν την τοξικότητα του ισχυρού φαρμάκου (Arth Rheum, 1990; 33: 9 με 18).
Λιπαρά οξέα για υγιείς αρθρώσεις
Τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της πρωινής δυσκαμψίας (J Rheumatol, 1992; 19: 1531-6), όπως και μια διατροφή που είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λίπη και φτωχή σε κορεσμένα λίπη (Lancet, 1985; I: 184-7). Το γ-λινολενικό οξύ (GLA) και το άλφα-λινολενικό οξύ (ALA), μπορεί να βοηθήσουν στην ανακούφιση της φλεγμονής σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα (Br J Rheumatol, 1994; 33: 847 – 52). Αλλά το πρόβλημα είναι ότι οι πάσχοντες θα πρέπει να λαμβάνουν αρκετά μεγάλες ποσότητες την ημέρα.
Άλλα θρεπτικά συστατικά
Το σελήνιο με A, C, E, απέτυχε να δείξει σημαντική αποτελεσματικότητα έναντι του εικονικού φαρμάκου σε τρεις ή έξι μήνες σε μια δοκιμή (Br J Rheumatol, 1990; 29: 211-3). Παρ’ όλα αυτά, κάποια ερευνητικά ινστιτούτα διατροφής συνιστούν ότι οι πάσχοντες από αρθρίτιδα θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο λήψης σεληνίου σε συνδυασμό με αντιοξειδωτικές βιταμίνες C και Ε. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι ημερήσιες δόσεις της βιταμίνης C μπορεί να είναι της τάξης των 3.000mg και 400IU βιταμίνης Ε και 200mcg σεληνίου θα μπορούσαν επίσης να ληφθούν κάθε ημέρα για το βέλτιστο αποτέλεσμα.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό HOLISTIC LIFE
Πηγή: http://www.newsitamea.gr
Ο Δρ Τζενς Κνέλντσεν-Κραγχ και οι συνάδελφοί του, όπως το Πανεπιστήμιο του Όσλο άνοιξαν τον δρόμο με μερικές εξαιρετικές μελέτες για την αρθρίτιδα και τη διατροφή. Ανακάλυψαν ότι μπορεί να υπάρχουν οφέλη από μια σύντομη νηστεία που ακολουθείται από διατροφικές αλλαγές (Lancet, 1991; 338: 899-902; Scand J Rheumatol, 1.995; 24: 85 έως 93).
Όπως όλες οι «θεραπείες», η πίστη του ασθενούς σε ένα σύστημα διαιτητικής αλλαγής μπορεί να επηρεάσει την επιτυχία του και το πόσο καλά θα τηρήσει το πρόγραμμα (Br J Rheumatol, 1994; 33: 569 – 75). Σε μια μελέτη διάρκειας δύο ετών, σημειώθηκε κλινική βελτίωση σε πάσχοντες από ρευματοειδή αρθρίτιδα, αφού νήστεψαν και στη συνέχεια ξεκίνησαν μια προσαρμοσμένη εξατομικευμένη χορτοφαγική διατροφή για ένα χρόνο. Η εξέταση ένα έτος μετά την μελέτη έδειξε ότι τα οφέλη παρέμειναν για όσους είχαν τηρήσει την χορτοφαγική διατροφή (Clin Rheumatol, 1994; 13: 475-82).
Εξάλειψη αλλεργιογόνων
Τα πιο κοινά αλλεργιογόνα είναι τα γαλακτοκομικά, η σόγια, το σιτάρι και η οικογένεια των Σολανιδών (πατάτες, πιπεριές, τομάτες και καπνός). Σε μια μελέτη σε 5000 ασθενείς με αρθρίτιδα, το 70 τοις εκατό ανέφερε σταδιακά αυξανόμενη ανακούφιση μετά την κατάργηση των τροφών που ανήκουν στα Σολανοειδή (JIntAcadPrevMed, NovemberΜία από τις μεγαλύτερες διατροφικές δοκιμές όλων των εποχών πραγματοποιήθηκε σε τρεις μονάδες ελέγχου περιβάλλοντος στις ΗΠΑ.
Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε νηστεία μόνο με νερό για έξι ημέρες, στο τέλος της οποίας αναφέρθηκαν βελτιώσεις στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων. Η δεύτερη έδειξε ότι οι ασθενείς αντιδρούσαν πιο συχνά στο σιτάρι, το καλαμπόκι και τις ζωικές πρωτεΐνες από ό,τι στα φρούτα ή τα λαχανικά. Η τρίτη αποκάλυψε αρχικά εισάγοντας βιολογικές τροφές και στη συνέχεια εμπορικά παρασκευασμένα τρόφιμα ότι η χημική ευαισθησία επίσης συνδέεται με αρθριτικά συμπτώματα (J Clin Ecol, ΙΙ: 137 με 45; J Clin Ecol, ΙΙ: 181 – 9).
Αύξηση των βιταμινών Β
Τόσο η Β5 (παντοθενικό οξύ) όσο και η Β3 (νιασιναμίδη) έχει αποδειχθεί ότι είναι ευεργετικές σε δόσεις των 25mg. Θα πρέπει να ληφθούν ως μέρος ενός ισορροπημένου συμπληρώματος του συμπλέγματος των βιταμινών Β και δεν πρέπει να λαμβάνονται το βράδυ. Η νιασιναμίδη έχει αποδειχθεί ότι μειώνει τη φλεγμονή και αυξάνει την ελαστικότητα των αρθρώσεων, και μπορεί να βοηθήσει τους πάσχοντες να μειώσουν το ποσό των αντιφλεγμονωδών φαρμάκων που λαμβάνουν (Imflam Res, 1996; 45: 330-4). Επιπλέον, για όσους που παίρνουν μεθοτρεξάτη, τα συμπληρώματα φυλλικού οξέος έχουν δειχθεί ότι μειώνουν την τοξικότητα του ισχυρού φαρμάκου (Arth Rheum, 1990; 33: 9 με 18).
Λιπαρά οξέα για υγιείς αρθρώσεις
Τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της πρωινής δυσκαμψίας (J Rheumatol, 1992; 19: 1531-6), όπως και μια διατροφή που είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λίπη και φτωχή σε κορεσμένα λίπη (Lancet, 1985; I: 184-7). Το γ-λινολενικό οξύ (GLA) και το άλφα-λινολενικό οξύ (ALA), μπορεί να βοηθήσουν στην ανακούφιση της φλεγμονής σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα (Br J Rheumatol, 1994; 33: 847 – 52). Αλλά το πρόβλημα είναι ότι οι πάσχοντες θα πρέπει να λαμβάνουν αρκετά μεγάλες ποσότητες την ημέρα.
Άλλα θρεπτικά συστατικά
Το σελήνιο με A, C, E, απέτυχε να δείξει σημαντική αποτελεσματικότητα έναντι του εικονικού φαρμάκου σε τρεις ή έξι μήνες σε μια δοκιμή (Br J Rheumatol, 1990; 29: 211-3). Παρ’ όλα αυτά, κάποια ερευνητικά ινστιτούτα διατροφής συνιστούν ότι οι πάσχοντες από αρθρίτιδα θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο λήψης σεληνίου σε συνδυασμό με αντιοξειδωτικές βιταμίνες C και Ε. Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι ημερήσιες δόσεις της βιταμίνης C μπορεί να είναι της τάξης των 3.000mg και 400IU βιταμίνης Ε και 200mcg σεληνίου θα μπορούσαν επίσης να ληφθούν κάθε ημέρα για το βέλτιστο αποτέλεσμα.
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό HOLISTIC LIFE
Πηγή: http://www.newsitamea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.