Ο καπιταλισμός είναι πλέον το συντριπτικά κυρίαρχο οικονομικό σύστημα παγκοσμίως. Μπορεί η Κίνα να μην τον αποδέχεται επισήμως, στην πράξη όμως το σύστημά της λειτουργεί με βάση τους δικούς του θεμελιώδεις κανόνες. Όσοι δε σπεύσουν να αντιτείνουν ότι αυτό είναι λάθος, καθώς στην Κίνα δεν ισχύει το δόγμα του «laissez-faire», καλό είναι να το ξανασκεφτούν – άλλωστε, σε μεγάλο βαθμό δεν ισχύει ούτε στις παραδοσιακές μητροπόλεις του καπιταλισμού, στη Δύση.
Σε κάθε περίπτωση, η εμφάνιση του Sars-CoV-2 και οι συνέπειές του θέτουν τρία ουσιώδη ερωτήματα σε σχέση με τον καπιταλισμό: Είναι ή όχι υπεύθυνος και αν ναι σε ποιο βαθμό, για την πρωτόγνωρη υγειονομική απειλή που βιώσαμε και βιώνουμε; Συνέβαλε στην ταχύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της κρίσης ή μήπως επιδείνωσε την κατάσταση; Και τέλος, ποιο θα είναι το μέλλον του όταν κλείσει ο κύκλος της πανδημίας;
Εκμετάλλευση και κόκκινες γραμμές
Όσον αφορά στο πρώτο ερώτημα, η συζήτηση που διεξάγεται ήδη είναι μεγάλη και έντονη, με τους ειδικούς να μην έχουν καταλήξει όσον αφορά στα αίτια και το Πεκίνο να μην συναινεί στη διεξαγωγή δεύτερης έρευνας.
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί συμφωνούν ήδη με το εξής: Η εντεινόμενη εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος και η συνεχιζόμενη παραβίαση των «κόκκινων γραμμών» του, σε συνδυασμό με τα οικιστικά πρότυπα και τις εμφανείς ανεπάρκειες των δημόσιων συστημάτων υγείας, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση του νέου ιού, τη μορφή του και την εξέλιξή του σε πανδημία.
Στο δεύτερο ερώτημα, οι υπέρμαχοι του καπιταλισμού είναι κατηγορηματικοί και δεν δέχονται δεύτερη κουβέντα. «Ο καπιταλισμός είναι αυτός που θα νικήσει την Covid», έγραφε χαρακτηριστικά τον Μάρτιο άρθρο που δημοσιεύτηκε στην Wall Street Journal, τονίζοντας ανάμεσα στα άλλα ότι «η επανάσταση των εμβολίων δεν έγινε από μόνη της και είναι αποτέλεσμα αρκετών δεκαετιών σχεδιασμού και επενδύσεων», από την πλευρά των μεγάλων επιχειρήσεων της φαρμακοβιομηχανίας.
Ζήτω ο καπιταλισμός και η απληστία!
Πιο ωμός, όπως άλλωστε συνηθίζει, ήταν ο Μπόρις Τζόνσον όταν είχε κληθεί να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα. Σύμφωνα με τον Βρετανό πρωθυπουργό, λοιπόν, η επιτυχία του Ηνωμένου Βασιλείου στο ζήτημα των εμβολιασμών οφείλεται κυρίως σε δύο πράγματα: «Τον καπιταλισμό και την απληστία φίλοι μου», όπως φέρεται να είπε απευθυνόμενος σε βουλευτές των Τόρις.
Το τι εννοεί φυσικά ο Τζόνσον μπορεί κανείς να το διαπιστώσει στο γεγονός ότι η κυβέρνησή του έκανε τα πάντα προκειμένου να διασφαλίσει επαρκείς δόσεις εμβολίων (κυρίως της AstraZeneca), γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τόσο τις ανάγκες άλλων χωρών όσο και τα συμβόλαια που είχαν υπογράψει με τη συγκεκριμένη εταιρεία – κάτι που, ως γνωστόν, ισχύει και για την ΕΕ.
Δεν είναι λίγοι, προφανώς, αυτοί που δεν θα συμφωνήσουν ούτε με την WSJ ούτε με τον Τζόνσον. Ειδικά τώρα, που έχει μεσολαβήσει αρκετά μεγάλο διάστημα και οι πάντες έχουν εμπειρία από τη διαχείριση της κατάστασης – από την πρώτη φάση, με τις απίστευτες κόντρες για τις μάσκες και τους αναπνευστήρες, μέχρι σήμερα που στο επίκεντρο βρίσκονται τα εμβόλια.
Κι αν ήταν αλλιώς;
Όλοι αυτοί, λοιπόν, μπορούν δικαίως να αναρωτηθούν. Ο σχεδιασμός και οι επενδύσεις, για παράδειγμα, που επικαλείται το άρθρο στην εφημερίδα, δεν θα μπορούσαν να είναι εξίσου ή και περισσότερο αποτελεσματικός εάν γινόταν από έναν κρατικό ή κρατικά ελεγχόμενο φορέα;
Η ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, επίσης, δεν θα μεγάλωναν εάν η μία εταιρεία δεν προσπαθούσε να… βγάλει τα μάτια της άλλης και να την προλάβει; Εάν, δηλαδή, σε αυτή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης ένωναν τις δυνάμεις τους για το καλό της δημόσιας υγείας και της ανθρωπότητας, παράγοντας ένα προϊόν ασφαλές και προσιτό για όλους;
Όσο για την απληστία την οποία επικαλέστηκε ο Τζόνσον και είναι ίδιον του καπιταλισμού, τουλάχιστον στην αγγλοσαξονική του εκδοχή την οποία ο ίδιος εκπροσωπεί: Αλήθεια, εάν αυτή δεν υπήρχε και οι πλούσιες χώρες δεν άφηναν στη μοίρα τους τις φτωχές, μήπως θα υπήρχαν περισσότερες πιθανότητες ο ιός να μην βρίσκει τόσο εύφορο έδαφος για να μεταλλάσσεται και να «τρυπά» τα τείχη που χτίζουν τα εμβόλια και τα περιοριστικά μέτρα;
Και τώρα φτάνουμε στο τρίτο από τα ερωτήματα αναφορικά με τον καπιταλισμό, που έχει να κάνει με το μέλλον του. Αυτό που ενδεχομένως και να είναι το πιο σημαντικό, μιας και για τα προηγούμενα δύο, θα μπορούσε κανείς να πει ότι «ο γέγονε, γέγονε».
«Αποδεικνύεται ότι ο καπιταλισμός είναι ζωντανός και σε πολύ καλή κατάσταση. Κάνουμε σοβαρή πρόοδο στην προσπάθεια να διασφαλίσουμε ότι θα λειτουργεί με τον τρόπο που υποτίθεται πως πρέπει να λειτουργεί, για το καλό του αμερικανικού λαού», είπε στις 19 Ιουλίου ο Τζο Μπάιντεν, γεμάτος αισιοδοξία για την επόμενη ημέρα. Πρόσθεσε δε ότι «φέραμε την οικονομία μας πίσω από το χείλος του γκρεμού. Σχεδιάσαμε την στρατηγική μας όχι απλώς για να προσφέρουμε μια προσωρινή ενίσχυση, αλλά για να θέσουμε τις βάσεις προκειμένου να επιτευχθεί ένα μακροπρόθεσμο άλμα στο οποίο θα είναι συμμέτοχοι όλοι».
Χάγιεκ, Κέινς και Μαρξ
Από την πλευρά του, σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στον Guardian την Παρασκευή, ο υπεύθυνος του οικονομικού τμήματος της εφημερίδας, Λάρι Έλιοτ, δίνει τη δική του εκδοχή: «Στη διάρκεια της πανδημίας, εμφανίστηκε μια νέα παραλλαγή του καπιταλισμού».
Όπως τονίζει, «το κράτος είναι τώρα ένας πολύ πιο ισχυρός παίκτης στην οικονομία, σε σύγκριση με ό,τι πριν την πανδημία, προς απογοήτευση των δεξαμενών σκέψης της ελεύθερης αγοράς, οι οποίες φιλοξενούν τους μαθητές του Χάγιεκ».
Ο ίδιος προσπαθεί να εξηγήσει τι εννοεί: «Τα συστατικά του νέου στελέχους του καπιταλισμού είναι ήδη εδώ. Οι κυβερνήσεις θα φορολογήσουν και θα δαπανήσουν περισσότερο, ενώ θα χρησιμοποιήσουν τη ρυθμιστική τους ισχύ για να αποδυναμώσουν τα μονοπώλια. Θα υπάρξει, επίσης, επιλεκτική χρήση της εθνικοποίησης».
Και συνεχίζει: «Οι κυβερνήσεις θα δανειστούν χρήματα για να επενδύσουν σε έργα υποδομής και να αυξήσουν τις δαπάνες για την επιστήμη. Οι βιομηχανικές και περιφερειακές πολιτικές θα τεθούν πάλι σε λειτουργία. Η κεντρική ιδέα είναι να συνδυαστεί η ισχύς του κράτους με τον δυναμισμό του ιδιωτικού τομέα και, όπως ακριβώς συνέβη με τον Κέινς, να σωθεί ο καπιταλισμός από τον εαυτό του».
Στο σημείο αυτό, βεβαίως, θα μπορούσε κανείς να μπει στον πειρασμό και να ανατρέξει, μειδιώντας, στη ρήση του Μαρξ ότι «οι καπιταλιστές είναι ικανοί να πουλήσουν στους προλετάριους ακόμη και το σκοινί με το οποίο θα τους κρεμάσουν». Να τη συνδέσει με την απληστία στην οποία αναφερθήκαμε πριν και στην προσπάθεια του Μπάιντεν και ορισμένων άλλων ηγετών να την ελέγξουν, έτσι ώστε να μην κινδυνεύσει ο ίδιος ο καπιταλισμός από αυτήν.
Όταν μιλά η ζωή…
Η ουσία, ωστόσο, βρίσκεται αλλού, όσον αφορά στη συζήτηση για την επόμενη ημέρα. Και μπορεί να αποτυπωθεί στην εξής εύλογη απορία: Όταν, στη διάρκεια της πανδημίας, η περιουσία και ο αριθμός των μεγιστάνων του πλούτου αυξήθηκε περαιτέρω και το χάσμα με τους φτωχούς μεγάλωσε και άλλο, είναι άραγε ρεαλιστική η προσδοκία ότι με την επιστροφή στην κανονικότητα, η τάση αυτή θα αναστραφεί;
Δεν χωράει αμφιβολία, φυσικά, ότι το κράτος επιστρατεύτηκε για να σβήσει την πυρκαγιά που άναψε, πήρε στις πλάτες του την αντιμετώπιση της κρίσης και εμφανίζεται να παίζει αναβαθμισμένο ρόλο σε όλα τα επίπεδα. Αυτό, όμως, δεν οδηγεί αναγκαστικά σε αλλαγή του μοντέλου και σε ένα διαφορετικό «στέλεχος» καπιταλισμού – έστω κι αν αυτός έχει αποδείξει ότι έχει μοναδική ικανότητα να προσαρμόζεται στα εκάστοτε δεδομένα.
Και στοίχημα: Όταν ολοκληρωθεί η αναγκαία ενίσχυση των υποδομών και το σύστημα αισθανθεί ότι στέκεται ξανά στα πόδια του, τότε θα κάνει την εμφάνισή της μια νέα «Σχολή του Σικάγο». Κάπως έτσι, η ιστορία θα επαναληφθεί – ως φάρσα ή ως τραγωδία;
Πηγή: https://www.ot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.