Ανοίγεις και κλείνεις τους κύκλους της ζωής, μα το ίδιο κενό μένει να συντροφεύει. Για λίγο ξαποσταίνεις, για λίγο συντροφεύεσαι όπως ζητάς, μα πάλι πιστή σαν Πηνελόπη κολλάς με τον δικό σου Οδυσσέα. Αυτόν τον θυμό που καίει τα σωθικά και σου θυμίζει την απογοήτευση που κέρασαν οι άνθρωποι. Κι εσύ επιμένεις να πίνεις το πικρό κρασί του, αντί να το αφήσεις στο κελάρι να μεστώσει.
Απ’ το λαιμό σε έχει πιάσει και δεν σ’ αφήνει να δεις με άλλο μάτι ότι έχει συμβεί. Μια και δυο, επαναλαμβάνεις το ίδιο σενάριο, ξεχνώντας πως γεννήθηκες πρωταγωνιστής και όχι κομπάρσος. Τι κι αν τα μέσα σου το ξέρουν, τι κι αν κάποιοι στο καθρεπτίσουν, εσύ εξακολουθείς ακόμα κολλημένος μαζί του. Σαν μια τσίχλα πολυμασημένη, αηδιαστική, που κόλλησε στα παπούτσια σου και δεν μπορείς να τη βγάλεις.
«Εσύ κι εγώ είμαστε ένα», σου φωνάζει ο θυμός σου. Κι όσο σου φωνάζει, άλλο τόσο θες με μανία να τον ξεριζώσεις. Μα γυρεύεις λευτεριά και κάθαρση, γυρεύεις άνεμο που παίρνει μακριά τις αντάρες και φέρνει ανθίσματα ανάσας. Γυρεύεις βάθος στην επαφή και λύτρωση στο χάδι.
Να γεννηθείς απ’ τις στάχτες σου, να νιώσεις λεύτερος απ’ τα δεσμά που σου δέσαν τα χέρια και τα πόδια. Και πες μου τώρα, εσύ Οδυσσέα, που καμώνεσαι για έξυπνος, πώς μπορείς να με κρατήσεις δέσμια με δυο σχοινιά ανεπαίσθητα που λογαριάζεις για αλυσίδες;
Αφού όλα τα έφτιαξε το μυαλό μου, αυτό και θα τα λύσει. Άλλα παπούτσια θα φορέσω, ψηλά τακούνια κι αγέρωχη θα περπατώ για τις κορφές εντός μου. Τα δυο φτερά που κάρφωσες στην πλάτη μου, κοίτα πώς θα τ’ ανοίξω. Μακριά σου κοίτα πώς είμαι έτοιμη να υπάρξω, χωρίς ψεύτικα δεσμά και υποσχέσεις χιλιοειπωμένες.
Τώρα ή ποτέ! Φωτιά που καθαρίζει χωρίς να κατακαίει. Άνεμος ούριος που ανοίγει τα φτερά μου. Γη εύφορη και γόνιμη που διψά για το σποράκι. Κοίτα με τώρα και καμάρωσε το έργο σου Οδυσσέα. Μόνο στην ελευθερία γεννιέται και ζει ο άνθρωπος, εκεί και θα πεθάνει.
Μέριασε από μπροστά μου να περάσω. Έχω δυο φτερά να κουβαλήσω, μια ελεύθερη ζωή να ζήσω και μια στιγμή για να το αποφασίσω. Όταν σημάνει η κάθαρση, σημαίνει και το τέλος. Μα κάθε τέλος είναι μια αρχή.
Αντίο Οδυσσέα. Μην μπεις στον κόπο να με ψάξεις. Γιατί και να το θες πολύ, δεν θα με βρεις. Τους “τρελούς” αυτού του κόσμου, ο Θεός τους γέννησε λεύτερους. Κι έτσι θα πορευτούν.
Η γραφή είναι ένας μοναδικός τρόπος έκφρασης και ζωής. Κάτι σαν οξυγόνο. Όλα εκεί βρίσκονται σε κίνηση. Στην ησυχία που νεκρώνει τις εξωτερικές αισθήσεις και εγείρει τις εσωτερικές κινήσεις. Ένας άχρονος τόπος να κατοικείς, να αναπνέεις, να συναντάς και να συναντιέσαι.
Πηγή: https://lovenmore.gr
.jpg)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.