«Δεν υπάρχει χρόνος της σαγήνης ούτε χρόνος για σαγήνη, όμως η σαγήνη έχει το ρυθμό της, χωρίς τον οποίο δεν συμβαίνει. Δεν επιμερίζεται όπως μία οργανική στρατηγική, η οποία εκτυλίσσεται ακολουθώντας ενδιάμεσες φάσεις. Επενεργεί στιγμιαία, με μία και μόνη κίνηση, και αποτελεί πάντοτε αυτοσκοπό για την ίδια.
Δεν υπάρχει διακοπή στον κύκλο της σαγήνης. Μπορούμε να σαγηνεύσουμε τούτη εδώ για να σαγηνεύσουμε την άλλη. Αλλά και να σαγηνεύσουμε για να βαυκαλιστούμε. Είναι δυσδιάκριτη η αυταπάτη που οδηγεί από το ένα στο άλλο. Τι είναι εντέλει σαγηνευτικό, να σαγηνεύεις ή να σαγηνεύεσαι; Το να σαγηνεύεσαι όμως είναι σαφώς ο καλύτερος τρόπος να σαγηνεύεις. Είναι μία στροφή δίχως τέλος. Όπως ακριβώς δεν υπάρχει ενεργητικό ή παθητικό στη σαγήνη, έτσι δεν υπάρχει υποκείμενο ή αντικείμενο, ούτε εσωτερικό ή εξωτερικό: παίζει και στις δύο πλευρές και δεν τα χωρίζει κανένα όριο. Όποιος δεν έχει σαγηνευτεί δεν μπορεί να σαγηνεύσει τους άλλους.
Επειδή η σαγήνη δεν σταματά ποτέ στην αλήθεια των σημείων, αλλά στην πλάνη και στο μυστικό, εγκαινιάζει έναν τρόπο διακίνησης επίσης μυστικό και τελετουργικό, ένα είδος άμεσης μύησης που υπακούει μόνο στον δικό του κανόνα του παιχνιδιού.
Το να σαγηνεύεσαι σημαίνει να εκτρέπεσαι από την αλήθεια σου. Το να σαγηνεύεις σημαίνει να εκτρέπεις τον άλλο από την αλήθεια του. Η αλήθεια αυτή αποτελεί εφεξής ένα μυστικό που ξεγλιστρά από αυτήν (Βενσάν Ντεκόμπ).
Η σαγήνη είναι αυθωρεί αντιστρέψιμη και η αντιστρεψιμότητά της είναι φτιαγμένη από την πρόκληση που συνεπάγεται και το μυστικό όπου κατακρημνίζεται.
Δύναμη έλξης και περίσπασης, δύναμη απορρόφησης και γοητείας, δύναμη κατάρρευσης, όχι μονάχα του σεξ αλλά και του πραγματικού στο σύνολό του, δύναμη πρόκλησης – ποτέ οικονομία σεξ και λόγου, αλλά υπερθεματισμός χάρης και βίας, ένα στιγμιαίο πάθος όπου το σεξ μπορεί να προκύψει ενώ μπορεί εξίσου να εξαντληθεί στον εαυτό του, μέσα σε αυτή τη διαδικασία πρόκλησης και θανάτου, μέσα στη ριζική αοριστία χάρη στην οποία διαφοροποιείται από την ενόρμηση, η οποία είναι αόριστη ως προς το αντικείμενό της αλλά ορισμένη ως δύναμη και ως απαρχή, ενώ το σαγηνευτικό πάθος δεν έχει ούτε ουσία ούτε απαρχή: δεν αντλεί την έντασή του από κάποια λιβιδινική επένδυση, από κάποια ενέργεια επιθυμίας, αλλά από την καθαρή μορφή του παιχνιδιού και του αμιγώς τυπικού υπερθεματισμού.
[…] Για να υπάρξει πρόκληση ή σαγήνη, πρέπει να εκλείψει κάθε συμβατική σχέση εν όψει μίας σχέσης δυαδικής, πλασμένης από μυστικά σημεία, αποκομμένα από την ανταλλαγή, τα οποία αντλούν όλη τους την ένταση από το διαρκές τους μοίρασμα, την άμεσή τους αντήχηση. Παρόμοια είναι η μαγεία της σαγήνης, η οποία καταλύει κάθε οικονομία της επιθυμίας, κάθε σεξουαλική ή ψυχολογική σύμβαση και την αντικαθιστά με έναν ίλιγγο απόκρισης – ποτέ επένδυση: διακύβευμα∙ ποτέ συμβόλαιο: συμφωνία∙ ποτέ ατομική: δυαδική∙ ποτέ ψυχολογική: τελετουργική∙ ποτέ φυσική: τεχνητή. Δεν είναι στρατηγική κανενός: είναι πεπρωμένο.
[…]Τα πάντα είναι σαγήνη, τα πάντα δεν είναι παρά σαγήνη.
Jean Baudrillard, «Περί σαγήνης», Εκδ. ΕΞΑΝΤΑΣ (απόσπασμα)
Ο Jean Baudrillard (Ζαν Μποντριγιάρ) (1929 - 2007) γεννήθηκε στο Ρένς της Γαλλίας. Σπούδασε γερμανική φιλολογία και έζησε τα νιάτα του στη Γερμανία. Επιστρέφοντας στη Γαλλία, δίδαξε κοινωνιολογία στο πανεπιστήμιο Paris-X Nanterre. Συνεργάστηκε με το περιοδικό "Les Temps Modernes" και μετείχε στην συντακτική επιτροπή των περιοδικών "Utopie" και "Traverses". Ο Μποντριγιάρ έγραψε περίπου πενήντα βιβλία και ήταν διάσημος για την κριτική που ασκούσε στους μηχανισμούς της καταναλωτικής κοινωνίας. Υπήρξε φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, πολιτικός σχολιαστής και φωτογράφος. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.
Πέθανε στο σπίτι του στο Παρίσι, μετά από "μακρά ασθένεια", τον Μάρτιο του 2007.
CoverPhoto: Alexander Rodchenko.
Portrait au flacon, c. 1930
Πηγή: https://www.o-klooun.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.