Η καθηγήτρια Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Χριστίνα Ζαραφωνίτου σχολιάζει την επικαιρότητα των τελευταίων ημερών.
Τα εγκλήματα αυτού του είδους φανερώνουν την υποβάθμιση του πολιτισμού μας, γι’ αυτό θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό διακύβευμα η προστασία της ανηλικότητας. Εικονογράφηση: bianka/LifO
— Μέσα σε λίγες μέρες εξαρθρώθηκε ένα κύκλωμα μαστροπείας, βιάστηκε ομαδικά μια 14χρονη και αυτοκτόνησε ένα 12χρονο παιδί. Τι έχει συμβεί στην ελληνική κοινωνία;
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία έρχεται αντιμέτωπη με ορισμένες ακραίες μορφές εγκληματικότητας, οι οποίες αντανακλούν μια σημαντική ποσοτική και ποιοτική όξυνση του φαινομένου. Πρόκειται για αύξηση των ανθρωποκτονιών, των σωματικών βλαβών, της ενδοοικογενειακής βίας και των βιασμών, που καταγράφεται κυρίως μετά το πρώτο lockdown και εντοπίζεται κυρίως στην περιφέρεια της πρωτεύουσας.
Τη μεγαλύτερη αύξηση κατέγραψαν το διάστημα 2019-2021 οι βιασμοί (54%) και η ενδοοικογενειακή βία (68%), σύμφωνα με την αστυνομική στατιστική. Αντίθετα, το ίδιο διάστημα παρατηρείται αισθητή μείωση των ληστειών καθώς και των λοιπών εγκλημάτων κατά της ιδιοκτησίας, τα οποία ακολουθούσαν μια σταθερή ανοδική εξέλιξη μέχρι και το 2019.
— Τι άλλαξε στη διάρκεια της καραντίνας;
Είναι προφανές ότι οι περιορισμοί που εφαρμόστηκαν λόγω Covid-19 την προηγούμενη διετία συνέβαλαν στη μετατόπιση της εγκληματικότητας από τη δημόσια σφαίρα στην ιδιωτική, ακολουθώντας την αντίστοιχη πορεία όλων των κοινωνικών δραστηριοτήτων. Ωστόσο, είναι πιθανόν η καταγραφόμενη αυτή ποσοτική μεταβολή να οφείλεται, εν μέρει τουλάχιστον, στην αύξηση των καταγγελιών, δεδομένου ότι πολλά από αυτά τα εγκλήματα γίνονταν και στο παρελθόν, αλλά παρέμεναν άγνωστα λόγω του μεγάλου, σκοτεινού αριθμού που τα χαρακτηρίζει.
Το γεγονός ότι περίπου πριν από δύο χρόνια εμφανίστηκε το αποκαλούμενο ελληνικό ΜeΤoo, ότι ιδρύθηκαν ειδικά τμήματα ενδοοικογενειακής βίας στην ελληνική αστυνομία καθώς και συμβουλευτικές υπηρεσίες υποστήριξης των θυμάτων αυτής της μορφής βίας σε πολλούς δήμους της χώρας, ενώ εντάθηκε ο δημόσιος διάλογος γύρω από τα θέματα αυτά, προφανώς βοήθησε τα θύματα να καταγγείλουν παρόμοιες αξιόποινες πράξεις.
Είναι βέβαιο ότι τα παραπάνω συντέλεσαν στη σημαντική μείωση του σκοτεινού αριθμού της εγκληματικότητας σε περιπτώσεις που δύσκολα αποκαλύπτονται. Τέτοια εγκλήματα είναι όσα τελούνται σε συντροφικό ή οικογενειακό περιβάλλον με θύματα ευάλωτα άτομα και ανηλίκους, οι βιασμοί και εν γένει τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας.
Το έγκλημα διεκδικεί πλέον μεγάλο μερίδιο στην καθημερινότητα των πολιτών και από την τελευταία ήδη δεκαετία του εικοστού αιώνα η βίαιη εγκληματικότητα αυξάνεται προοδευτικά σε όλους τους τομείς. Τα μεγάλα αστικά κέντρα διεκδικούν σαφώς τη μερίδα του λέοντος στην κατανομή του φαινομένου και σε αυτά τελούνται συνήθως τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα.
Ανεξάρτητα, όμως, από τα παραπάνω, είναι βέβαιο ότι δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με την ποσοτική διαφοροποίηση της βίαιης εγκληματικότητας κατά προσώπων αλλά και με μια ιδιαίτερα ανησυχητική, ποιοτικού χαρακτήρα μετάλλαξή της, εφόσον συχνά εκδηλώνεται με τρόπους που αντανακλούν παντελή έλλειψη ηθικών φραγμών, άμετρη χρήση βίας και ακραία μορφή εκμετάλλευσης της ανθρώπινης υπόστασης. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν τα θύματα είναι ευάλωτα, όπως οι ανήλικοι, και όταν οι δράστες προέρχονται από το στενό κοινωνικό ή οικογενειακό τους περιβάλλον.
Είναι κάτι που αφορά μόνο την ελληνική κοινωνία; Σαφώς και όχι. Ωστόσο, οι πολλές και σημαντικές κοινωνικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την εγκληματικότητα, η οποία αποτελεί τον παλμογράφο των κοινωνικών και αξιακών κρίσεων.
Χριστίνα Ζαραφωνίτου
— Μπορούμε να αναζητήσουμε τους λόγους που ένας άνθρωπος γίνεται βιαστής ή παιδεραστής;
Μπορεί ο βιασμός ή η παιδεραστία να έχουν κοινό ορισμό, αλλά οι δράστες των σχετικών εγκλημάτων δεν έχουν κοινό προφίλ. Είναι γνωστές οι έρευνες που έχουν γίνει διεθνώς και έχουν προ πολλού καταλήξει ότι δεν επαληθεύεται κάποια ιδιαίτερη υποκουλτούρα.
Επιστημονικά, τα εγκλήματα αυτής της κατηγορίας αποτελούν ένα ειδικότερο πεδίο έρευνας όταν αφορούν πολυ-υπότροπους δράστες, εστιάζοντας στις βιοψυχολογικές εξηγήσεις της επαναλαμβανόμενης συμπεριφοράς τους.
Ωστόσο, στην πράξη διαπιστώνεται ότι πολύ συχνά τα κίνητρα των εγκλημάτων αυτών είναι οικονομικά (σεξουαλική εκμετάλλευση) ή εντελώς προσωπικά (αντεκδίκηση, εκβίαση). Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις δεν αποκλείονται και τα κίνητρα μισαλλοδοξίας λόγω έμφυλων διακρίσεων.
— Από τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ. είδαμε ότι κάθε 24 ώρες ένα παιδί κακοποιείται σεξουαλικά στην Ελλάδα; Τι εξήγηση δίνετε;
Οι υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα αξιόποινων πράξεων εκτός από το βιασμό, όπως η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας, που υπερτερεί ποσοτικά.
Ωστόσο τα στοιχεία είναι πολύ ανησυχητικά και αναδεικνύουν μια σκοτεινή πλευρά της κοινωνίας μας που θα πρέπει να κινητοποιήσει κάθε αρμόδιο φορέα για την άμεση λήψη μέτρων πρόληψης και αντιμετώπισης. Η ερευνητική εμπειρία έχει αναδείξει, σε διεθνές επίπεδο, ότι οι πραγματικές διαστάσεις αυτής της μορφής εγκληματικότητας είναι πολύ μεγαλύτερες από τις καταγεγραμμένες, άρα η κατάσταση είναι ακόμα σοβαρότερη από αυτήν που φθάνει σε μας.
Ο ρόλος του οικογενειακού πλαισίου είναι πολύ σημαντικός στην τέλεση παρόμοιων εγκλημάτων. Όμως η κατάσταση γίνεται πολύ πιο σύνθετη όταν η εκμετάλλευση των ανηλίκων παίρνει τη μορφή οργανωμένου εγκλήματος, η απεμπλοκή από το οποίο παρουσιάζει πολύ μεγάλες δυσκολίες.
Για τον λόγο αυτό η αξία της πρόληψης είναι θεμελιώδης και θα πρέπει να γίνεται με όρους πραγματικούς, ώστε να γίνουν αντιληπτοί οι κίνδυνοι και να μην παραγνωριστούν οι συνέπειές τους με δέλεαρ κάποιο οικονομικό ή άλλου είδους ψευδο-κέρδος. Ο ρόλος της εκπαίδευσης όλων των πολιτών και ειδικότερα των μαθητών και των οικογενειών τους αποτελεί ένα εργαλείο γενικής πρόληψης, αρκεί να γίνει με ψύχραιμο, επιστημονικό και ορθολογικό τρόπο.
Σε κάθε περίπτωση, τα εγκλήματα αυτού του είδους φανερώνουν την υποβάθμιση του πολιτισμού μας, γι’ αυτό θα πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό διακύβευμα η προστασία της ανηλικότητας. Προς αυτή την κατεύθυνση δεν αρκούν μόνο οι προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις αλλά απαιτείται επανασύσταση των κοινωνικών θεσμών και μια συνολικά υπεύθυνη κοινωνία.
— Στην εποχή του darknet και του deep web ευνοείται η καλλιέργεια της διαστροφής;
Όχι μόνο της διαστροφής αλλά και του κέρδους. Το σκοτεινό διαδίκτυο αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την τέλεση συχνά αποτρόπαιων πράξεων, όπως η ζήτηση και η προσφορά ανθρώπινων οργάνων, η διακίνηση παράνομων ουσιών και όπλων, η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων κ.ά.
Μετά την πανδημία επεκτάθηκε ραγδαία η χρήση του διαδικτύου σε όλους τους τομείς και απ’ όλες τις κατηγορίες πολιτών, χωρίς να υπάρχει, ωστόσο, η κατάλληλη εκπαίδευση και ενημέρωση για τη λήψη μέτρων αυτοπροστασίας. Συνέπεια των παραπάνω αποτελεί και η μεγάλη αύξηση της ηλεκτρονικής απάτης την τελευταία διετία.
Όλα τα παραπάνω αδικήματα θα ήταν ακόμα περισσότερα αν δεν υπήρχαν οι σημαντικές δράσεις της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος που ενημερώνει με ειδικά σποτάκια το ευρύ κοινό και με ειδικές πρωτοβουλίες τη σχολική κοινότητα. Όμως οι κίνδυνοι είναι πολλοί και απαιτείται εγρήγορση για τη σωστή χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας, η οποία αποτελεί πλέον βασική συνιστώσα του σύγχρονου τρόπου ζωής.
— Συμφωνείτε ή όχι με την άποψη ότι η καθημερινότητά μας έχει γίνει πιο επικίνδυνη και βίαιη;
Το έγκλημα διεκδικεί πλέον μεγάλο μερίδιο στην καθημερινότητα των πολιτών και από την τελευταία ήδη δεκαετία του εικοστού αιώνα η βίαιη εγκληματικότητα αυξάνεται προοδευτικά σε όλους τους τομείς. Τα μεγάλα αστικά κέντρα διεκδικούν σαφώς τη μερίδα του λέοντος στην κατανομή του φαινομένου και σε αυτά τελούνται συνήθως τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Η φαινομενολογία αυτής της χαρτογράφησης αναδεικνύει τη σύνδεση του εγκληματικού φαινομένου με τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα, την κοινωνική αποδιοργάνωση και την αποδυνάμωση του αξιακού πλαισίου.
Εξάλλου, η εγκληματικότητα διαφοροποιείται ανάλογα με τα χαρακτηριστικά κάθε κοινωνίας. Στην εποχή μας η βία εκδηλώνεται σε πολλούς τομείς και ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να δημιουργηθεί μια γενική στάση ανοχής και αδιαφορίας απέναντι σε διάφορες μορφές της, λόγω του επαναλαμβανόμενου χαρακτήρα τους. Η κοινωνική αντίδραση δεν μπορεί να είναι επιλεκτική και να εκδηλώνεται κατά περίπτωση ανάλογα με το είδος της βίας και τους εμπλεκόμενους σε αυτήν ως δράστες ή θύματα.
Από την άλλη πλευρά, η αντίδραση της οργανωμένης πολιτείας δεν επιτρέπεται να είναι «αντανακλαστική» και αποσπασματική αλλά πρέπει να στηρίζεται σε μια σφαιρική, ορθολογική αντιεγκληματική πολιτική, επιστημονικά τεκμηριωμένη, που θα αποσκοπεί τόσο στην αντιμετώπιση του εγκλήματος όσο και στον σεβασμό των δικαιωμάτων κάθε ανθρώπου. Ίσως σήμερα να είναι πιο επιτακτική από ποτέ η ανάγκη δημιουργίας ή επανασύστασης ενός συναινετικού αξιακού πλαισίου απέναντι σε θεμελιώδεις αρχές που θα προστατεύσουν την κοινωνική συνοχή από τον φαύλο κύκλο της βίας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LifO
Πηγή: https://www.lifo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.