Σιγά – σιγά ανοίγουν οι πόρτες κι ο κόσμος προσπαθεί να ξαναβρεί την παλιά του περπατησιά, τα παλιά ίχνη της καθημερινότητάς του στους δρόμους, στην εργασία, στη διασκέδαση, στις σχέσεις του. Ακόμα, βέβαια, βρισκόμαστε στην αρχή αυτής της επαναφοράς και δεν μπορούμε να ξέρουμε αν είναι ολική ή μερική, ή αν θα βρεθούμε σε ένα νέο κόσμο. Ακόμα είμαστε σε συνθήκες μερικού συναγερμού κι αυτό θα διαρκέσει αρκετά μάλλον.
Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει: θα ξαναβγούμε στον ίδιο κόσμο που ξέραμε; Η ζωή μας θα επανέρθει και θα συνεχιστεί στο ίδιο μοτίβο αφήνοντας πίσω την πανδημία σαν μιαν εφιαλτική παρένθεση; Κυρίως, θα συναντήσουμε τους εαυτούς μας στην εξώπορτα έτσι όπως τους αφήσαμε; Τα ερωτήματα αυτά θα είναι κυρίαρχα στην μετακορωνοϊό εποχή. Επανερχομένη η ανθρωπότητα στον πρότερο «έντιμο βίο» της, σε ποια «κανονικότητα» θα βρεθεί;
Πολλοί ήταν εκείνοι που βιάστηκαν στοιχηματίζοντας ότι τίποτα δεν θα αλλάξει και η πανδημία θα ξεχαστεί αιφνιδίως – όπως ήρθε. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Έχοντας ήδη διανύσει πάνω από έναν χρόνο όπου ο πλανήτης έζησε λίγο πολύ σφραγισμένος στο κλουβί του, δύσκολα θα μπορέσει κανείς να συμμεριστεί αυτήν την άποψη. Πέραν των πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών συμπερασμάτων, ο ψυχισμός των ανθρώπων δέχτηκε βαρύτατο πλήγμα και οι συνέπειες αυτού του κλονισμού θα εκδηλωθούν σε βάθος χρόνου. Είναι νωρίς ακόμα να ανιχνεύσουμε τις ψυχολογικές συνέπειες της πανδημίας.
Στην Ελλάδα, για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, ζήσαμε την καθημερινότητα μας μετρώντας θανάτους και διασωληνώσεις μέσα σε ένα κλίμα φόβου, πανικού και άγνοιας που καθιστά τον άνθρωπο εξαιρετικά ευάλωτο. Ζήσαμε με τον ολοκληρωτικό φόβο του αέρα που αναπνέουμε, την απώθηση κάθε ανθρώπινης συνεύρεσης, την σωματική αποξένωση – απόσταση. Αιφνιδίως ανακλήθηκε κάθε μορφή ανθρώπινης επαφής. Όλα γύρω μας τυλίχθηκαν με τον τρόμο του θανάτου και της διασποράς του… Δεν κινδυνεύαμε μόνο να χάσουμε τη δική μας ζωή ή να πάρουμε στο λαιμό μας τις ζωές των άλλων. Κινδυνεύαμε κι από πάνω να «σκοτώσουμε» του δικούς μας, την οικογένειά μας.
Οι αποστάσεις αλλά και οι εφιαλτικοί όσο και απόλυτα αναγκαίοι υγειονομικοί περιορισμοί δημιούργησαν ένα είδος δυστοπικής μοναξιάς, απομόνωσης. Οι άνθρωποι πέθαιναν μόνοι δίχως την παρηγορητική παρουσία των δικών τους, δίχως τελευταίον ασπασμό, ένα ύστατο χαίρε.
Τώρα που σιγά –σιγά προσεκτικά θα ανοίξουμε τις πόρτες μας καλό είναι να προετοιμαστούμε να συναντήσουμε, εκτός των άλλων, ότι άλλαξε μέσα μας…
Πηγή: https://www.topontiki.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.