«Θα πρέπει να τονιστεί ίσως πως, πέρα από την απλή έκθεση των ιστορικών στοιχείων, προσπάθησα να τα ερμηνεύσω, αναλύοντας το μωσαϊκό των εμπειριών μου έτσι που η διάρθρωση των γεγονότων και των εξελίξεων να αποδοθεί με τρόπο ολοκληρωμένο και καταληπτό και να αποκαλυφθεί η δομή δύναμης που οδήγησε στην κατοχή της Ελλάδας από το αμερικανικό Πεντάγωνο, το οποίο χρησιμοποίησε ως πειθήνια όργανά του μια συμμορία αξιωματικών του ελληνικού στρατού».

Ανδρέας Γ. Παπανδρέου Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ

Ο Ανδρέας Παπανδρέου έγραψε τη «Δημοκρατία στο απόσπασμα» εν θερμώ το 1972, εν μέρει στον Καναδά (Τορόντο) κι εν μέρει στη Σουηδία (Στοκχόλμη)· κυκλοφόρησε πρώτη φορά στην Ελλάδα τον Νοέμβριο του 1974 από τις εκδόσεις Καρανάση, τέσσερις μόλις μήνες μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας -μια αποκατάσταση που, ο ίδιος ο Παπανδρέου, χαρακτήρισε αρχικά ως «αλλαγή νατοϊκής φρουράς». Κρατούμενος στις φυλακές Αβέρωφ επί οκτώ περίπου μήνες (από τον Απρίλιο του 1967 έως τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς) συμπεριλήφθηκε στη «μερική αμνηστία» που απένειμε η χούντα μετά το αντικίνημα του βασιλιά κι ένα μήνα αργότερα αναχώρησε στο εξωτερικό, αφού πρώτα υποσχέθηκε στους συνταγματάρχες ότι θα απέχει από κάθε πολιτική δραστηριότητα και θα αφοσιωθεί αποκλειστικά στην ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία. Μονάχα αυτό δεν έπραξε στη συνέχεια.
«Το βιβλίο τούτο», γράφει στον πρόλογό του, «είναι ουσιαστικά τα πολιτικά μου απομνημονεύματα. Η απόφαση να το γράψω δεν ήταν εύκολη, γιατί δεν έχω αποσυρθεί από την πολιτική ζωή της Ελλάδας. Αντίθετα, η περίοδος αυτή της εξορίας από την πατρίδα μου είναι για μένα μία μόνο φάση του αγώνα για μια ελεύθερη, δημοκρατική Ελλάδα». Ξεκινώντας από το τέλος, από τη μυθιστορηματική σύλληψή του ανήμερα του πραξικοπήματος, ανατρέχει με ένα τεράστιο φλας μπακ σε όλη την εμπλοκή του με την ενεργό πολιτική κατά τον 20ο αιώνα, αρχής γενομένης από τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, όταν ο Ανδρέας ήταν δεν ήταν δεκαεπτά χρόνων. Στην ανάλυση του Παπανδρέου δεν χωράει αμφιβολία ότι η 21η Απριλίου δεν είναι παρά μια ακόμη «νοτιοαμερικανικού τύπου» δικτατορία – εάν εξαιρέσει κανείς την απουσία μεγαλογαιοκτημόνων από το κάδρο – και η ανατροπή της θα επέλθει μονάχα έπειτα από μακρόχρονο και πολυαίμακτο ένοπλο αγώνα, στον οποίο κατά προτίμηση θα επιθυμούσε να πρωταγωνιστεί ο ίδιος. «Η ουσία του ελληνικού προβλήματος είναι απλή», σημειώνει. «Η πατρίδα μας είναι χώρα υπό κατοχή. Και η κατοχή είναι αμερικανική. Μόνο οι στολές και η γλώσσα είναι ελληνικές. Και λύση του ελληνικού προβλήματος δεν υπάρχει καμία στο πολιτικό επίπεδο. Η δημοκρατία στην Ελλάδα δεν θα φτάσει χωρίς την πραγματική, την ουσιαστική, τη χωρίς όρους απελευθέρωσή της από τα δεσμά που χάλκευσε ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός στο πλαίσιο της Ατλαντικής Συμμαχίας. Γι’ αυτό, ο αγώνας μας είναι εθνικοαπελευθερωτικός».
Έχουμε την πολυτέλεια να γνωρίζουμε εκ των υστέρων ότι τα πράγματα δεν εξελίχτηκαν καθόλου σύμφωνα με την παπανδρεϊκή «ανάγνωση». Η Μεταπολίτευση αποδείχτηκε κάτι παραπάνω από ρουτινιάρικη «αλλαγή νατοϊκής φρουράς» και ο ίδιος ο Παπανδρέου θήτευσε συνολικά ως πρωθυπουργός περισσότερο από κάθε άλλον στη μεταπολιτευτική περίοδο. Πιο αξιοσημείωτο όμως είναι ότι ποτέ δεν κλήθηκε να απολογηθεί στο εκλογικό σώμα – πόσω μάλλον να το αποζημιώσει – για τη διάψευση των δικών του προβλέψεων ή των δικών του φαντασιώσεων. Με την ίδια ζέση που ο ελληνικός λαός τον ψήφιζε όταν υποσχόταν ότι θα φύγουμε από το ΝΑΤΟ, τον ψήφιζε και όταν παραμέναμε σε αυτό. Σε εκμυστηρεύσεις προς στενούς του συνεργάτες (προς όσους, εν πάση περιπτώσει, δεν «θυσίασε» στον βωμό κάποιας πολιτικής συγκυρίας) είχε διαγνώσει με εκπληκτική διορατικότητα την «τζάμπα μαγκιά» του νεοέλληνα μικροαστού ψηφοφόρου, εκείνου που θέλει να του τάζεις λεονταρισμούς, αλλά θέλει και να είναι κατά βάθος βέβαιος ότι δεν θα τους υλοποιήσεις. Ηταν γάτος ο Ανδρέας· εξού και η αδυναμία του για τη Ρίτα Σακελλαρίου.
Με γιαλαντζί απομίμηση παπανδρεϊκών φαντασιώσεων (μας) δούλεψε και ο Αλέξης Τσίπρας -γνωστά πράγματα, δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουμε· είχε όμως την ατυχία ο δεύτερος, ο τύπου Ανδρέας, να πάρει τα ηνία της εξουσίας σε μια εποχή που τα ταμεία ήταν άδεια και αναγκαστικά το project ήταν πιο προσγειωμένο: άλλο να γυρίζεις υπερπαραγωγή στη Σάντα Μπάρμπαρα, άλλο στην Αγία Βαρβάρα. Ωστόσο, ο μακρόχρονος εθισμός στις φαντασιώσεις εκ μέρους των πολιτών, σε φαντασιώσεις μάλιστα που αντικαθίστανται κατά διαστήματα από άλλες φαντασιώσεις χωρίς ν’ ανοίγει ρουθούνι, δημιούργησε κι ένα σταθερό υπόστρωμα για μια «παράλληλη πραγματικότητα» που ελάχιστη ή και καθόλου σχέση δεν έχει με την αυθεντική. Μια υπερκομματική «παράλληλη πραγματικότητα», όπου δεξιοί και αριστεροί διαγκωνίζονται ποιος θα υποσχεθεί πιο πολλούς λαγούς με πετραχήλια. Μιλάμε για δημοπρασία μπαρούφας δίχως πάτο και δίχως γυρισμό. Αλληλοδουλευόμαστε αγρίως.
Επί παραδείγματι. Περπατούσα τις προάλλες σ’ έναν κεντρικό δρόμο της Καλλιθέας και το βλέμμα μου έπεσε στην αφίσα μιας «αυτόνομης συλλογικότητας». Μου αρέσουν αυτές οι αφίσες – το έχω ξαναπεί – γιατί αντιμετωπίζουν συνήθως τις καταστάσεις από μια απρόβλεπτη οπτική γωνία, όπως θα τις έβλεπε, ξέρω ‘γω, ένας σκύλος ή ένας σκίουρος: είναι λυρικές, δροσερές κι ευφάνταστες.
Η συγκεκριμένη αφίσα αποτύπωνε ένα ξέσπασμα οργής, ανάλογο με του Ρήγα Βελεστινλή στον Θούριο: «Ὡς πότε παλικάρια, νὰ ζοῦμε στὰ στενά, μονάχοι σὰ λεοντάρια, σταῖς ράχαις στὰ βουνά;». Εν προκειμένω, οι ανώνυμοι οργίλοι αναρωτιόνταν έως πότε θα είμαστε υποχρεωμένοι να επιδεικνύουμε στον κάθε «φασίστα» πιστοποιητικά εμβολιασμού, νόσησης ή whatever προκειμένου να μας επιτρέψει να περάσουμε οπουδήποτε. Τα παιδιά έχουν δίκιο. Το κακό με τους ελέγχους και τα μπλόκα έχει παραγίνει.
Πρέπει να μπει φρένο· δεν μπορεί για ψύλλου πήδημα να μας τραβάνε στην Κομαντατούρ. Επ’ ευκαιρία, θέλω να μοιραστώ μαζί σας και μια πληροφορία, εντελώς εμπιστευτική, καρατσεκαρισμένη. Το χαλάρωμα δήθεν με τις εκκλησίες είναι παγίδα. Οπως το ακούτε. Δωσίλογοι έχουν παρεισφρήσει παντού. Τα έχουν κάνει πλακάκια οι μητροπολίτες με τις αρχές κατοχής ώστε να προσέρχονται ανυποψίαστοι οι αμνοί του Θεού στους ιερούς ναούς, χωρίς ράπιντ τεστ, χωρίς μάσκες, χωρίς τίποτε, και να τους γραπώνουν οι μπασκίνες μετά την έξοδό τους, τρία στενά παρακάτω: έτσι και το παγκάρι δεν θα ζημιωθεί, και τα κρατητήρια θα τιγκάρουν. Το ίδιο και στα φαρμακεία. Φαρμάκι τα φαρμακεία.
Σκέφτονται να το επεκτείνουν στα σουπερμάρκετ, αλλά αντιδρούν οι αλλαντοπώλες. Έχουν να δουν ακόμη πολλά τα μάτια μας. Σε εγρήγορση να βρισκόμαστε, τις αφίσες να διαβάζουμε – προτού προλάβουν να τις κατεβάσουν – και τη νύχτα στήνουμε αφτί στα βραχέα, Κάιρο ή Λονδίνο. Venceremos.

Πηγή: https://www.in.gr/