Κοσμάς Βίδος
Πώς το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη αποτελεί (μία ακόμη) αφορμή για να εξετάσουμε τις παθογένειες της κοινωνίας μας.
Ακούστηκαν πολλά «θα μπορούσα να ήμουν κι εγώ εκεί» τις τελευταίες ημέρες, ενώ σοκαρισμένοι σκύβαμε πάνω από τις στραπατσαρισμένες λαμαρίνες των τρένων που συγκρούστηκαν στα Τέμπη.
«Θα μπορούσα να είμαι κι εγώ εκεί» είπα με τη σειρά μου μιλώντας με φίλους, καθώς σχεδίαζα εδώ και καιρό μια εκδρομή με τρένο στη Θεσσαλονίκη. Και αναλογίστηκα ανατριχιάζοντας, όπως οι περισσότεροι εξ ημών, πόσο ξυστά περνάμε καθημερινά από τον θάνατο. Η συνειδητοποίηση ή μάλλον η υπενθύμιση με κάθε τραγικό γεγονός της ευθραυστότητας της ύπαρξής μας μας ενώνει για λίγο σε αυτή την κατάσταση που αποκαλούμε συλλογικό πένθος. Δηλαδή στην κοινή εμπειρία της απώλειας που βιώνει μια ομάδα ανθρώπων, εν προκειμένω ένα ολόκληρο έθνος, έπειτα από κάτι δραματικό. Αυτός είναι ένας επιστημονικός ορισμός.
Η συλλογική και η ατομική αντίδραση
Oμως, όσο και αν η επιστήμη είναι χώρος που χρησιμοποιεί τις γενικεύσεις (υπό αυστηρές μεθοδολογικές προϋποθέσεις) για να προχωρήσει και να εξελιχθεί, στη ζωή καθενός από εμάς το πένθος είναι μια απολύτως προσωπική διεργασία που εκδηλώνεται με εντελώς διαφορετικούς τρόπους. Τρόπους που μπορεί σε κάποιον τρίτο να φανούν από ακατανόητοι ως και ενοχλητικοί και απαράδεκτοι. Ενα πρόσφατο παράδειγμα είναι η απόφαση της Πάολας να εμφανιστεί στην πίστα τέσσερις μόλις μέρες μετά το δυστύχημα, δηλώνοντας πως η αμοιβή της προσφέρεται στις οικογένειες των τραυματιών της σύγκρουσης που νοσηλεύονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας, και η απόφαση την ίδια στιγμή του Γιάννη Πλούταρχου, που μοιράζεται τη σκηνή μαζί της, να απέχει από το πρόγραμμα. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που καταφέρθηκαν κατά της τραγουδίστριας και επαίνεσαν τον τραγουδιστή. Ομως, γιατί ο τρόπος που πενθεί ο Πλούταρχος είναι καλύτερος από τον τρόπο με τον οποίο επέλεξε να πενθήσει (διά της προσφοράς) η Πάολα; Ρητορικό το ερώτημα, χωρίς να θέλω να θίξω κανέναν από τους δύο, κυρίως επειδή θεωρώ πως και οι δύο αντιδρούν σωστά. Απλώς καθένας έχει τον δικό του τρόπο.
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, πόσο συλλογικό μπορεί να είναι το πένθος όταν καθένας προσεγγίζει με διαφορετικό τρόπο το γεγονός που το προκαλεί; Αλλος από τη θέση του γονιού που χάνει το παιδί του, άλλος από τη θέση του ανθρώπου που διψάει για ζωή αλλά του τη στερούν, άλλος ως προδομένος από την κυβέρνησή του πολίτης; Αλλά και όταν καθένας το βιώνει με τρόπο διαφορετικό, ξεκινώντας από τον θρήνο και φτάνοντας ως και το μαύρο χιούμορ, αφού ακόμα και το χιούμορ μπορεί να είναι συστατικό της διαδικασίας του πένθους; Μήπως τελικά το πένθος είναι τόσο συλλογικό όσο είναι και η ευθύνη; Γιατί η συλλογική ευθύνη είναι μια ακόμα έννοια που ακούγεται πολύ με αφορμή το δυστύχημα των Τεμπών. Φταίμε πράγματι όλοι για αυτό που συνέβη, όπως ακούω να επαναλαμβάνουν στην τηλεόραση; Οι δημοσιογράφοι που δεν έχουν ψάξει εις βάθος το θέμα των ελληνικών τρένων; Οι εργαζόμενοι στα τρένα που δεν έχουν γίνει τόσο καταγγελτικοί όσο θα έπρεπε; Οι πολιτικοί που δεν φάνηκαν αντάξιοι του ρόλου τους; Αλλά και ο απλός πολίτης που δεν αντέδρασε στη χρόνια υποβάθμιση – παροπλισμό του σιδηροδρομικού δικτύου; Ως ποιον βαθμό και για ποιες παραλείψεις είναι ένα άτομο υπεύθυνο; Ως ποιον βαθμό και για ποιες παραλείψεις είναι υπεύθυνοι οι κρατικοί μηχανισμοί; Δεν απαντάται εύκολα η ερώτηση. Υπάρχουν πολλά να συζητήσουμε, με το θέμα εύκολα να διευρύνεται, να ξεφεύγει από τα τρένα και να απλώνεται και σε άλλους χώρους της δημόσιας ζωής, όπου επικρατεί κακοδαιμονία.
Ας μη γελιόμαστε: Τις περισσότερες φορές, παρασυρμένοι από τους ξέφρενους ρυθμούς της καθημερινότητάς μας, βιαστικοί ή και βολεμένοι με τον (έστω προβληματικό) τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα πράγματα, ακόμα και αν βλέπουμε τα στραβά και τα παράδοξα, τα προσπερνάμε. Ή, ελαφρά τη καρδία, συμμετέχουμε και εμείς στο όργιο παρανομίας που διεξάγεται γύρω μας (βλέπε οδήγηση στους δρόμους της Ελλάδας) γιατί έτσι έχουμε μάθει, έτσι μας βολεύει, «αυτοί είμαστε και σε όποιον αρέσει»! Πρέπει να γίνει το κακό για να θυμηθούμε πόσο επικίνδυνα είναι όλα αυτά και για να αποφανθούμε «τα έλεγα εγώ!». Ολοι τα βλέπαμε, όλοι τα λέγαμε, κυρίως όλοι τα κάναμε. Τώρα θρηνούμε.
Θρηνούμε συλλογικά για το δυστύχημα στα τρένα, απαιτώντας την παραδειγματική τιμωρία των ενόχων αλλά και ζητώντας να αποκαλυφθούν οι πιθανές παραλείψεις, αυθαιρεσίες, ακόμα και οι ρουσφετολογικές διαδικασίες (πολλά ακούγονται και γράφονται) που μπορεί να οδήγησαν στην εθνική τραγωδία. Σε μια χώρα που καθένας συμπεριφέρεται όπως θέλει, ξαφνικά έχουμε εξοργιστεί που δεν τηρήθηκαν τα πρωτόκολλα, που δεν έγιναν όπως ακριβώς πρέπει οι προβλεπόμενες διαδικασίες. Ποια είπαμε προβλεπόμενη διαδικασία γίνεται σωστά (εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις) στην υπερήφανη πατρίδα; Οπου π.χ., για να φέρω ένα τυχαίο αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα, όλες οι κυβερνήσεις γνωρίζουν πως υπάρχουν κυκλώματα που λαδώνονται και δίνουν διπλώματα οδήγησης ακόμα και στους πιο ακατάλληλους οδηγούς, αλλά δεν κάνουν τίποτε για να τα πατάξουν; Που όλοι έχουμε γνωστούς και φίλους οι οποίοι παραδέχονται ευθαρσώς πως πήραν δίπλωμα επειδή λάδωσαν; Που και οι ίδιοι μπορεί να το έχουμε κάνει και που τώρα έχουμε αμοληθεί στους δρόμους και όποιον πάρει ο χάρος;
Πάντα φταίει κάποιος άλλος…
Ολη αυτή η ασυδοσία, όλη αυτή η αναρχία μέσα στην οποία ζούμε, την οποία ενορχηστρώνουμε οι ίδιοι με τις επιλογές ή με την αδιαφορία μας, κάνει το συλλογικό πένθος που βιώνουμε αυτή τη στιγμή να μοιάζει πράξη υποκριτική. Οπως πολύ σωστά ειπώθηκε, αυτό που συνέβη στα Τέμπη το περιμέναμε εδώ και χρόνια χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτε για να το προφτάσουμε. Γιατί έτσι έχουμε μάθει να κινούμαστε και να ζούμε: Να χύνουμε το γάλα με δική μας υπαιτιότητα (έστω λόγω της αδιαφορίας μας) και έπειτα να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα, ρίχνοντας το φταίξιμο σε κάποιον άλλον, στην κοινωνία ολόκληρη, στην κακιά την ώρα, στην κάθε Πάολα που αντί να βάλει πλερέζα φόρεσε το ημιδιάφανο κολάν της και βγήκε στην πίστα κ.λπ. Είναι βεβαίως πολύ πιο εύκολο να θρηνείς ή να καταγγέλλεις εκείνους που θεωρείς πως δεν επιδόθηκαν στον θρήνο και στον κοπετό ως όφειλαν (γιατί είδαμε και πολλά λαϊκά δικαστήρια) από το να αναλαμβάνεις την ευθύνη των πράξεών σου και των παραλείψεών σου.
Οσο όμως και αν το συλλογικό πένθος, ο συλλογικός θρήνος, είναι ένας τρόπος αντίδρασης, τα δάκρυα εύκολα στεγνώνουν ως την επόμενη καταστροφή. Το θέμα είναι όλη αυτή η θλίψη που καθένας τη βιώνει μόνος του, αλλά και που σαν μαύρο δυσοίωνο σύννεφο έχει σκεπάσει τις ζωές μας, να οδηγήσει στο τέλος σε κάποια αλλαγή. Μοναδική απάντηση στο συλλογικό πένθος των ημερών δεν μπορεί παρά να είναι η δική μας δέσμευση να κάνουμε ό,τι μπορούμε – ακόμα και με προσωπικό κόστος – για να γίνει η ζωή όλων πιο ασφαλής.
Πηγή: https://www.tovima.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.