Επιμέλεια: "Αnnabelle"
βυθός ανεξερεύνητος,
και η σκέψη ευθύς βουτά στα κύματα με πάθος
και αγγίζει μικρές, υγρές ζωές
Kάποιες μένουν ακλόνιτες στα γνώριμα λιμέρια της άμμου
που ξέρει τόσο καλά να σκαλίζει τους κόκκους της μνήμης
Μα είναι και τούτες, τούτες εδώ, οι άλλες,
οι πιο κοντινές στο ξένο, στο παράξενο, στο διαφορετικό
Ξάφνου, ξυπνούν από το λίθαργο της μοναξιάς,
το ήθελαν, το περιμέναν
το ήθελαν, το περιμέναν
Γαλαζια όνειρα και πάλι ψυθιρίζουν μεταξύ τους
που κάποτε άξαφνα πνιγήκαν.
που κάποτε άξαφνα πνιγήκαν.
Λύνουν το κάβο της ανάσας τους, αρπάζουν
γρήγορα την ευκαιρία
γρήγορα την ευκαιρία
και ξεγλιστρούν στο φως των άτακτων
καινούργιων διαδρομών.
καινούργιων διαδρομών.
Λάμπει ψηλά εκεί το φως του, είναι το στέφανο του ουρανού
Εκεί θέλουν να φτάσουν
Πόσο παράτολμα ανοίγουν τα φτερά τους, ναι, γίναν πουλιά
Είναι ο αέρας που χαίδεψε τα πρόσωπά τους, λες και κατάλαβε τη δύναμη του πάθους για ζωή
Είναι ο ίδιος που άπλωσε ανέμους για σημάδια
Είναι το θαύμα
Βυθός και ουρανός γίνανε ένα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.