από Αλέξης Ζακυνθινός
Οι κυνικές συμφωνίες του Δουβλίνου, με τις οποίες μεταφέρονται οι πιέσεις στην Ελλάδα και στην Ιταλία, πρέπει να καταργηθούν ολοσχερώς – ενώ οι συντηρητικοί της Σουηδίας ζητούν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έξοδο της χώρας από την ΕΕ.
Επικαιρότητα
Ο πρόεδρος της Γαλλίας, σε συνεννόηση με την Ισπανία, πρότεινε τη δημιουργία κλειστών «στρατοπέδων συγκέντρωσης» για τους παράνομους μετανάστες – τα οποία θα χρηματοδοτούνται από την ΕΕ και θα επιτρέπουν την άμεση εξέταση των αιτήσεων ασύλου. Αρκετά άλλα κράτη δε τοποθετούνται εχθρικά απέναντι τους, όπως στο παράδειγμα της Ιταλίας που δεν δέχεται τα παράνομα πλοία από την Αφρική,στέλνοντας τα πρόσφατα στην Ισπανία – ενώ ο ακροδεξιός ηγέτης του κόμματος που συγκυβερνάει δήλωσε ότι δεν θα επιτρέψει την επιστροφή μεταναστών από τη Γερμανία, κατά την υπογραφείσα συμφωνία.
Το θέμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα, αφού αποτελεί μία από τις βασικότερες πύλες εισόδου παράνομων μεταναστών (γράφημα) – ειδικά μετά το κλείσιμο των ιταλικών θαλασσίων συνόρων από το λιμενικό της χώρας, με την έννοια πως δεν θα διασώζει πλέον τους μετανάστες (αν και σύμφωνα με δηλώσεις θα αποτρέπει τις ροές με τη βοήθεια του λιμενικού της Λιβύης που έχει εκπαιδεύσει ανάλογα). Εκτός αυτού η χώρα μας ευρίσκεται στο έλεος της Τουρκίας, η οποία τους χρησιμοποιεί ως όπλο, για την αποδυνάμωση μας – καθώς επίσης για τον εκβιασμό της ΕΕ. Είναι δε πιθανόν να επιδιώκεται η αλλοίωση του πληθυσμού, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά γενικότερα στην Ευρώπη – με τη δημιουργία πολυπολιτισμικών κοινωνιών που θα είναι πολύ πιο εύκολα ελεγχόμενες από τις κυρίαρχες ελίτ.
Επειδή τώρα η υποδοχή παράνομων μεταναστών θεωρείται ως δείγμα πολιτισμού, καθώς επίσης πως το αντίθετο δεν είναι ανθρωπιστικό, οφείλει να ξεκινήσει κανείς την ανάλυση του από το παράδειγμα της Σουηδίας – η οποία είχε ανέκαθεν μία γενναιόδωρη νομοθεσία, αποτελώντας ως εκ τούτου πόλο έλξης. Εν προκειμένω τα αποτελέσματα, μετά την είσοδο ενός πολύ μεγάλου αριθμού μεταναστών μέσα σε ένα έτος, έχουν περιγραφεί σε πολλά άρθρα της κυρίας Νομικού – όπως στο «Πανικός στη Σουηδία», στο «Σουηδία, το άλλου είδους πειραματόζωο» κλπ., τα οποία μπορεί να βρει κανείς πατώντας επάνω στο όνομα της.
Σε κάθε περίπτωση οι μετανάστες έχουν δημιουργήσει στη χώρα τεράστια προβλήματα με την ραγδαία άνοδο της εγκληματικότητας, με τον πόλεμο συμμοριών, με την αύξηση των βιασμών, των απαγορευμένων ζωνών κοκ. – οπότε είναι καλύτερα να ενημερώνεται κανείς με παραδείγματα, παρά να λέει μεγάλα λόγια.
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, όπου αρκετοί κατηγορούν αυτούς που αντιτίθενται στις εισροές των παράνομων μεταναστών ως ρατσιστές ή/και εθνικιστές, η συντριπτική πλειοψηφία τους ασφαλώς δεν χαρακτηρίζεται έτσι – αφού ως ρατσισμός θεωρείται η αντίληψη ότι, οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, διακρινόμενοι είτε από το χρώμα του δέρματος, την εθνικότητα, τη θρησκεία και το φύλο, είτε από το σεξουαλικό προσανατολισμό, είτε γενικά από τη διαφορετικότητα τους.
Το πλέον συνηθισμένο είδος ρατσισμού δε είναι ο φυλετικός ρατσισμός, από τον οποίο άλλωστε προέρχεται η λέξη (ράτσα) – ενώ οι φυλετικοί ρατσιστές πιστεύουν σε βιολογικές διαφορές μεταξύ των φυλών, βάσει των οποίων προσδιορίζονται σε ανώτερες και κατώτερες. Ως εκ τούτου υποστηρίζουν πως η φυλή με τα συγκεκριμένα (ανώτερα) εξωτερικά ή ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά, έχει το δικαίωμα να θεωρεί τον εαυτό της ανώτερο από τις άλλες.
Κάτι τέτοιο προφανώς δεν αποτελεί τον κανόνα στην Ελλάδα, αλλά πρόκειται για ελάχιστες εξαιρέσεις που συναντώνται παντού – ενώ οι Έλληνες δεν ήταν ποτέ εθνικιστές, αφού δεν επιβουλεύονται άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα οι ναζί, αλλά αγαπούν απλά την πατρίδα τους επιθυμώντας την ευημερία και την πρόοδο της. Εύλογα πάντως δεν αποδέχονται τη μετατροπή τους σε προτεκτοράτο της Γερμανίας, την υφαρπαγή των δημοσίων και ιδιωτικών τους περιουσιακών στοιχείων ή την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής τους ακεραιότητας – όσον αφορά το πρώτο μέσω των μνημονίων, ενώ σε σχέση με το δεύτερο την πρόσφατη παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας.
Η υποδοχή τώρα μεταναστών από μία χώρα όπως η Ελλάδα, η οποία δεν έχει συμβάλλει στη δημιουργία των μεταναστευτικών ροών μέσω της διεξαγωγής πολέμων όπως οι Η.Π.Α., η Γαλλία, η Βρετανία κλπ. (πρόσφατα στη Συρία και προηγουμένως στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Λιβύη κλπ. ή γενικότερα οι βιομηχανικές χώρες στην Αφρική με τις επιδρομές λεηλασίας τους), δεν είναι εφικτή – αφού το σύστημα της δεν είναι σε θέση να τους ελέγξει, πόσο μάλλον να τους αφομοιώσει.
Εκτός αυτού, στην οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας, αδυνατώντας να κρατήσει τα δικά της παιδιά που φεύγουν μαζικά στο εξωτερικό, με υψηλή ανεργία και με υγειονομικές υποδομές που καταρρέουν, είναι αδύνατον να προσφέρει αυτά που πρέπει στους ξένους μετανάστες – ενώ ασφαλώς δεν είναι δείγμα αλληλεγγύης το να τους κλείνει σε στρατόπεδα συγκέντρωσης όπως στη Μυτιλήνη. Πόσο μάλλον να τους εγκαταλείπει αβοήθητους στους δρόμους της Αθήνας και των άλλων μεγάλων πόλεων, χωρίς να τους προσφέρει εργασία ή άδεια να εργαστούν – με αποτέλεσμα να αναγκάζονται είτε να ληστέψουν για να επιβιώσουν, είτε να πουλούν απαγορευμένες ουσίες, είτε να διαπράττουν άλλου είδους εγκλήματα, αναστατώνοντας την ελληνική κοινωνία.
Με δεδομένο όμως το ότι, οι μετανάστες αποτελούν ήδη το 20% του εργατικού μας δυναμικού (πηγή), όταν η ανεργία υπερβαίνει το 25%, είναι αδιανόητη η είσοδος παραπάνω μεταναστών – ενώ φυσικά όλοι μας είμαστε υπέρ της τήρησης της σύμβασης του Ο.Η.Ε. για το καθεστώς των προσφύγων του 1951 (πηγή), απαιτώντας να τηρείται επακριβώς από τις κυβερνήσεις μας που είναι υποχρεωμένες να προστατεύουν τα σύνορα της χώρας μας από κάθε είδους παραβιάσεις.
Ως εκ τούτου, είναι λογικές οι ενστάσεις απέναντι στην παράνομη μετανάστευση, η οποία μπορεί εύκολα να καταστρέψει ολοσχερώς κράτη όπως η Ελλάδα – αποτελώντας μία ασύμμετρη απειλή, ειδικά όταν δεν μπορεί να ελεγχθεί ποιοι μετανάστες είναι μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων ή φανατικοί οπαδοί σκοτεινών θρησκευτικών αιρέσεων, εισβάλλοντας με στόχο να διασπείρουν τη βία και το φόβο στις δυτικές κοινωνίες.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, αυτό που χρειάζεται είναι μία σωστή μεταναστευτική πολιτική τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη – η οποία να είναι ορθολογική, αλληλέγγυα και εφαρμόσιμη για κάθε χώρα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ιδιαιτερότητες και τις οικονομικές δυνατότητες της. Στα πλαίσια αυτά, οι κανονισμοί του Δουβλίνου μπορούν να χαρακτηρισθούν το λιγότερο ως κυνικοί – αφού αναφέρουν πως οι μετανάστες είναι θέμα της εκάστοτε χώρας, από τα σύνορα της οποίας εισέρχονται στην ΕΕ, οπότε κυρίως της Ελλάδας και της Ιταλίας που μεταφέρεται το πρόβλημα των υπολοίπων κρατών.
Ως εκ τούτου πρέπει να καταργηθούν εντελώς και όχι να γίνονται προσπάθειες πολύ πιο αυστηρής τήρησης τους από την Κομισιόν – έτσι ώστε να υπάρξει μια νέα συμφωνία που να είναι δίκαιη για όλα τα κράτη της ΕΕ, τα οποία οφείλουν να επιλύσουν από κοινού το πρόβλημα, στηρίζοντας εκείνα που δέχονται τις μεγαλύτερες πιέσεις, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Διαφορετικά θα διαλυθεί η ΕΕ, όπως φάνηκε ήδη από την έξοδο της Μ. Βρετανίας – την οποία θέλει να ακολουθήσει το συντηρητικό κόμμα της Σουηδίας που ζητάει δημοψήφισμα (πηγή), για τους ίδιους λόγους με τη Βρετανία.
Σε κάθε περίπτωση οι διεθνιστικές υπερβολές κυβερνήσεων που δεν μπορούν να ελέγξουν τις μεταναστευτικές ροές και να είναι πραγματικά, ρεαλιστικά αλληλέγγυες απέναντι στους μετανάστες προσφέροντας τους αυτά που πρέπει, πόσο μάλλον όταν δεν είναι σε θέση να τα προσφέρουν ούτε καν στους Πολίτες τους, μεταφέροντας τους ουσιαστικά το πρόβλημα, είναι εντελώς ανεύθυνες – επίσης εκείνων των Πολιτών που τοποθετούν το συναίσθημα πριν από τη λογική, παραφράζοντας την έννοια της αλληλεγγύης που πράγματι οφείλει να διέπει όλους τους ανθρώπους και τις κοινωνίες τους.
Υπενθύμιση
Γενικά η Ελλάδα δεν είναι εχθρική απέναντι στους μετανάστες, πόσο μάλλον όταν πολλοί Έλληνες φιλοξενούνταν ανέκαθεν από ξένες χώρες – ειδικά σήμερα, όπου πάνω από 500.000 νέοι, έχουν αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό. Οφείλουν βέβαια, όπως οι Έλληνες μετανάστες, να διακρίνονται από τα εξής:
(α) να έχουν το ίδιο πολιτισμικό επίπεδο με το δικό μας, (β) να μπορεί να τους αφομοιώνει η οικονομία μας, κάτι που σήμερα είναι αδύνατον λόγω της ανεργίας και των τεράστιων οικονομικών προβλημάτων, (γ) να θέλουν οι ίδιοι να αφομοιωθούν/ενσωματωθούν, (δ) να σέβονται το ελληνικό δίκαιο και τους νόμους καθώς επίσης (ε) να μην έχουν κανέναν θρησκευτικό/εθνικιστικό και άρα «ρατσιστικό» φανατισμό – αφού διαφορετικά δεν μπορεί να είναι αποδεκτοί, επειδή έτσι θα μετατρεπόταν η χώρα μας σε έναν αφιλόξενο για τους Έλληνες τόπο.
Περαιτέρω, υπάρχει μία σημαντική διαφορά μεταξύ των μεταναστών και των προσφύγων που έχει κατοχυρωθεί από τη Διακήρυξη του Ο.Η.Ε. του 1951, έτσι όπως αυτή αναθεωρήθηκε από το πρωτόκολλο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ το 1967 (συνθήκη της Γενεύης, λεπτομέρειες στην πηγή) – την οποία οφείλει να γνωρίζει κανείς, τουλάχιστον στις εξής γενικές γραμμές:
(1) Πρόσφυγες: Σύμφωνα με το μεταναστευτικό κώδικα (Ν. 4251/2014), ο όρος «πρόσφυγας» συμπεριλαμβάνει άτομα, Πολίτες τρίτης χώρας ή «ανιθαγενείς» (=άνθρωποι που δεν θεωρούνται υπήκοοι κάποιου κράτους στα πλαίσια της νομοθεσίας του – άρθρο 1 της σύμβασης του 1954), τα οποία συνεπεία γεγονότων (όπως είναι ο πόλεμος) και δικαιολογημένου φόβου διώξεως (όπως είναι η φυλή, η θρησκεία, η εθνικότητα, οι πολιτικές διώξεις κοκ.), ευρίσκονται εκτός της χώρας, της οποίας έχουν την υπηκοότητα.
Τα άτομα αυτά κατά την παράνομη συνήθως είσοδο τους σε ένα κράτος, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται ως «λαθραία» αφού δεν πρόκειται για αντικείμενα, υποβάλλουν αίτημα για χορήγηση ασύλου – δηλαδή, αναγνώρισης της διεθνούς προστασίας τους. Εάν το αίτημα τους γίνει δεκτό, τότε αποτελούν «αναγνωρισμένους πρόσφυγες» και τελούν υπό καθεστώς διεθνούς προστασίας – ενώ τους παρέχεται το δικαίωμα παραμονής στη χώρα για τρία χρόνια, καθώς επίσης πρόσβαση στη δημόσια υγεία, στην παιδεία και στην κοινωνική ασφάλιση.
Για εκείνο δε το χρονικό διάστημα που το αίτημα τους εκκρεμεί, δεν μπορούν να φύγουν από τη χώρα, επειδή θεωρείται πιθανόν να έχουν ανάγκη ειδικής προστασίας – κάτι που εκμεταλλεύονται πολλοί μετανάστες που προσποιούνται τους πρόσφυγες. Εκτός αυτού οι συγκεκριμένοι παράνομοι «μετανάστες», γνωρίζοντας πως δεν θα εγκριθεί το αίτημα τους, εξαφανίζονται – με την έννοια ότι κρύβονται κοκ.
Οι αναγνωρισμένοι τώρα πρόσφυγες εφοδιάζονται με ένα ειδικό διαβατήριο (NANSEN), με το οποίο μπορούν να μεταβούν σε οποιαδήποτε από τις 116 χώρες που έχουν υπογράψει τη Διακήρυξη του 1951 – ενώ φυσικά είναι νόμιμοι και δεν επιτρέπεται να εκδιωχθούν.
(2) Μετανάστες: Εδώ συμπεριλαμβάνονται άτομα που για λόγους διαφορετικούς από ότι οι πρόσφυγες, οικονομικούς κυρίως αλλά όχι μόνο, εγκαταλείπουν οικιοθελώς τη χώρα τους, με στόχο να εγκατασταθούν νόμιμα κάπου αλλού – ενώ, σε αντίθεση με τους πρόσφυγες, μπορούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους όποτε το θελήσουν, αφού δεν κινδυνεύουν. Φυσικά οι βασικές αιτίες, λόγω των οποίων τόσο οι πρόσφυγες, όσο και οι μετανάστες εγκαταλείπουν τη χώρα τους είναι ουσιαστικά οι ίδιες: οι καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και η ασφάλεια, υλική και ψυχική.
Τέλος, δεν αιτιολογείται ο ρατσισμός ή/και η βίαιη αντιμετώπιση των ξένων, αλλά δεν είναι εύκολο να αποφευχθούν – ιδιαίτερα από «πρωτόγονα» άτομα με σχετικά χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, από μακροχρόνιους ανέργους, από χρεοκοπημένους επιχειρηματίες, από νομοταγείς Πολίτες που υφίστανται εγκληματικές επιθέσεις από ορισμένους ξένους ή τον εθνικιστικό/θρησκευτικό τους φανατισμό, από κάποιους άλλους που δίκαια διαμαρτύρονται για την κατάληψη/βρωμιά των δρόμων από παράνομους ξένους μικροπωλητές και αστέγους κοκ. Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν πολιτικά κόμματα που εκμεταλλεύονται όλους αυτούς τους Πολίτες των χωρών τους, για να αυξήσουν τους ψηφοφόρους τους– κλιμακώνοντας το πρόβλημα, το οποίο χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή, αντί να βοηθούν στην επίλυση του.
Πηγή: https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.