Ειδικοί εξηγούν στην «Κ» τα αίτια του προβλήματος και τονίζουν την αγωνία των ασθενών που χρειάζονται μεταγγίσεις
φωτ. Shutterstock
Δήμητρα Τριανταφύλλου
Κάθε Σεπτέμβριο, το πρόβλημα της έλλειψης αίματος αναδύεται στην επιφάνεια με εμφαντικό τρόπο. Τα καλέσματα σε «έκτακτες» αιμοδοσίες από άκρη σε άκρη στην Ελλάδα, μάς θυμίζουν (για λίγο) ένα σημαντικό, χρόνιο κοινωνικό πρόβλημα.
Η Ελλάδα χρειάζεται ετησίως 600.000 μονάδες αίματος για τις ανάγκες των ασθενών της. Σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ), αυτές θα μπορούσαν να καλυφθούν επαρκώς εάν η χώρα διέθετε 300.000 ενεργούς αιμοδότες, οι οποίοι θα δίνουν αίμα τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο. Αυτό που συμβαίνει τελικά είναι πως οι ενεργοί εθελοντές αιμοδότες φτάνουν περίπου τους 259.000 με τη συνεισφορά τους να καλύπτει το 65% των εθνικών αναγκών. Για το υπόλοιπο ποσοστό, όπως εξηγούν στην «Κ» άνθρωποι με γνώση του προβλήματος, ξεκινάει ένας (ανοργάνωτος) αγώνας δρόμου.
«Το πρόβλημα είναι διαχρονικό. Ανέκαθεν συγκεντρώναμε λιγότερο αίμα από τις ανάγκες μας» λέει στην «Κ» η Ναταλία Κρίτσαλη, ιδρύτρια της δραστήριας ΜΚΟ Bloode, η οποία μεταξύ άλλων στοχεύει στην αύξηση των εθελοντών αιμοδοτών. «Στην Ελλάδα βασιζόμαστε πολύ στους “δότες αντικατάστασης”, συγγενείς και φίλους δηλαδή. Αντί οι πολίτες να δίνουν εθελοντικά αίμα 2-3 φορές τον χρόνο, υιοθετείται η άποψη “αν κάποιος χρειαστεί, θα το μάθουμε”. Οι δε “προσωπικές κάρτες αιμοδότη” βασίζονται στην ανταλλαγή. Δίνεις μια μονάδα αίματος και έτσι, δικαιούσαι και εσύ μια. Στο τέλος, όλοι σκέφτονται: “θα δώσω 2-3 φορές στη ζωή μου αίμα και αν χρειαστώ θα το πάρω πίσω”. Η έλλειψη ενημέρωσης στο κοινό είναι κομβική. Στα σχολεία, τα παιδιά δεν μαθαίνουν για αυτό το τόσο σημαντικό κοινωνικό θέμα», εξηγεί.
Να σημειωθεί εδώ πως σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, μόλις το 49% των εθελοντών αιμοδοτών στη χώρα μας προσφέρει αίμα πάνω από μία φορά τον χρόνο.
Η κ. Κρίτσαλη μάς εξηγεί και γιατί οι ελλείψεις σε πολλά νοσοκομεία γίνονται αισθητές σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. «Μετά τα Χριστούγεννα, μετά το Πάσχα και ιδίως μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, το πρόβλημα διογκώνεται απότομα. Γιατί στις χαλαρές περιόδους των γιορτών και της ξεκούρασης, τα ποσοστά της εθελοντικής αιμοδοσίας πέφτουν κατακόρυφα.
Shutterstock
Στην πανδημία τα πράγματα χειροτέρεψαν – ο κόσμος φοβόταν να μπει και σε ένα βαθμό ακόμα φοβάται, σε ένα δημόσιο νοσοκομείο για να δώσει αίμα. Και να πούμε και το εξής βασικό που ίσως πολύς κόσμος αγνοεί: το αίμα έχει “ημερομηνία λήξης”. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια μπορούν να συντηρηθούν έως και 42 ημέρες, τα αιμοπετάλια για πέντε ημέρες. Γι αυτό και η αιμοδοσία πρέπει να είναι συνεχής».
Σύνθετο πρόβλημα
Η κ. Κρίτσαλη τονίζει πως υπάρχουν και άλλοι λόγοι πίσω από την παγίωση του προβλήματος. Η ίδια υπογραμμίζει την απουσία μιας κεντρικής διαχείρισης στη συλλογή και στη διάθεση του αίματος. «Και την ίδια στιγμή, το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας δεν ακολουθεί μια συνεχή, ξεκάθαρη πολιτική. Με κάθε νέα κυβέρνηση αλλάζει και το πρόσωπο που χαράσσει τη στρατηγική. Επίσης, οι αιμοδοσίες πραγματοποιούνται μόνο σε δημόσια νοσοκομεία, σε αντίθεση με πολλές χώρες του εξωτερικού όπου υπάρχουν σταθερά κέντρα αιμοδοσίας.
Στα έκτακτα καλέσματα βλέπουμε μεγάλη διαφορά. Όταν για παράδειγμα καλείς τον κόσμο για αιμοδοσία στον “Άγιο Σάββα” έρχονται 10 άτομα. Όταν τον καλείς στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης, όπως κάναμε πρόσφατα για λογαριασμό του συγκεκριμένου νοσοκομείου, έρχονται 80 άτομα.
Καμπάνια ενημέρωσης της Bloode για την ευασθητοποίηση των εθελοντών αιμοδοτών
Στην πραγματικότητα, χρειαζόμαστε χώρους αιμοδοσίας δίπλα στα σπίτια των πολιτών, σταθερά σημεία μέσα στους δήμους. Το Αιγάλεω είναι ένας δήμος που το έχει κάνει πράξη και διαθέτει αίθουσα αιμοδοσίας, η μοναδική που έχουμε εκτός νοσοκομείου. Λειτουργεί με στελέχωση του ΕΚΑΒ. Και κάτι άλλο: όταν τα τμήματα αιμοδοσίας στα νοσοκομεία λειτουργούν τις καθημερινές 09.00 με 14.00, πώς θα προσελκύσουν τους εργαζόμενους ανθρώπους;
Κάπως έτσι, συνέβη για άλλη μια φορά ό, τι συμβαίνει κάθε Σεπτέμβριο. Ενώ γνωρίζαμε ότι το πρόβλημα θα είναι μεγάλο, η ενημέρωση του κοινού και η πρόληψη δεν λειτούργησαν και αυτό είναι προβληματικό δεδομένου ότι το μητρώο των εθελοντών έχει πια ψηφιοποιηθεί».
Σε δύσκολη θέση οι ασθενείς με μεσογειακή αναιμία
Όταν ρωτάμε την κ. Κρίτσαλη αν υπάρχει κόσμος που «χάνεται» από την έλλειψη αίματος, μάς απαντά πως ποτέ δεν φτάνουμε σε αυτό το σημείο. «Όσοι κινδυνεύουν άμεσα, ένας τραυματίας τροχαίου για παράδειγμα, εξυπηρετούνται σε κάθε περίπτωση. Το πρόβλημα είναι έντονο στους ανθρώπους που χρειάζονται συχνές μεταγγίσεις. Οι συγκεκριμένοι, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 20 % με 25 % των ετήσιων αναγκών μας για αίμα, συχνά υπομεταγγίζονται. Επίσης, χειρουργεία που δεν είναι έκτακτα αναβάλλονται μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη ομάδα αίματος».
Η Μαρία Αγγελοπούλου, πρόεδρος του «Πανελληνίου Συλλόγου Πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία και Δρεπανοκυτταρική Νόσο» (ΠΑΣΠΑΜΑ) εξηγεί πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα για τους εν λόγω ασθενείς. Μάλιστα, πριν από λίγες ημέρες, τα μέλη του συλλόγου προχώρησαν σε διαμαρτυρία στην είσοδο της Μονάδας Μεσογειακής Αναιμίας και Δρεπανοκυτταρικής Νόσου στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» εδώ όπου σύμφωνα με την κ. Αγγελοπούλου εξυπηρετούνται περίπου 800 τακτικά μεταγγιζόμενοι.
Shutterstock
Όπως μας εξηγεί: «Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να μεταγγίζονται κάθε 15 ημέρες με δύο μονάδες αίματος. Λόγω έλλειψης, τελικά ακολουθείται το σύστημα της μιας μονάδας κάθε 10 ημέρες. Αναγκάζονται να φέρνουν έναν φίλο ή συγγενή τους για να καλύπτουν τις ποσότητες που χρειάζονται. Σκεφτείτε την αγωνία τους. Το σύστημα έχει χρόνιες παθογένειες. Πώς θα αναπτυχθεί αιμοδοσία με υποστελεχωμένα τμήματα, χωρίς πόρους; Το σχέδιο της πληροφοριακής-τεχνολογικής αναβάθμισης σε ένα κεντρικό σύστημα, προχωράει μεν, αλλά αργά».
Το παράδειγμα του «Άγιου Σάββα»
O «Άγιος Σάββας» είναι ένα νοσοκομείο που συχνά προβαίνει σε «έκτακτες» αιμοδοσίες. Η Γεωργία Γιαννοπούλου, επικεφαλής του τμήματος αιμοδοσίας στο συγκεκριμένο νοσηλευτικό ίδρυμα εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν. «Ως το μεγαλύτερο αντικαρκινικό νοσοκομείο της χώρας, γνωρίζουμε εξ’ αρχής πως οι ανάγκες μας για αίμα είναι πάντα αυξημένες. Έτσι, πριν από μερικά χρόνια αρχίσαμε να συλλέγουμε στατιστικά στοιχεία. Είδαμε πόσες αιμοδοσίες χρειαζόμαστε τον μήνα κατά μέσο όρο και είδαμε και ποιους μήνες έχουμε πολλά χειρουργεία. Μάθαμε τις ανάγκες και μετά οργανωθήκαμε αναλόγως.
Παρ’ όλα αυτά, έρχονται στιγμές που ζοριζόμαστε έντονα, κυρίως από την έλλειψη κάθε φορά μιας συγκεκριμένης ομάδας αίματος που χρειάζεται άμεσα ένας ή περισσότεροι ασθενείς. Κάποιες φορές, επικοινωνούμε με τα αντίστοιχα τμήματα στα κοντινά μας νοσοκομεία. Άλλες, στέλνουμε προσωπικό sms στους αιμοδότες-εθελοντές μας. Και φυσικά, κάνουμε καλέσματα για έκτακτες αιμοδοσίες, πολλές φορές σε συνεργασία με την Bloode. Όταν βγαίνουμε στον δρόμο, στις γειτονιές, έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με νέα παιδιά και καταφέρνουμε στη συνέχεια να τα κάνουμε τακτικούς αιμοδότες μας».
Πηγή: https://www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.