Του Γιώργου Κοντογιώργη*
Πώς ένας διανοούμενος του 11ου αιώνα χρονογραφεί και ερμηνεύει τα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας. Ο Μιχαήλ Ψελλός (1018-1078) ακριβολογεί προφητικά για την μοίρα του ελληνισμού στον 20ο αιώνα. (Κάθε γράμμα του αλφαβήτου που αντιστοιχεί σε ένα όνομα κυβερνήτη, μπορεί ο καθένας να το συμπληρώσει κατά βούληση με το όνομα του πολιτικού που κυβέρνησε τη χώρα από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Η σειρά είναι τυχαία)
«Μετά τον θάνατο του «Α», … ο νεότερος αδελφός του «Β»…., παρέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας υπερπλήρη αμέτρητου χρηματικού πλούτου,… επιτυγχάνοντας ώστε τα έσοδα να είναι πολλαπλάσια των εξόδων. Μόλις λοιπόν εγκατέλειψε τα επίγεια, κληροδότησε στον αδελφό του «Β» αμύθητους θησαυρούς χρημάτων.
Αυτός, παρέδωσε αντιθέτως τον εαυτό του ασυγκράτητο στον απολαυστικό βίο, αποφασίζοντας να διασπαθίσει και να κατασπαταλήσει τα πάντα. Αν μάλιστα δεν τον έπαιρνε ο θάνατος συντόμως, μόνος αυτός επαρκούσε για να χρεοκοπήσει ολόκληρη η χώρα. Ο «Β» υπήρξε λοιπόν ο πρώτος που άρχισε να διαφθείρει και να εξογκώνει το σώμα του κράτους, εν μέρει παχύνοντας ορισμένους υπηκόους του με χρηματικές παροχές και εν μέρει αίροντας άλλους σε θέσεις εξουσίας, στρέφοντάς τους έτσι προς έναν βίο φαυλότητας και διαφθοράς.
Μόλις αποδήμησε και αυτός, τον διαδέχτηκε στη ν εξουσία ο γαμπρός του «Γ», ο οποίος ονειρευόταν να εγκαινιάσει μια νέα δυναστεία. Γνωρίζοντας λοιπόν ότι για να εδραιώσει σε στέρεα θεμέλια τη δυναστεία του, έπρεπε να αποδεχθούν ο λαϊκός πληθυσμός και η στρατιωτική τάξη με προθυμία και ενθουσιασμό τους δικούς του διαδόχους, επιχείρησε να προκαταλάβει την αποδοχή τους, διαμοιράζοντάς τους πλούτη σε τεράστια κλίμακα. Το αποτέλεσμα ήταν να εξογκώσει ακόμα περισσότερο το πολύσαρκο σώμα (του κράτους), να επιδεινώσει την ασθένεια και να καταπλημμυρίσει το άρρωστο μέρος με περιττό λίπος. Απέτυχε όμως σε αμφότερες τις φιλοδοξίες του : ούτε εγκαινίασε καμία καινούργια δυναστεία ούτε κατόρθωσε να κληροδοτήσει ένα νοικοκυρεμένο κράτος.
Mόλις απεβίωσε και ο «Γ» και η διακυβέρνηση πέρασε στον «Δ», ο άνδρας αυτός χαλιναγώγησε τις περισσότερες νοσογόνες αιτίες, μολονότι δεν ήταν τόσο σθεναρός ώστε να μην αποτολμήσει να παχύνει ούτε κατ’ελάχιστο ένα σώμα εθισμένο να εκτρέφεται με άρρωστους χυμούς και να πλαδαρώνει με ανθυγιεινές τροφές. Και αυτός λοιπόν, μολονότι κατά τρόπο πενιχρό, επαύξησε αυτήν την πολυσαρκία. Αναμφίβολα ο «Δ» θα εξοντώνονταν αυτοστιγμεί αν δεν εμιμείτο, έστω και μερικώς, τους προηγούμενους κυβερνήτες. Παρόλ’αυτά, εάν διατηρείτο περισσότερα χρόνια στην εξουσία, οι υπήκοοί του θα μάθαιναν να ζουν κατά τρόπο σοφότερο. Γιατί ήταν αδύνατο να μην «έσκαγαν» μια μέρα σε τέτοιο ακραίο σημείο αδηφαγίας που είχαν εξαρθεί.
Αφού λοιπόν και αυτός ο κυβερνήτης απεβίωσε γρήγορα –παραλείπω εδώ τον ανιψιό του που κυβέρνησε αθλίως και εξεδιώχθη από την εξουσία με ακόμη αθλιότερο τρόπο– τότε ανέλαβε την πολιτική εξουσία αυτός που αποκαλείται Ευεργέτης από τους περισσότερους, εννοώ βεβαίως τον «Ε». Όταν αυτός ανέβηκε στο θρόνο, το κράτος έμοιαζε με πλοίο φορτηγό, γεμάτο μέχρι και την τελευταία του γωνία, ώστε μόλις που εξείχε πάνω από το επίπεδο των κυμάτων. Ετούτος λοιπόν ξεχειλίζοντας το πλοίο ακόμη περισσότερο, βούλιαξε το σκάφος ή, για να μιλήσω εναργέστερα επιστρέφοντας ταυτοχρόνως στην προηγούμενη μεταφορά μου, αφού προσέθεσε πλείστα τμήματα και μέλη στο από καιρό τώρα άρρωστο σώμα και αφού μετάγγισε ακόμα πονηρότερους χυμούς στα σπλάχνα του, διέστρεψε εντελώς τη φυσιολογική του συμπεριφορά και το αποστέρησε ολοκληρωτικά από την ήρεμη και ομαλή ζωή. Το αποτέλεσμα ήταν το σώμα της πολιτείας σιγά σιγά να αποχαλινωθεί και να αποθηριωθεί, μεταμορφώνοντας τους υπηκόους του σε πολυκέφαλα και εκατόγχειρα τέρατα….
Ο «Ε» αδιαφορούσε εντελώς για την τάξη στην ιεραρχία των αξιωμάτων που επικρατεί στο πολιτικό μας σύστημα και τα απαραβίαστα όρια που προσδιορίζουν την εξέλιξη στα ανώτερα κλιμάκια. Συγχέοντας την τάξη στην ιεραρχία και καταργώντας τα όρια, λίγο έλειψε να καταστήσει μέλη της γερουσίας όλον «τον αγοραίον και αγύρτην δήμον». Και δεν ακολούθησε την τακτική αυτή με ορισμένα πρόσωπα ή, τέλος πάντων, με ένα μεγάλο αριθμό από αυτά, αλλά ευθύς εξ αρχής ανέβασε στα υψηλότερα αξιώματα όλους ανεξαιρέτως. Βεβαίως αυτά γέννησαν γιορτές και πανηγύρια και σύμπασα η Πόλη γλεντοκοπούσε που επιτέλους ένας γενναιόδωρος κυβερνήτης ήρθε στα πράγματα, και όλα τα παρόντα ασύγκριτα εδόκει τοις πρότερον. Όμως μια χώρα που ξεφαντώνει, δύσκολα αντιλαμβάνεται τις ευθύνες της διακυβέρνησης του κράτους, ενώ, συνάμα, εκείνοι που τις συνειδητοποιούν, παραμελούν εντελώς τα καθήκοντά τους, μόλις δρέψουν το αντικείμενο των επιθυμιών τους.
Έπειτα από αυτόν, βασίλευσε η νόμιμη κληρονόμος «Ζ», η οποία, μολονότι φάνηκε ότι δεν θα εξαγρίωνε πολύ το τρομερό αυτό τέρας, προσέθεσε όμως και εκείνη, χωρίς να το καταλάβει, κάποια χέρια εδώ και κάποια πόδια πιο πέρα.
Όταν έλαβε τέλος και το περί αυτήν δραματούργημα, τα ηνία της εξουσίας περιήλθαν στα χέρια του «Η». Αυτός λοιπόν, επειδή ήταν εντελώς ανίκανος να θέσει υπό έλεγχο τους κραδασμούς του κυβερνητικού άρματος, παρασύρθηκε αυτοστιγμεί από την ορμή των αλόγων, διατρέχοντας τον ιππόδρομο με φοβερή αταξία, καταξαφνιασμένος και ο ίδιος από τον θόρυβο του καλπασμού. Και έτσι απεσύρθη από την τάξη των ηγετών για να εγκαταριθμηθεί μετά των πεζοπόρων. Θα έπρεπε αναμφίβολα να μην παραιτηθεί και να μην εγκαταλείψει καθόλου τα χαλινάρια της εξουσίας. Εκείνος όμως έμοιαζε με κάποιον που απεκδύεται την εξουσία για να επιστρέψει δρομαίος στον συνηθισμένο τρόπο ζωής του.
Συγχρόνως, έχοντας αδειάσει τα ταμεία του κράτους για την ικανοποίηση προσωπικών τους επιδιώξεων, …δεν χρειάζεται να διερωτηθεί κανείς για ποιους λόγους το κράτος των Ελλήνων έχανε το κύρος του, γιατί η δύναμη των άλλων εθνών αυξανόταν ενώ η δική μας κατέρρεε ολοκληρωτικά και γιατί κανένας δεν μπορούσε να θέσει τέρμα στις επιδρομές και στις λεηλασίες των αμέτρητων βαρβάρων. ..»
Αυτή λοιπόν την περίοδο, κατά την οποία οι περισσότεροι άνθρωποι μεταμορφώθηκαν σε θηρία και είχαν τόσο πολύ παχύνει ώστε υπήρχε άμεση ανάγκη πολλών καθαρτικών φαρμάκων, διαδέχθηκε μια νέα εποχή –εννοώ η εποχή του ακρωτηριασμού, της καυτηριάσεως και της εξυγιάνσεως του κρατικού μηχανισμού.
Ο «Θ» που διαδέχθηκε τους ανωτέρω στην εξουσία «ήταν εραστής της μετριοπαθούς ζωής και αποστρεφόταν κάθε τι άρρωστο και διεφθαρμένο. Συνάντησε ωστόσο τα ακριβώς αντίθετα και βρήκε τα πάντα νοσηρά και σάπια ενώ τα άλογα του κράτους έτρεχαν αφηνιασμένα από την αφετηρία τους, εντελώς ανεξέλεγκτα και απολύτως ακαθοδήγητα…..».
Αυτός μόλις ανέλαβε την εξουσία «ακύρωσε κάθε πολιτική πράξη» των προκατόχων του, αποσύροντας όλες τις παροχές και καταργώντας κάθε σπατάλη που αυτοί θέσπισαν…. Εξαιτίας αυτών όμως το λαϊκό πλήθος και ένα υπολογίσιμο μέρος των στρατιωτών και του κλήρου άρχισαν να τον αντιπαθούν, αυτοί δηλαδή που τα συμφέροντα επλήγησαν…
Όντως ο «Θ» φαινόταν σαν να μη διαχειριζόταν πολιτικές υποθέσεις, αλλά σαν να καθαρίζει την κόπρον του Αυγείου». «Και ενώ λοιπόν καυτηρίαζε και έτεμνε, συγκρατούσε και σταματούσε με πολλά τραβήγματα των χαλιναριών τα άλογα που έτρεχαν με αταξία, διέφυγε της προσοχής του το γεγονός ότι αυτός ο ίδιος διεφθάρη προτού επιβάλει τάξη και πειθαρχία στα πράγματα του κράτους».
Εν συμπεράσματι, όλοι αυτοί φαινόταν να αγνοούν ή να αδιαφορούν για το ουσιώδες: «ότι δύο πράγματα, κυρίως, συμβάλλουν στη διατήρηση της ηγεμονίας των Ελλήνων. Εννοώ το πολιτειακό μας σύστημα και η οικονομική μας επιφάνεια. Προσθέτω και ένα τρίτο: τη συνετή πολιτική διοίκηση και την ορθολογική κατανομή των πόρων».
*Πολιτικός Επιστήμονας, πρώην Πρύτανης Παντείου Παν/μιου
«Μετά τον θάνατο του «Α», … ο νεότερος αδελφός του «Β»…., παρέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας υπερπλήρη αμέτρητου χρηματικού πλούτου,… επιτυγχάνοντας ώστε τα έσοδα να είναι πολλαπλάσια των εξόδων. Μόλις λοιπόν εγκατέλειψε τα επίγεια, κληροδότησε στον αδελφό του «Β» αμύθητους θησαυρούς χρημάτων.
Αυτός, παρέδωσε αντιθέτως τον εαυτό του ασυγκράτητο στον απολαυστικό βίο, αποφασίζοντας να διασπαθίσει και να κατασπαταλήσει τα πάντα. Αν μάλιστα δεν τον έπαιρνε ο θάνατος συντόμως, μόνος αυτός επαρκούσε για να χρεοκοπήσει ολόκληρη η χώρα. Ο «Β» υπήρξε λοιπόν ο πρώτος που άρχισε να διαφθείρει και να εξογκώνει το σώμα του κράτους, εν μέρει παχύνοντας ορισμένους υπηκόους του με χρηματικές παροχές και εν μέρει αίροντας άλλους σε θέσεις εξουσίας, στρέφοντάς τους έτσι προς έναν βίο φαυλότητας και διαφθοράς.
Μόλις αποδήμησε και αυτός, τον διαδέχτηκε στη ν εξουσία ο γαμπρός του «Γ», ο οποίος ονειρευόταν να εγκαινιάσει μια νέα δυναστεία. Γνωρίζοντας λοιπόν ότι για να εδραιώσει σε στέρεα θεμέλια τη δυναστεία του, έπρεπε να αποδεχθούν ο λαϊκός πληθυσμός και η στρατιωτική τάξη με προθυμία και ενθουσιασμό τους δικούς του διαδόχους, επιχείρησε να προκαταλάβει την αποδοχή τους, διαμοιράζοντάς τους πλούτη σε τεράστια κλίμακα. Το αποτέλεσμα ήταν να εξογκώσει ακόμα περισσότερο το πολύσαρκο σώμα (του κράτους), να επιδεινώσει την ασθένεια και να καταπλημμυρίσει το άρρωστο μέρος με περιττό λίπος. Απέτυχε όμως σε αμφότερες τις φιλοδοξίες του : ούτε εγκαινίασε καμία καινούργια δυναστεία ούτε κατόρθωσε να κληροδοτήσει ένα νοικοκυρεμένο κράτος.
Mόλις απεβίωσε και ο «Γ» και η διακυβέρνηση πέρασε στον «Δ», ο άνδρας αυτός χαλιναγώγησε τις περισσότερες νοσογόνες αιτίες, μολονότι δεν ήταν τόσο σθεναρός ώστε να μην αποτολμήσει να παχύνει ούτε κατ’ελάχιστο ένα σώμα εθισμένο να εκτρέφεται με άρρωστους χυμούς και να πλαδαρώνει με ανθυγιεινές τροφές. Και αυτός λοιπόν, μολονότι κατά τρόπο πενιχρό, επαύξησε αυτήν την πολυσαρκία. Αναμφίβολα ο «Δ» θα εξοντώνονταν αυτοστιγμεί αν δεν εμιμείτο, έστω και μερικώς, τους προηγούμενους κυβερνήτες. Παρόλ’αυτά, εάν διατηρείτο περισσότερα χρόνια στην εξουσία, οι υπήκοοί του θα μάθαιναν να ζουν κατά τρόπο σοφότερο. Γιατί ήταν αδύνατο να μην «έσκαγαν» μια μέρα σε τέτοιο ακραίο σημείο αδηφαγίας που είχαν εξαρθεί.
Αφού λοιπόν και αυτός ο κυβερνήτης απεβίωσε γρήγορα –παραλείπω εδώ τον ανιψιό του που κυβέρνησε αθλίως και εξεδιώχθη από την εξουσία με ακόμη αθλιότερο τρόπο– τότε ανέλαβε την πολιτική εξουσία αυτός που αποκαλείται Ευεργέτης από τους περισσότερους, εννοώ βεβαίως τον «Ε». Όταν αυτός ανέβηκε στο θρόνο, το κράτος έμοιαζε με πλοίο φορτηγό, γεμάτο μέχρι και την τελευταία του γωνία, ώστε μόλις που εξείχε πάνω από το επίπεδο των κυμάτων. Ετούτος λοιπόν ξεχειλίζοντας το πλοίο ακόμη περισσότερο, βούλιαξε το σκάφος ή, για να μιλήσω εναργέστερα επιστρέφοντας ταυτοχρόνως στην προηγούμενη μεταφορά μου, αφού προσέθεσε πλείστα τμήματα και μέλη στο από καιρό τώρα άρρωστο σώμα και αφού μετάγγισε ακόμα πονηρότερους χυμούς στα σπλάχνα του, διέστρεψε εντελώς τη φυσιολογική του συμπεριφορά και το αποστέρησε ολοκληρωτικά από την ήρεμη και ομαλή ζωή. Το αποτέλεσμα ήταν το σώμα της πολιτείας σιγά σιγά να αποχαλινωθεί και να αποθηριωθεί, μεταμορφώνοντας τους υπηκόους του σε πολυκέφαλα και εκατόγχειρα τέρατα….
Ο «Ε» αδιαφορούσε εντελώς για την τάξη στην ιεραρχία των αξιωμάτων που επικρατεί στο πολιτικό μας σύστημα και τα απαραβίαστα όρια που προσδιορίζουν την εξέλιξη στα ανώτερα κλιμάκια. Συγχέοντας την τάξη στην ιεραρχία και καταργώντας τα όρια, λίγο έλειψε να καταστήσει μέλη της γερουσίας όλον «τον αγοραίον και αγύρτην δήμον». Και δεν ακολούθησε την τακτική αυτή με ορισμένα πρόσωπα ή, τέλος πάντων, με ένα μεγάλο αριθμό από αυτά, αλλά ευθύς εξ αρχής ανέβασε στα υψηλότερα αξιώματα όλους ανεξαιρέτως. Βεβαίως αυτά γέννησαν γιορτές και πανηγύρια και σύμπασα η Πόλη γλεντοκοπούσε που επιτέλους ένας γενναιόδωρος κυβερνήτης ήρθε στα πράγματα, και όλα τα παρόντα ασύγκριτα εδόκει τοις πρότερον. Όμως μια χώρα που ξεφαντώνει, δύσκολα αντιλαμβάνεται τις ευθύνες της διακυβέρνησης του κράτους, ενώ, συνάμα, εκείνοι που τις συνειδητοποιούν, παραμελούν εντελώς τα καθήκοντά τους, μόλις δρέψουν το αντικείμενο των επιθυμιών τους.
Έπειτα από αυτόν, βασίλευσε η νόμιμη κληρονόμος «Ζ», η οποία, μολονότι φάνηκε ότι δεν θα εξαγρίωνε πολύ το τρομερό αυτό τέρας, προσέθεσε όμως και εκείνη, χωρίς να το καταλάβει, κάποια χέρια εδώ και κάποια πόδια πιο πέρα.
Όταν έλαβε τέλος και το περί αυτήν δραματούργημα, τα ηνία της εξουσίας περιήλθαν στα χέρια του «Η». Αυτός λοιπόν, επειδή ήταν εντελώς ανίκανος να θέσει υπό έλεγχο τους κραδασμούς του κυβερνητικού άρματος, παρασύρθηκε αυτοστιγμεί από την ορμή των αλόγων, διατρέχοντας τον ιππόδρομο με φοβερή αταξία, καταξαφνιασμένος και ο ίδιος από τον θόρυβο του καλπασμού. Και έτσι απεσύρθη από την τάξη των ηγετών για να εγκαταριθμηθεί μετά των πεζοπόρων. Θα έπρεπε αναμφίβολα να μην παραιτηθεί και να μην εγκαταλείψει καθόλου τα χαλινάρια της εξουσίας. Εκείνος όμως έμοιαζε με κάποιον που απεκδύεται την εξουσία για να επιστρέψει δρομαίος στον συνηθισμένο τρόπο ζωής του.
Συγχρόνως, έχοντας αδειάσει τα ταμεία του κράτους για την ικανοποίηση προσωπικών τους επιδιώξεων, …δεν χρειάζεται να διερωτηθεί κανείς για ποιους λόγους το κράτος των Ελλήνων έχανε το κύρος του, γιατί η δύναμη των άλλων εθνών αυξανόταν ενώ η δική μας κατέρρεε ολοκληρωτικά και γιατί κανένας δεν μπορούσε να θέσει τέρμα στις επιδρομές και στις λεηλασίες των αμέτρητων βαρβάρων. ..»
Αυτή λοιπόν την περίοδο, κατά την οποία οι περισσότεροι άνθρωποι μεταμορφώθηκαν σε θηρία και είχαν τόσο πολύ παχύνει ώστε υπήρχε άμεση ανάγκη πολλών καθαρτικών φαρμάκων, διαδέχθηκε μια νέα εποχή –εννοώ η εποχή του ακρωτηριασμού, της καυτηριάσεως και της εξυγιάνσεως του κρατικού μηχανισμού.
Ο «Θ» που διαδέχθηκε τους ανωτέρω στην εξουσία «ήταν εραστής της μετριοπαθούς ζωής και αποστρεφόταν κάθε τι άρρωστο και διεφθαρμένο. Συνάντησε ωστόσο τα ακριβώς αντίθετα και βρήκε τα πάντα νοσηρά και σάπια ενώ τα άλογα του κράτους έτρεχαν αφηνιασμένα από την αφετηρία τους, εντελώς ανεξέλεγκτα και απολύτως ακαθοδήγητα…..».
Αυτός μόλις ανέλαβε την εξουσία «ακύρωσε κάθε πολιτική πράξη» των προκατόχων του, αποσύροντας όλες τις παροχές και καταργώντας κάθε σπατάλη που αυτοί θέσπισαν…. Εξαιτίας αυτών όμως το λαϊκό πλήθος και ένα υπολογίσιμο μέρος των στρατιωτών και του κλήρου άρχισαν να τον αντιπαθούν, αυτοί δηλαδή που τα συμφέροντα επλήγησαν…
Όντως ο «Θ» φαινόταν σαν να μη διαχειριζόταν πολιτικές υποθέσεις, αλλά σαν να καθαρίζει την κόπρον του Αυγείου». «Και ενώ λοιπόν καυτηρίαζε και έτεμνε, συγκρατούσε και σταματούσε με πολλά τραβήγματα των χαλιναριών τα άλογα που έτρεχαν με αταξία, διέφυγε της προσοχής του το γεγονός ότι αυτός ο ίδιος διεφθάρη προτού επιβάλει τάξη και πειθαρχία στα πράγματα του κράτους».
Εν συμπεράσματι, όλοι αυτοί φαινόταν να αγνοούν ή να αδιαφορούν για το ουσιώδες: «ότι δύο πράγματα, κυρίως, συμβάλλουν στη διατήρηση της ηγεμονίας των Ελλήνων. Εννοώ το πολιτειακό μας σύστημα και η οικονομική μας επιφάνεια. Προσθέτω και ένα τρίτο: τη συνετή πολιτική διοίκηση και την ορθολογική κατανομή των πόρων».
*Πολιτικός Επιστήμονας, πρώην Πρύτανης Παντείου Παν/μιου
Πηγή: ithesis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.