Σαν σήμερα, στις 15 Ιανουαρίου του 1919, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, μαρξίστρια και ηγετική μορφή των «Σπαρτακιστών», δολοφονείται από τα Freikorps, τις εθνικιστικές πολιτοφυλακές για την καταστολή της επανάστασης του Γενάρη στη Γερμανία.
Με αφορμή την επέτειο θανάτου της, δημοσιεύουμε κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη για την Ρόζα Λούξεμπουργκ:
Το τελευταίο της γράμμα, λίγο πριν την σκοτώσουν
«Η ψυχή μου βρίσκεται σε τέτοιο πυρετό, που είναι αδύνατο να δέχουμαι πια τους φίλους μου και να νιώθω πως μας επιβλέπουν οι φύλακες. Το βάσταξα με υπομον’η όλα τούτα τα χρόνια κι αν ήταν άλλοι καιροί, θα ‘κανα υπομονή. Μα τώρα που όλα συθέμελα άλλαξαν, δεν το ανέχομαι πια. Να μ’ επιβλέπουν την ‘ωρα που μιλω΄και να να μη με αφήνουν να προφέρω λέξη για ότι βαθύτατα μ’ ενδιαφέρει, μου κατήντησε τόσο μαρτύριο, που προτιμώ να στερηθώ κάθε επίσκεψη, ωσότου να μπορέσουμε να ιδωθούμε σαν ελεύτεροι άνθρωποι».
Σε λίγο καιρό, τον Γενάρη του 1919, τη σκότωσαν!
Αχ! Πως ανέβηκε ξαφνικά, μέσα στην Πεντέλη, η κραυγή: - Βοήθεια!
Δεν ήταν μια γυναίκα που φώναζε – ήταν η κραυγή, η σημερινή, ολάκερης της Γης.
Κατέβαινα το βουνό ταραγμένος. Τα δάκρυα είχαν τιναχτεί από τα μάτια μου. Πώς όταν είδα τη γυναίκα τούτη στη μακρινή πολιτεία να φωνάζει, απάνω στο τραπέζι, μικρή, αδύναμη κι άσκημη, πώς να μη χυθώ να σφίξω το χέρι της και να πάω μαζί της! Μα θυμούμαι, πειράχτηκα κι απόστρεψα το πρόσωπό μου. Ένας γιατρός, που ήταν μαζί μου είπε: «Θα είναι υστερική· θα την πάντρευα να ησυχάσει». Κι εγώ γέλασα, θυμούμαι.
Φρίσσω λογιάζοντας πόσο κτήνος μπορεί να ‘ναι ο άνθρωπος, χωρίς να το νιώθει. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα ξεπέσει τόσο, μεγαλύτερη αμαρτία δεν έκαμα.
Και τώρα τα δάκρυα ανεβαίνουν, μια καρδιά χτυπάει και γιομίζει με αντίλαλο την ερημιά, η ζωή ανασηκώνεται όλη απάνου στους αδύναμους, καμπουριασμένους ώμους της χλωμής τούτης μεγαλομάρτυρης αδελφής.
Έφυγε η κραυγή από το στήθος της, λευτερώθηκε από το εφήμερο κορμί της και δουλεύει, φωνάζοντας πολεμικά, μέσα στα στήθη των ανθρώπων. ΄
Τέτοια η κραυγή της λευτεριάς. Έκαμε χρόνια να φτάσει και να χτυπήσει την ψυχή μου. Άλλες ψυχές, πιο χαμηλά, πιο πέρα, ακόμα δεν τη γρίκησαν. Βλέπουν μια γυναίκα ν’ ανοίγει το στόμα της, να σηκώνει τα χέρια απάνου σ’ ένα τραπέζι, μα δεν ακούν τί λέει: ύστερα από πέντε, δέκα χρόνια, θ’ ακούσουν· κι η ψυχή τους θα τιναχτεί κραυγάζοντας.
Η κραυγή της Ρόζας Λούξεμπουργκ σκίζει τα σωθικά μας: -Βοήθεια!»
Ο αέρας άλλαξε, αναπνέει μιαν άνοιξη βαριά, γιομάτη θειάφι. Ποιος φώναξε; Εμείς φωνάζουμε, οι αδικημένοι άνθρωποι! Κι ύστερα σιωπή· ξεχνούμε από τεμπελιά, από συνήθεια, από φόβο. Μα ξάφνου πάλι η κραυγή σκίζει τα σωθικά μας. Γιατί δεν είναι απόξω, δεν είναι μακριά, δεν έρχεται, για να μπορούμε να ξεφύγουμε – μέσα στην καρδιά κάθεται η κραυγή και φωνάζει.
Ανίλεη, αυστηρή είναι η στιγμή που περνούμε. Δε στρέφουμε πια το πρόσωπό μας στον ουρανό, ζητώντας βοήθεια. Ξέρουμε, ουρανός και γης είναι ένα. Ο νους, ας είναι ο ποιητής ουρανού και γης· αυτός ανέλαβε όλη την ευθύνη του χαμού ή της σωτηρίας. Ο νους μας είναι σαν το «Μικρό Σκορπιό» μιας αφρικάνικης παράδοσης, που αν την ήξερε, πολύ θα την αγαπούσε η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
«Ο μικρός σκορπιός είπε: - Εγώ, ο μικρός σκορπιός ποτέ δε θα επικαλεστώ το όνομα του Θεού. Εγώ, ο μικρός σκορπιός, όταν θέλω να κάμω τίποτα, θα το κάμω με την ουρά μου»!"
Πηγή:Tvxs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.