Δημοφιλής και πολυβραβευμένος – πρόσφατα με το Ευρωπαϊκό Βραβείο Βιβλίου 2021 για το μυθιστόρημά του «Νίκη» - , ο Χρήστος Χωμενίδης παραμένει προσγειωμένος και προσηλωμένος στον αρχικό στόχο: Να παλεύει με λέξεις και εικόνες χωρίς να χάνει το εύψυχον και το παιγνιώδες, να διηγείται τον κόσμο ανακαλύπτοντάς τον, να τον ανακαλύπτει διηγούμενός τον.
Συνέντευξη στον Μενέλαο Κατσαμπέλα
Δέχτηκε ασμένως την πρόταση να φιλοξενηθεί συνέντευξή του στο παρθενικό φύλλο της «Πολιτείας Λαρισαίων», ευχήθηκε από καρδιάς τα καλύτερα για την διαδρομή της και μίλησε για το συγγραφικό παρελθόν, παρόν και … μέλλον του, καθώς γράφει αυτό τον καιρό το καινούριο του μυθιστόρημα που διαδραματίζεται σε ένα δικηγορικό γραφείο.
Μιλάει ακόμη για την δική του ιδανική Πολιτεία, το κακό ριζικό της φυλής μας και την αδυναμία της ελληνόφωνης λογοτεχνίας να προσεγγίσει το ευρύ κοινό του δυτικού κόσμου.
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
Κυκλοφορεί λοιπόν, τον Απρίλιο του 2022, μια καθημερινή επαρχιακή εφημερίδα, σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι εφημερίδες – ιδιαίτερα οι περιφερειακές – κλείνουν ή μετατρέπονται σε ηλεκτρονικά φύλλα. Πώς αισθανθήκατε στο άκουσμα της είδησης;
Αισθάνθηκα μεγάλη χαρά και ειλικρινή θαυμασμό για όσους συμμετέχουν στο εγχείρημα. Ως συνεργάτης εφημερίδων τα τελευταία τριάντα σχεδόν χρόνια, έχω προφτάσει τις ένδοξες εποχές όπου ένα κυριακάτικο φύλλο άνετα πουλούσε πάνω από διακόσιες χιλιάδες και ένα καθημερινό πάνω από πενήντα χιλιάδες. Οι καιροί άλλαξαν ανεπιστρεπτί, τα πράγματα δυσκόλεψαν σχεδόν αφόρητα για αντικειμενικούς λόγους. Όταν η τεχνολογία φέρνει την κάθε είδηση στο κομπιούτερ ή στο κινητό μας σε απευθείας σχεδόν μετάδοση, τι μένει στην εφημερίδα; Να αναλύει. Να σχολιάζει. Να φιλοξενεί γνώμες, χρονογραφήματα, γελοιογραφίες. Ρεπορτάζ που να πηγαίνουν κάτω από την επιφάνεια. Να πιάνει και να αποδίδει τον παλμό της κοινωνίας, εθνικής και τοπικής. Εφόσον το κάνετε, έχετε μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας στο εγχείρημα σας. Σάς το εύχομαι ολόψυχα.
Με την ευκαιρία, πώς οραματίζεσθε την ιδανική Πολιτεία;
Παραμένω συνεπής στις ιδέες μου, όσο και αν η πολιτική πραγματικότητα αλλάζει με ρυθμούς ενίοτε ραγδαίους.
Πιστεύω στην ανοιχτή κοινωνία, στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στην ελεύθερη αγορά ιδεών και αγαθών. Πιστεύω συνάμα στο κοινωνικό κράτος που θα προστατεύει τους πιο αδύναμους, το οποίο θα εγγυάται για όλους εκπαίδευση, περίθαλψη, ανθρώπινα στερνά. Είμαι εναντίον των οποιασδήποτε μορφής αποκλεισμών.
Πιστεύω ακράδαντα ότι η Ελλάδα διαθέτει πλούτο και δυναμική που -φευ!- εν μέρει μονάχα αξιοποιούνται. Τα ιδανικά που πυροδότησαν την Επανάσταση του 1821, ό,τι διέκρινε στην πατρίδα μας το κίνημα του φιλελληνισμού -μία προοπτική ξεχωριστή, μοναδική- υπάρχει ακόμα. Συν Αθηνά όμως και χείρα κίνει. Εάν εμείς διακονούμε μια μίζερη αντίληψη για τον τόπο μας, εάν καθηλωνόμαστε σε έωλα σχήματα και τραύματα, πώς θα συμβεί η υπέρβαση;
Ο νεαρός που είδε δημοσιευμένο πριν από περίπου 35 χρόνια το πρώτο του διήγημα στην ελληνική έκδοση του Playboy, έχει σήμερα υλοποιήσει τα όνειρα εκείνης της εποχής;
Τριαντατέσσερα χρόνια για την ακρίβεια! Θα ήμουν εντελώς αχάριστος άμα παραπονιόμουν. Κατάφερα ό,τι λαχταρούσα. Να διηγούμαι τον κόσμο ανακαλύπτοντάς τον. Να τον ανακαλύπτω διηγούμενός τον. Και να βρίσκω ευήκοα ώτα. Η ζωή μού προσφέρει διαρκώς αφθονία εμπνεύσεων. Που η σκληρή δουλειά τις μετασχηματίζει σε ιστορίες.
Ως απόφοιτος της Νομικής, αν δεν γινόσασταν ένας επαγγελματίας συγγραφέας, θα γινόσασταν ένας αντίστοιχα επιτυχημένος δικηγόρος;
Νομίζω ότι στη μαχόμενη δικηγορία, δεν θα τα πήγαινα άσχημα. Τι κάνει στην ουσία ο δικηγόρος; Φωτίζει την πραγματικότητα, την αφηγείται από την οπτική γωνία του εντολέα του. Βρίσκει πρόσφορους τρόπους υπαγωγής των περιστατικών τής κάθε υπόθεσης στον νόμο. Μού φαίνεται ερεθιστικότατο! Το νέο μου μυθιστόρημα, που ήδη έχω ξεκινήσει, διαδραματίζεται σε ένα δικηγορικό γραφείο. Ένας φίλος, επί των επάλξεων, μού έχει δώσει το ελεύθερο να περνάω ώρες στο γραφείο του, να τον συνοδεύω στα δικαστήρια ώστε να αντλώ στοιχεία και εικόνες. Με συναρπάζει αυτή η έρευνα…
Το περίφημο «Σοφό Παιδί», το πρώτο σας μυθιστόρημα, έφτασε να προκαλεί ερωτηματικά του είδους «μήπως έχουμε το νέο Καραγάτση;». Πώς χειριστήκατε εκείνη την περίοδο την ξαφνική αναγνώριση; Είναι διαφορετική η περίσταση σήμερα μετά την διεθνή βράβευση της «Νίκης»;
Ήμουν εικοσιέξι χρονών όταν κυκλοφόρησε το «Σοφό Παιδί» κι έγινε μέσα σε ελάχιστες εβδομάδες ανάρπαστο. Το τόσο ξαφνικό ενδιαφέρον για το βιβλίο μου και για εμένα τον ίδιο με τάραξε. Κόντεψα να χάσω τα αβγά και τα πασχάλια. Για να γειωθώ, διέκοψα την αναβολή μου και πήγα στον στρατό. Κατά τη διάρκεια της θητείας μου συνέλαβα το δεύτερό μου μυθιστόρημα, «Το Ύψος των Περιστάσεων», που είναι μια πολεμική τραγικωμωδία.
Με την απονομή στη «Νίκη» του Ευρωπαϊκού Βραβείου Βιβλίου για το 2021, τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Βρίσκομαι πλέον σε μια ηλικία όπου μπορώ να διακρίνω ευκρινέστερα το ουσιώδες. Απήλαυσα την τόσο μεγάλη τιμή, τα εγκωμιαστικά λόγια από γνωστούς και αγνώστους μου, την τελετή βράβευσης στο Ευρωκοινοβούλιο. Ήξερα όμως και ό,τι θα επακολουθούσε. Απόπειρες μετριασμού τού γεγονότος, σταγόνες υποδόρειες χολής, μικρές κακίες από ανθρώπους δυστυχώς του χώρου…
Δεν ιδρώνει το αυτί μου. Διότι έχω απόλυτη συνείδηση πως η «Νίκη» δεν ανήκει καν σε εμένα. Εγώ απλώς την έγραψα, μεταπλάθοντας τις ιστορίες που είχα ακούσει από πρόσωπα που γνώριζα καλά και συγκροτώντας τες σε μια εθνική αφήγηση για τον 20ο αιώνα. Με τη ματιά του 21ου αιώνα. Η «Νίκη» ανήκει περισσότερο στα σημερινά παιδιά, στη γενιά της κόρης μου, σε εκείνη άλλωστε εξαρχής την αφιέρωσα.
Όσο για μένα, θα εξακολουθήσω να παλεύω με τις λέξεις και με τις εικόνες όσο ζω. Ελπίζοντας ποτέ μου να μη χάσω ούτε το εύψυχον ούτε το παιγνιώδες.
Με αφορμή την τύχη της «Νίκης», τί σκέφτεστε για το … «προαιώνιο» ζήτημα της μετάφρασης, έκδοσης και επιτυχημένης προβολής της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό; Φταίει το επίπεδο της λογοτεχνίας μας, η ελλιπής συνεισφορά της ελληνικής πολιτείας, το … «κακό το ριζικό μας» ή τί;
Κακά τα ψέμματα. Από τους λογοτέχνες της σύγχρονης Ελλάδας, παγκόσμια ακτινοβολία, στο ευρύ κοινό, γνώρισαν μόνον ο Καβάφης, ο Καζαντζάκης και ο Βασιλικός με το «Ζ». Ούτε καν τα δύο Νόμπελ μας. Ούτε ο Σολωμός… Ποιητές και πεζογράφοι, που εάν έγραφαν στα αγγλικά ή στα ισπανικά θα ήταν διεθνώς καταξιωμένοι, δεν έστερξαν να υπερβούν τα σύνορα μας.
Τι ευθύνεται; Η μικρή σε διάδοση γλώσσα μας. Καθώς και τα στερεότυπα σχετικά με την Ελλάδα, τα οποία πολύ δύσκολα σπάνε. Σε έναν βαθμό και η κακή μας τύχη. Πιθανόν εάν ένας μας πετύχαινε να κάνει τη διαφορά, να εξάψει το ενδιαφέρον των ξένων αναγνωστών, πιθανόν -λέω- να ακολουθούσαν και άλλοι και άλλοι…
Πώς θα συμβεί κάτι τέτοιο; Πρέπει να συνηγορήσουν τόσες συνθήκες -για να μην πω τόσες συμπτώσεις-, ώστε καταλήγουμε να προσβλέπουμε σε μια ευτυχή συναστρία. Για να το κάνω πιο λιανά: εάν μία εξαιρετικά επιδραστική προσωπικότητα στην Αμερική -ο Μπάρακ Ομπάμα λόγου χάριν ή η Όπρα Γουίνφρεϊ- διάβαζε το «Τρίτο Στεφάνι», για παράδειγμα, και τού άρεσε και το συνέστηνε, το ενδιαφέρον για τους Έλληνες συγγραφείς ακαριαία θα φούντωνε. «Ποιος θα βάλει τον Ταχτσή στο κομοδίνο του Ομπάμα;» Σαν τίτλος παιδικού παραμυθιού δεν ακούγεται;
Μιλώντας για το κακό το ριζικό μας, μετά την μνημονιακή κρίση, την πανδημία, την εκρηκτική αύξηση στις τιμές της ενέργειας, έρχεται ένας πόλεμος που προκαλεί νέα προσφυγική κρίση αλλά και μια αναμενόμενη επισιτιστική. Πόσο άλλαξε ο Έλληνας όλα αυτά τα χρόνια και πώς κρίνετε τον ρόλο των διανοουμένων και του πνευματικού κόσμου το ίδιο διάστημα;
Άλλαξε πολύ και καθόλου. Σε άλλες εκδηλώσεις του ωρίμασε τρώγοντας τα μούτρα του. Έγινε -θέλω να ελπίζω- λίγο πιο επιφυλακτικός απέναντι στη δημαγωγία. Σε άλλες παραμένει καθηλωμένος, αμετανόητος νοσταλγός ενός παρελθόντος το οποίο πιθανόν να μην υπήρξε και ποτέ…
Μην με ρωτάτε ωστόσο ως εκπρόσωπο του «πνευματικού κόσμου». Εγώ ούτε διανοούμενος δηλώνω ούτε την αίγλη του «ανθρώπου του πολιτισμού» διεκδίκησα ποτέ. Ένας λαϊκός συγγραφέας είμαι εγώ. Ο οποίος αρθρώνει λόγο για τα κοινά υπό την ιδιότητα τού ενεργού και εναργούς πολίτη.
Διακόσια χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, εκατό από την Μικρασιατική Καταστροφή, αυτός ο λαός πορεύεται απαντώντας, θετικά ή αρνητικά, στις προκλήσεις των καιρών, μεγαλουργώντας ή σκύβοντας το κεφάλι. Θα τα καταφέρουμε με τις τωρινές προκλήσεις κ. Χωμενίδη;
Να αφανιστούμε μάλλον αποκλείεται. Κάπως θα βρούμε όπως πάντοτε την άκρη, κάπως θα ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις των καιρών. Η πορεία, ξέρετε, των εθνών και των ανθρώπων δεν είναι ευθύγραμμη. Είναι σπειροειδής. Κόβουν κύκλους, φαίνεται σαν να περνούν ξανά και ξανά από τα ίδια και τα ίδια. Σε κάθε κύκλο ωστόσο, έστω και ελάχιστα, ανεβαίνουν. Ασφαλώς υπάρχουν περίοδοι αμήχανες, έως και στείρες. Εκεί όμως που δεν το περιμένεις, κάτι καινούργιο φυτρώνει από μια γη που τη νόμιζες χέρσα.
Ο φίλος μου ο Νίκος Πορτοκάλογλου το τραγουδάει πάρα πολύ ωραία: «Ίσως να μείνουμε εδώ μα ίσως και να το σκάσουμε. Ίσως να βρούμε νερό μα ίσως και να διψάσουμε. Ίσως και να χαθούμε μα ίσως να ξανασμίξουμε. Ίσως και να σωθούμε μα ίσως να ναυαγήσουμε…»-
Ποιος είναι ο Χρήστος Χωμενίδης
Γεννηµένος τον Αύγουστο του 1966 στην Αθήνα, ο Χ.Α. Χωµενίδης έχει τελειώσει τη Νοµική Σχολή. Το 1993 εξέδωσε το “Σοφό παιδί”. Ακολούθησαν άλλα έντεκα µυθιστορήµατα και δεκάδες διηγήµατα, που µεταφράστηκαν στα γαλλικά, στα αγγλικά, στα ισπανικά, στα τσέχικα, στα λιθουανικά, στα τούρκικα και στα εβραϊκά. Το 2015 οι αναγνώστες τίµησαν τη “Νίκη” και το 2019 τον “Φοίνικα” µε το Βραβείο Μυθιστορήµατος Public. Στη “Νίκη” απονεµήθηκαν επίσης το Βραβείο Μυθιστορήµατος του περιοδικού “Αναγνώστης”, το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας και το Βραβείο Ευρωπαϊκού Μυθιστορήματος (Prix du Livre Europeen). Την άνοιξη του 2017 η “Νίκη” µεταφέρθηκε στο θέατρο σε σκηνοθεσία του Σταµάτη Φασουλή. Το τελευταίο του μυθιστόρημα “Ο Τζίμης στην Κυψέλη” κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 2021. Ο Χ.Α. Χωµενίδης κατοικεί πάντα στην Κυψέλη και επιµένει να ελπίζει στο καλύτερο.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε αρχικά την Κυριακή 3 Απριλίου στο παρθενικό φύλλο της «Πολιτείας Λαρισαίων»
Πηγή: https://www.formedia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.