Είναι, δυστυχώς, γεγονός αδιαμφισβήτητο πως οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες απέτυχαν παταγωδώς να εμπνεύσουν στα μέλη τους μια διάθεση αυθεντικών αισθημάτων έγνοιας και αλληλεγγύης προς τους συνανθρώπους τους. Αντ΄αυτών, ενθαρρύνεται και γιγαντώνεται, ολοένα και περισσότερο, η αντίληψη του «αγάπα, πάνω απ΄όλους και απ΄όλα, τον εαυτό σου και οτιδήποτε μπορεί να τον κάνει να νιώθει ξεχωριστός και καλύτερος από οποιονδήποτε άλλον».
Ταυτόχρονα, η εξεζητημένη εστίαση στην εξωτερική εμφάνιση και, γενικώς, στο «φαίνεσθαι» γίνεται ολοένα και πιο ορατή μέσα από νέες μορφές έκφρασης, όπως και κυρίως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Μ.Κ.Δ.). Το περιρρέον πολιτισμικό μας περιβάλλον καλλιεργεί και ευνοεί μια ανάγκη συνεχούς αναζήτησης προσοχής και επιβεβαίωσης που θα αποτελέσει, για όσους το έχουν ανάγκη, πιστοποιητικό πως η εκδοχή του εαυτού, που επιλέγουν για να τους αντιπροσωπεύσει προς τα έξω -διαμέσου π.χ. φωτογραφιών (instagram), προφίλ (facebook) κ.ά.- είναι κοινωνικά αποδεκτή. Κύρια «θύματα» αυτού του νέου τρόπου έκφρασης και διαχείρισης ναρκισσιστικών αναγκών -αλλά και καθηλώσεων- είναι οι έφηβοι και νεαρά άτομα θηλυκού, κυρίως, γένους.
Ένα τέτοιο πολιτισμικό περιβάλλον, όμως, έχει δημιουργήσει, και συνεχίζει να δημιουργεί, στρατιές εγωκεντρικών και εγωπαθών ατόμων, με μια, συχνά, εξεζητημένα υπερφίαλη και μη ρεαλιστική εικόνα εαυτού, οι συνέπειες της οποίας είναι, συνήθως, σοβαρότατες.
Όταν η έγνοια και η αγάπη για τον διπλανό μας -συγγενή, φίλο, γείτονα κ.ά.- γίνεται τριτοδεύτερη ή μη καν επιλογή, για την πλειοψηφία των μελών μιας κοινωνίας, τότε η κοινωνία αυτή νοσεί βαρέως, καθώς τα θεμέλια της κοινωνικής συνοχής και της ανθρώπινης συνύπαρξης έχουν στην κυριολεξία διαρραγεί.
Η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα;
Ένα αυτονόητο, αλλά σημαντικό, ερώτημα που γεννάται είναι: «Είναι τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης αυτά που ελκύουν άτομα με έντονα ναρκισσιστικά στοιχεία ή ναρκισσιστική προσωπικότητα ή μετατρεπόμαστε σε νάρκισσους εξαιτίας της επιρροής που ασκούν τα Μ.Κ.Δ. επάνω μας;».
Άτομα με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζονται, μεταξύ άλλων, από μια απύθμενη ανάγκη αποδοχής, επιβεβαίωσης, θαυμασμού και ενδείξεων αγάπης από τους άλλους, ανεξάρτητα από το πώς τα ίδια είναι ή φέρονται προς αυτούς. Από έρευνες που έχουν γίνει, συγκρίνοντας τα στοιχεία χαρακτήρα και τους στόχους ζωής ατόμων που γεννήθηκαν από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1990 με αυτά ατόμων που γεννήθηκαν αμέσως μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καταδεικνύεται πως, στα άτομα της πρώτης ηλικιακής ομάδας, έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των εξωτερικών αξιών, όπως είναι, για παράδειγμα, ο πλούτος, το κοινωνικό status, η αναγνωρισιμότητα κ.ά., σε βάρος των εσωτερικών αξιών, όπως είναι π.χ. η έγνοια για τους άλλους, η κοινωνική αλληλεγγύη και δικαιοσύνη, η αποδοχή του εαυτού κ.ά.
Τα ευρήματα αυτά ερμηνεύονται ως σαφείς ενδείξεις μιας ναρκισσιστικής στροφής προς στον ίδιο τον εαυτό, με την έννοια του ότι, στα νεότερης ηλικίας άτομα, ενδυναμώνεται ολοένα και περισσότερο η αντίληψη που λέει: «Όσο πιστεύω στον εαυτό μου, αδιαφορώ παντελώς για τη γνώμη των άλλων». Με άλλα λόγια, υπάρχει μια μετατόπιση του κέντρου βάρους από το συλλογικό προς το ατομικό, πτυχή της οποίας αποτελεί η έκθεση και το μοίρασμα της οποιασδήποτε μορφής προσωπικών στοιχείων και βιωμάτων σχεδόν με τον οποιονδήποτε που έχει τη διάθεση να τα διαβάσει. Αυτού του είδους ο ψυχαναγκαστικός εστιασμός στον εαυτό και στα περί αυτού -και, κατ΄επέκταση, ο υπερτονισμός της αυτοεκτίμησης-, που οδηγούν στην ολοένα και μεγαλύτερη αδιαφορία και έλλειψη συναισθαντικότητας για τους άλλους, αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά ενός ναρκισσιστικού τρόπου λειτουργίας, όπου το κατεξοχήν ζητούμενο είναι η κάλυψη προσωπικών αναγκών και όχι η ύπαρξη ευρύτερων και πιο συλλογικών στόχων και ονείρων, όπως παλαιότερα…
Επιπλέον, η εμμονή σε σχόλια πως όλα είναι «υπέροχα» και «τέλεια», που αποτελούν μια εικονική εκδοχή της πραγματικότητας, καθώς επίσης και η εμμονή απόκτησης όσο περισσότερων γίνεται -άγνωστων στην πλειοψηφία τους- ψηφιακών «φίλων» αποτελούν και αυτά, ως ένα βαθμό, στοιχεία ενός ναρκισσιστικού τρόπου ψυχικής λειτουργίας.
Από τα προαναφερθέντα, βγαίνει το συμπέρασμα πως η ολοένα και μεγαλύτερη χρήση, καθώς και ο αυξανόμενος αριθμός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ((Facebook, Twitter, Instagram, Google+, Pinterest κ.ά.) αποτελούν άριστα εργαλεία στα χέρια ατόμων με ναρκισσιστική δομή προσωπικότητας καθώς δίνουν τροφή στον αδηφάγο Μινώταυρο των υπέρμετρων και ακόρεστων ναρκισσιστικών αναγκών τους για επίδειξη, επιβεβαίωση, θαυμασμό κ.ά.
Η μετάβαση από το συλλογικό στο ατομικό και η αλληλεπίδρασή τους
Πριν από την εποχή της πληροφορίας, όπως αποκαλείται, η επικοινωνία των ανθρώπων γίνονταν σε παρόντα χρόνο και χώρο. Τα άτομα βρίσκονταν, δηλαδή, στον ίδιο χώρο και χρόνο ταυτόχρονα. Τώρα πλέον, στην επικοινωνία των ανθρώπων (τηλέφωνα, skype, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.ά.), υφίσταται ένας διαχωρισμός ανάμεσα στο χώρο και στο χρόνο. Δεν χρειάζεται να είσαι στον ίδιο χώρο για να μπορείς να επικοινωνείς, ούτε καν να γνωρίζεις τον άλλον. Ο χρόνος έχει αποκτήσει πλέον μεγαλύτερη αξία από το χώρο. Αυτό μπορεί να δημιουργεί, κατά μία έννοια, μια αίσθηση εγγύτητας προς τους άλλους αλλά, ταυτόχρονα, και μιας απόστασης, ενισχύοντας, δηλαδή, τόσο την ψευδαίσθηση «συνύπαρξης» όσο και την αίσθηση μοναξιάς…
Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο προσωπικό και το δημόσιο έχει σχεδόν καταργηθεί, με την αποφασιστική συμβολή των Μ.Κ.Δ. Το blog ή ο «λογαριασμός» του καθενός έχει μετατραπεί -από ενός είδους προσωπικό- σε δημόσιο ημερολόγιο που μπορεί, δυνητικά, να διαβασθεί από εκατομμύρια άλλους ή τουλάχιστον από χιλιάδες «φίλους». Έρευνες δείχνουν πως η πιο δημοφιλής λέξη -αλλά και το πιο δημοφιλές θέμα- μεταξύ των χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι το «εγώ». Αυτό σημαίνει πως το «εγώ» γίνεται, κατά κάποιον τρόπο, πρωταγωνιστής σε μια δημόσια αρένα, εξαρτώμενο από τις «επευφημίες», την επιβεβαίωση και το χειροκρότημά της, διαμορφώνοντας, με τον τρόπο αυτό, μια «επιλεκτική προσωπική ταυτότητα», δηλαδή, την ταυτότητα που επιλέγει να παρουσιάσει δημόσια ο χρήστης, αλλά και μία ιδιότυπη «συλλογική ταυτότητα», διαμέσου των προσωπικών του σχολίων σε blogs ή αναρτήσεις άλλων.
Οι συμπαγείς κοινωνίες, που μέχρι και πριν από λίγα χρόνια γνωρίζαμε, δεν υπάρχουν πια. Τα σαφή όρια όσον αφορά στα έθνη, στις παραδόσεις στο χώρο και στο χρόνο, στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και στην ταυτότητα των ανθρώπων αντικαθιστώνται σταδιακά και σταθερά από τις αξίες και τις αξιώσεις της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή της ομογενοποίησης εθνών και ανθρώπων. Η έννοια, η αίσθηση, η δύναμη και η επιρροή της συλλογικότητας αποδυναμώνονται, εξαναγκάζοντας στην ουσία το κάθε άτομο να αισθάνεται πως η ευθύνη της ζωής του βρίσκεται, σχεδόν αποκλειστικά, στα δικά του χέρια και πως οι όποιες απαντήσεις ζητά μπορούν να βρεθούν, κοιτώντας και μιμούμενος τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τη ζωή τους οι άλλοι.
Δεν υπάρχουν πλέον ούτε οι πάλαι ποτέ πεφωτισμένοι ηγέτες που θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτήν την ευθύνη ή να παίξουν το ρόλο του καθοδηγητή ή εμπνευστή. Ταυτόχρονα, η οικογένεια έχει αποδυναμωθεί και, μαζί με αυτήν, το κύρος των γονιών που αποτελούσε βασικό ρυθμιστή και σημείο αναφοράς. Τώρα πια, ζούμε σε έναν κόσμο όπου οι περισσότεροι κοιτούν δίπλα και τριγύρω τους για να βρουν τις απαντήσεις στα διάφορα υπαρξιακά ή μη ερωτήματά τους, για να εισπράξουν την προσοχή και επιβεβαίωση που έχουν ανάγκη, αλλά και το σημείο αναφοράς που τους λείπει.
Παλαιότερα, οι κοινωνικά και οικονομικά πιο αδύναμοι, διαθέτοντας ελάχιστες δυνατότητες για να αλλάξουν κάτι στη ζωή τους από μόνοι τους, προσέβλεπαν, για παράδειγμα, στη βοήθεια του συνδικάτου, στην αποτελεσματικότητα των μαζικών κοινωνικών αγώνων ή στη φερεγγυότητα ηγετών που έδιναν -πραγματική ή μη- ελπίδα και προοπτική. Τώρα, ο καθένας μπορεί μεν να θεωρεί πως είναι «ελεύθερος» να εκφράζεται όπως και όταν θέλει σε άπειρες διαδικτυακές «γειτονιές» αλλά είναι, συνάμα, απόλυτα μόνος απέναντι στα προβλήματα και τις προκλήσεις της ζωής. Εδώ, έρχονται τα Μ.Κ.Δ. να καλύψουν μέρος αυτού του χαώδους συχνά κενού, με τη χρήση τους να προσλαμβάνει μορφή εξάρτησης ή, στην καλύτερη περίπτωση, αναγκαιότητας…
Ναρκισσισμός και Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης
Είναι κοινά αποδεκτό πως άτομα με ναρκισσιστική δομή προσωπικότητας χρησιμοποιούν τις κοινωνικές τους σχέσεις ως μέσο δόμησης της εικόνας του εαυτού αλλά και της αυτοεκτίμησής τους. Συνήθως, δεν ενδιαφέρονται για μακροχρόνιες σχέσεις. Προσπαθούν να δημιουργήσουν διάφορες επιφανειακές, κατά κύριο λόγο, κοινωνικές σχέσεις ώστε να θεωρούνται άτομα δημοφιλή, με προσβάσεις και κοινωνικό κύρος. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν και κάποιες βαθύτερες διαδικτυακές κοινωνικές σχέσεις. Το σύνηθες και ζητούμενο είναι, όμως, η δημιουργία ενός μεγάλου αριθμού διαδικτυακών φίλων. Εκτός αυτού, τα Μ.Κ.Δ. δίνουν απεριόριστη δυνατότητα, σε αυτούς που το επιθυμούν, να παρουσιάζουν όπως ακριβώς θέλουν την εικόνα του εαυτού τους, διαμέσου φωτογραφιών και αυτοπεριγραφών, δηλαδή διαμέσου μιας αυτοδιαφήμισης…
Ο ναρκισσιστικός -κατά άλλους, αντικοινωνικός- τρόπος λειτουργίας πολλών ατόμων, που χρησιμοποιούν συστηματικά τα Μ.Κ.Δ., διαφαίνεται και από την ανάγκη τους για κοινωνική στήριξη από άλλα μέλη του εκάστοτε ιστότοπου στον οποίο φιλοξενούνται ή έχουν προσωπικό blog. Τα άτομα αυτά θέλουν να εισπράττουν κοινωνική στήριξη που είναι, συνήθως, μεγαλύτερη από αυτήν που είναι διατεθειμένα να δώσουν στους άλλους, και ενοχλούνται ιδιαίτερα σε περίπτωση που δεν εισπράττουν απάντηση σε κάποιο δικό τους σχόλιο ή εάν εισπράξουν κάποιο αρνητικό σχόλιο. Η ανάγκη τους δε για όσο το δυνατόν περισσότερους «φίλους» ή μεγαλύτερο «ακροατήριο» τους οδηγεί στην αποδοχή ακόμα και πολύ προσωπικών ερωτήσεων από αγνώστους, αντί να χρησιμοποιούν το όποιο Μ.Κ.Δ. ως τόπο κοινωνικής συνδιαλλαγής με ήδη υπάρχοντες φίλους.
Μία σοβαρή ψυχολογική ερμηνεία για τις προαναφερθείσες αντιδράσεις είναι το ότι τα άτομα με σαφή ναρκισσιστικό τρόπο ψυχικής λειτουργίας ταυτίζονται με μία εξιδανικευμένη εκδοχή της εικόνας του εαυτού τους, απαιτώντας υποσυνείδητα από τους άλλους να προσαρμοστούν αναλόγως σε αυτήν. Εάν κάποιος δεν το πράξει, δηλαδή, δεν προσαρμοστεί στις προδιαγραφές της υποσυνείδητης αυτής φαντασίωσης του εν λόγω ατόμου, τότε βιώνεται ως απειλητικός και απορριπτικός. Το άτομο, όμως, που λειτουργεί με αυτόν τον ναρκισσιστικό τρόπο δεν μπορεί να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους απειλείται και απορρίπτεται από τον άλλον καθώς είναι σε υπερβολικό βαθμό στραμμένο στον εαυτό του και δεν διαθέτει εκείνην την ψυχική ωριμότητα που να του επιτρέπει να διακρίνει τις απαιτήσεις από τις ανάγκες του. Οι απαιτήσεις του από τους άλλους εκλαμβάνονται ως ανάγκες των οποίων την κάλυψη δικαιούται πλήρως. Αυτό που στην ουσία συμβαίνει, όμως, είναι πως κατηγορούν τους άλλους ακριβώς για αυτά που αφορούν το δικό τους χαρακτήρα…
Προσωπική μου άποψη είναι πως τα Μ.Κ.Δ. -άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο- καλλιεργούν και ενθαρρύνουν ενός είδους ναρκισσιστική συμπεριφορά και τρόπο λειτουργίας. Πολλοί από αυτούς, που «εκτίθενται» προς δημόσια κρίση, υιοθετούν ρόλους και παρουσιάζουν εκδοχές εαυτού που να είναι όχι μόνον αποδεκτές, αλλά και να επιβραβεύονται, αν είναι δυνατόν, από τους διαδικτυακούς τους «φίλους» που είναι, για τους λόγους αυτούς, ιδιαίτερα σημαντικοί. Επιπλέον, όσο περισσότεροι είναι οι διαδικτυακοί «φίλοι» τόσο μεγαλύτερες και οι πιθανότητες για περισσότερα «likes» και θετικά σχόλια που αποτελούν τροφή της εικόνας εαυτού και της αυτοεκτίμησής τους.
Από την άλλη, γνωρίζουμε πολύ καλά πως ελκόμαστε, εξαρτόμαστε, προσεγγίζουμε και σχετιζόμαστε από και με ό,τι έχουμε ανάγκη ή που μας λείπει ώστε να καταφέρουμε να έχουμε μια σχετική, τουλάχιστον, ψυχική ισορροπία. Όσο μεγαλύτερα είναι τα προσωπικά μας ελλείμματα τόσο μεγαλύτερη και η ανάγκη ή η εξάρτησή μας από αυτό που μας λείπει, έμψυχο ή άψυχο. Αυτό σημαίνει πως άτομα με έναν ναρκισσιστικό τρόπο ψυχικής λειτουργίας έλκονται ευκολότερα από τις δυνατότητες αυτοπροβολής, επιβεβαίωσης, προσοχής, θαυμασμού και κάλυψης ανάλογων ναρκισσιστικών αναγκών που δίνουν τα Μ.Κ.Δ.
Έχουμε φθάσει στο σημείο όπου η «διαδικτυακή κοινωνία» είναι, για πολλούς, εξίσου πραγματική και σημαντική με την υπαρκτή κοινωνία που ζούμε καθημερινά, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επικοινωνούν χωρίς λόγια, με το γραπτό λόγο και τις εικόνες να έχουν αντικαταστήσει τη λεκτική επικοινωνία και να θεωρούνται ισοδύναμο αυτής…
Η ύπαρξη ενός διαδικτυακού κόσμου, που παρουσιάζεται σε οθόνες υπολογιστών και που είναι γεμάτος από επί μέρους «τέλειες» προσωπικές ζωές, γίνεται υπαρκτός για τους δημιουργούς του, ενώ, στην ουσία, πρόκειται για μία εικονική πραγματικότητα ή, αν θέλετε, μια προβαλλόμενη στις οθόνες ψυχική -και εξιδανικευμένη- πραγματικότητα που αναζητά απεγνωσμένα επιβεβαίωση…
Εύχομαι αυτός ο τρόπος συμπεριφοράς και λειτουργίας να μην είναι η αναπόφευκτη μοίρα μας αλλά κάτι που, με τη βοήθεια κατάλληλων αντιδότων, να αποτελέσει μία επιπλέον δυνατότητα αυτοπραγμάτωσης, και όχι αυτοπαγίδευσης ή αυτοκαταστροφής…
Πηγή:http://www.i-psyxologos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.