Στα νερά του Κορινθιακού βρίσκουν καταφύγιο τέσσερα είδη δελφινιών, που αξιοποιούν το μεγάλο βάθος του κόλπου το οποίο φτάνει σε ορισμένα σημεία τα 930 μέτρα. Τα ζωνοδέλφινα, τα σταχτοδέλφινα, τα ρινοδέλφινα και κυρίως τα κοινά δελφίνια, τα οποία έχουν εξαφανιστεί από πολλές θαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου και γι' αυτό έχουν καταχωριστεί στα απειλούμενα είδη. Η ομορφιά και η σημασία τους δεν είναι τα μόνα στοιχεία που τα κάνουν ξεχωριστά. Αποτελούν μία από τις σπάνιες περιπτώσεις στον κόσμο που τα τέσσερα αυτά είδη ζουν σε κοινά κοπάδια δημιουργώντας μια μικτή κοινωνία.
Οι αιτίες αυτής της ειρηνικής συνύπαρξης δεν είναι γνωστές, αλλά έχει ενδιαφέρον η επισήμανση από τον Αλέξανδρο Φραντζή, πρόεδρο του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος».
Μιλώντας στη συνεδρίαση της επιτροπής περιβάλλοντος της Βουλής επισήμανε ότι πρόκειται για διαφορετικά είδη του ζωικού βασιλείου και επικαλέστηκε τη γάτα και την τίγρη, αποκαλύπτοντας ότι «απέχουν μεταξύ τους γενετικά, δεν αναπαράγονται μεταξύ τους, δεν εκπέμπουν τα ίδια σήματα για να μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους»!
Οι αιτίες αυτής της ειρηνικής συνύπαρξης δεν είναι γνωστές, αλλά έχει ενδιαφέρον η επισήμανση από τον Αλέξανδρο Φραντζή, πρόεδρο του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών «Πέλαγος».
Μιλώντας στη συνεδρίαση της επιτροπής περιβάλλοντος της Βουλής επισήμανε ότι πρόκειται για διαφορετικά είδη του ζωικού βασιλείου και επικαλέστηκε τη γάτα και την τίγρη, αποκαλύπτοντας ότι «απέχουν μεταξύ τους γενετικά, δεν αναπαράγονται μεταξύ τους, δεν εκπέμπουν τα ίδια σήματα για να μπορούν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους»!
Είναι μία από τις συνολικά τρεις ιδιαιτερότητες των δελφινιών του Κορινθιακού. Το ζωνοδέλφινο είναι καθαρά πελαγικό είδος, όμως βρέθηκε πριν από πολλές χιλιετίες στον Κορινθιακό και εγκλωβίστηκε.
Στην πάροδο του χρόνου όμως βίωσε και μια ενδιαφέρουσα βιολογική εξέλιξη που έχει παγκόσμιο ενδιαφέρον, αφού δημιουργήθηκε ένα μοναδικό υβρίδιο με το κοινό δελφίνι.
Για όλους αυτούς τους λόγους, πολύ πρόσφατα η IUCN, η διεθνής ένωση για τη διατήρηση της φύσης, που συντάσσει τη βίβλο με τα απειλούμενα είδη, ανακήρυξε τον Κορινθιακό σημαντική περιοχή για τα θαλάσσια κήτη και ζητά τη λήψη μέτρων για την προστασία τους.
Ευχάριστη έκπληξη είναι η αναφορά της στα κοράλλια που έχουν εντοπιστεί κοντά στις ακτές της Αιγιαλείας. Οι αποικίες με τις γοργόνιες, που σπάνια απαντούν σε ελληνικές θάλασσες, αναπτύσσονται σε σύνθετες μορφές σχήματος βεντάλιας, με εντυπωσιακές κίτρινες και κόκκινες συστάδες, ενώ υπάρχουν λίγες ροζ που θεωρούνται ιδιαίτερα σπάνιες.
Η δημιουργία τους, όπως μας εξηγεί στην Εφημερίδα των Συντακτών η Μαρία Σαλωμίδου ερευνήτρια του ΕΛΚΕΘΕ, οφείλεται στα κρύα νερά της περιοχής που συμβάλλουν στον μηχανισμό στερεοποίησης των φερτών υλικών που καταλήγουν στη θάλασσα από τους χειμάρρους και τα ποτάμια των βόρειων ακτών της Πελοποννήσου.
«Το θαλάσσιο οικοσύστημα είναι όπως αυτό της ξηράς, με τα δάση και τα ποτάμια του», επισημαίνει και διαπιστώνει πως «ο Κορινθιακός δέχεται πιέσεις, αλλά αντιστέκεται».
Στο θαλάσσιο οικοσύστημα του Κορινθιακού δεσπόζουσα θέση έχουν τα λιβάδια της Ποσειδωνίας, που αναπτύσσονται κοντά στις ακτές αλλά φτάνουν και σε βάθος έως 60 μέτρα. Στην πλειονότητά τους βρίσκονται κοντά τις ακτές της Στερεάς Ελλάδας, από την Ιτέα ώς τη Ναύπακτο και ανοιχτά του Λουτρακίου.
Φιλοξενούν πάνω από 400 είδη φυκιών και χαρακτηρίζονται οικότοποι προτεραιότητας, με βάση τις κοινοτικές οδηγίες, γιατί παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αναπαραγωγή των ψαριών και τη διατήρηση των υπόλοιπων θαλάσσιων οργανισμών.
Ιδιαίτερα οι γόνοι, τα νεογέννητα ψάρια, βρίσκουν σ' αυτά καταφύγιο για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να φτάσουν με τη σειρά τους σε αναπαραγωγική ηλικία.
Η παρουσία τους μειώνει επίσης την κινητική ενέργεια του νερού και λειτουργεί ως φυσικό φράγμα που προστατεύει την ακτογραμμή από τη διάβρωση ενώ συμμετέχει καθοριστικά στην οξυγόνωση του θαλάσσιου νερού.
«Συνθέτουν ένα βενθικό σύστημα», αναφέρει η Μαρία Σαλωμίδου και σπεύδει να προσθέσει ότι ο όρος προέρχεται από την αρχαία λέξη «βένθος», που σημαίνει βυθός.
Γιατί γέμισε τσούχτρες ο Πατραϊκός και ο Κορινθιακός;
«΄Εχουμε έξαρση τα τελευταία χρόνια», εξηγεί στην «Εφ.Συν.» ο Ευθύμιος Σκαρίμπας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Οικολογικών Οργανώσεων Προστασίας του Κορινθιακού «Η Αλκυών». Θυμάται πως παλιότερα έκαναν την εμφάνισή τους κάθε 10 με 12 χρόνια. Πέρυσι όμως τα κοπάδια ήταν περισσότερα και φέτος επανήλθαν, κάνοντας ιδιαίτερα έντονη την παρουσία τους.
«Βασική αιτία είναι η υπεραλίευση που γίνεται στον κλειστό κόλπο του Κορινθιακού», επισημαίνει και κάνει λόγο για «λεηλασία αλιευμάτων». Από τη δική του πολύχρονη επαφή με τη θάλασσα υπολογίζει ότι έχουν μειωθεί πάνω από 1.000% σε σχέση με τη δεκαετία του 1970 και έχουν εξαφανιστεί πολλά είδη ψαριών, όπως οι μπάφες και τα μιξινάρια, όπως ονομάζουν οι ψαράδες τους μεγάλους κέφαλους. Ρίχνει τις περισσότερες ευθύνες στο ψάρεμα με μηχανικά μέσα και επικαλείται στοιχεία σύμφωνα με τα οποία μόνο σε δύο ημέρες «σήκωσαν» από τον Κορινθιακό περίπου 90 τόνους αλιευμάτων.
«Αντιστοιχούν σε 30.000 ψάρια και αν δεχθούμε ότι τα μισά είναι θηλυκά και παράγουν ένα εκατομμύριο γόνους το καθένα, τότε χάνουμε περίπου 15 δισ. γόνους τον χρόνο», εκτιμά και προσθέτει: «Μειώνεται έτσι ο πληθυσμός των ψαριών που τρέφονται από τις τσούχτρες και θα τις εξαφάνιζαν πριν προλάβουν να αναπτυχθούν».
Η παράμετρος αυτή είναι καθοριστική, γιατί οι τσούχτρες του Κορινθιακού είναι πελαγίσιες, που σημαίνει ότι η γενέτειρά τους βρίσκεται στο Ιόνιο και το Αιγαίο, από όπου μεταναστεύουν και εγκλωβίζονται στον κλειστό κόλπο.
Παλιότερα προλάβαιναν και τις έτρωγαν τα ψάρια όταν ήταν ακόμη σε μορφή πλαγκτόν. Τώρα καταφέρνουν να αναπτυχθούν και αναπαράγονται. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εμφάνισή τους τα δύο τελευταία καλοκαίρια δεν συνδέεται με έξαρση του φαινομένου στα πελάγη, που σημαίνει ότι έχουν κάνει «στέκι» τους τον Κορινθιακό.
www.thebest.gr
Πηγή: http://www.aigialeianews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.