Ελευθερία Παπασάββα
Το γέλιο είναι μία κοινωνική συμπεριφορά. Μελετώντας την ιστορία και τη φιλοσοφία του γέλιου διαπιστώνουμε ότι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι αυτή καθεαυτή η αίσθηση του χιούμορ εκείνου που γελάει, αλλά κι εκείνου που προκαλεί το γέλιο.
Το γέλιο είναι μία κοινωνική συμπεριφορά. Μελετώντας την ιστορία και τη φιλοσοφία του γέλιου διαπιστώνουμε ότι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι αυτή καθεαυτή η αίσθηση του χιούμορ εκείνου που γελάει, αλλά κι εκείνου που προκαλεί το γέλιο.
Σημασία πρωταρχική έχει το συναίσθημα, εκείνο που λαμβάνουμε και δίνουμε με το γέλιο. Το πιο πρόχειρο παράδειγμα για την παραπάνω διαπίστωση είναι το γέλιο των νεογέννητων και των μωρών γενικότερα.
Δε μπορούν να καταλάβουν τι τους λέμε, δε μπορούν να μας μιλήσουν, δεν έχουν αίσθηση (και συναίσθηση) του χιούμορ, είτε για τα ίδια, είτε για τους άλλους, γελώντας, όμως, διαχειρίζονται συναισθήματα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι είναι 30 φορές πιο πιθανό να γελάσουμε όταν βρισκόμαστε μαζί με άλλους, παρά μόνοι μας.
Δε μπορούν να καταλάβουν τι τους λέμε, δε μπορούν να μας μιλήσουν, δεν έχουν αίσθηση (και συναίσθηση) του χιούμορ, είτε για τα ίδια, είτε για τους άλλους, γελώντας, όμως, διαχειρίζονται συναισθήματα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι είναι 30 φορές πιο πιθανό να γελάσουμε όταν βρισκόμαστε μαζί με άλλους, παρά μόνοι μας.
Όσον αφορά τον ήχο του κάθε γέλιου, υπάρχουν νευροβιολογικές ενδείξεις που εξηγούν το πως προκαλείται κάθε ένας από αυτούς. Σε ομιλία της η επιστήμων γνωσιακών επιστημών Sophie Scott μάς εξηγεί από πλευράς επιστήμης τη διαδικασία του γέλιου. Υπάρχουν δύο είδη γέλιου. Το ένα είναι το ασυγκράτητο, ακούσιο γέλιο, εκείνο που κυλιέσαι στα πατώματα, χτυπώντας πόδια και χέρια. Εκείνο με το οποίο ξεκαρδίζεσαι. Το άλλο είναι το εκούσιο, το «ευγενικό», κοινωνικό γέλιο, το πιο «αξιοπρεπές» ας πούμε, εκείνο το οποίο δεν φαίνεται... γελοίο σε τρίτους, είναι συγκρατημένο και είναι απλά μέρος μιας επικοινωνιακής διαδικασίας. Το δεύτερο στις περισσότερες περιπτώσεις είναι προσποιητό. Για λόγους τάξης, ευγένειας, τρόπων.
Το ακούσιο γέλιο, το μη προσποιητό, κρατά περισσότερο και έχει υψηλότερο τόνο. Οι πνεύμονες πιέζονται περισσότερο να βγάλουν τον αέρα από μέσα τους και παράλληλα οι συσπάσεις ή οι περίεργοι και διαφορετικοί ήχοι που βγαίνουν ταυτόχρονα αποτελούν τρόπους με τους οποίους ξεχωρίζουμε ένα αληθινό και αυθόρμητο γέλιο από ένα προσποιητό. Το εκούσιο ή προσποιητό γέλιο, από την άλλη, είναι κυρίως ελεγχόμενο και ένρινο. Η μύτη εδώ κάνει την περισσότερη δουλειά, κάτι που δεν συμβαίνει όταν γελάμε αυθόρμητα.
Εάν κάναμε μια τομογραφία σε άτομα στα οποία είχαμε δώσει διάφορους ήχους γέλιου να ακούσουν, ο σαρωτής θα μας επέτρεπε να δούμε σε έναν εγκέφαλο να ενεργοποιούνται εντελώς διαφορετικά σημεία όταν ο άνθρωπος ακούει ένα αυθόρμητο γέλιο και διαφορετικά όταν ακούει ένα ψεύτικο.
Αυτό μας δείχνει ότι η πρώτη λειτουργία του εγκεφάλου, όταν δια μέσω της ακοής ένα γέλιο φτάσει στην αντίληψη του, είναι να επεξεργαστεί το είδος του γέλιου. Με το πέρασμα των χρόνων αυτή η διαδικασία γίνεται ευκολότερη. Όταν είσαι 5 χρονών δεν μπορείς να διακρίνεις εύκολα το είδος του γέλιου, μεγαλώνοντας όμως αποκτάς πλήρη ικανότητα διάκρισης. Η κορυφή ηλικιακά όσον αφορά την πλήρη διάκριση διαφορετικών γέλιων είναι τα 37-43 χρόνια.
Τα πράγματα όμως αντιστρέφονται όταν τεθεί θέμα του να θέλεις να συμμετάσχεις στο γέλιο. Όσο πιο μικρός είσαι, τόσο περισσότερο θέλεις να γελάσεις όταν ακούς γέλια. Το αληθινό γέλιο είναι απόλυτα μεταδοτικό, στο μέγιστο στην πιο μικρή ηλικία με τάση να φθίνει όσο κανείς μεγαλώνει. «Είτε γινόμαστε περισσότερο κακόκεφοι όσο μεγαλώνουμε», μας εξηγεί η Sophie Scott, «είτε χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από το να ακούσουμε ένα γέλιο για να γελάσουμε».
Έχει κανείς αναρωτηθεί γιατί σε πολύ στενάχωρες στιγμές, π.χ. σε ένα μνημόσυνο, σε μια κηδεία ή σε πολύ αμήχανες στιγμές, το μόνο που επιθυμούμε ξαφνικά, παρορμητικά και ασυναίσθητα είναι το να βάλουμε τα γέλια; Δεν σεβόμαστε τις περιστάσεις; Δεν είναι αυτό. Δεν αισθανόμαστε λύπη ή αμηχανία; Φυσικά και αισθανόμαστε και τα δύο. Ο λόγος όμως που επιθυμούμε σφόδρα να γελάσουμε σε μία τόσο άκυρη στιγμή είναι το γεγονός ότι το γέλιο είναι ο παμπάλαιος εκείνος μηχανισμός στον οποίο καταφεύγουμε για να διαχειριστούμε συναισθήματα. Γελώντας σε μια τέτοια στιγμή, κατά κάποιον τρόπο ξορκίζουμε τη λύπη διότι έχουμε ανάγκη να αισθανθούμε ότι μετά από όλη αυτή τη στεναχώρια όλα θα πάνε καλά. Εμείς θα νιώσουμε καλύτερα.
Δεν αναρωτιέσαι γιατί οι καλύτεροι κωμικοί ηθοποιοί ή απλοί άνθρωποι που σκορπίζουν το γέλιο πανταχόθεν ήταν ή είναι άνθρωποι που η ζωή τους ήταν γεμάτη στενάχωρες στιγμές, πίκρες και κακουχίες; «Δεν είναι αποκλειστικά ανθρώπινο χαρακτηριστικό, είναι αρχέγονη συμπεριφορά που μας βοηθά να ελέγχουμε το πως νιώθουμε και για να αισθανόμαστε καλύτερα» διατυπώνει επιστημονικά η Sophie Scott. Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η συμμετοχή στο γέλιο είναι «συμμετοχή σ’ ενα πανάρχαιο εξελικτικό σύστημα που έχουν αναπτύξει τα θηλαστικά ώστε να δημιουργούν μεταξύ τους κοινωνικούς δεσμούς.Όσον αφορά το γέλιο εσύ κι εγώ δεν είμαστε τίποτα άλλο, μωρό μου, από απλά θηλαστικά».
Πηγή: http://www.mindthetrap.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.