Και να μαι τώρα….ογδόντα χρονών.
Κάνει τόσο κρύο κι όμως δεν έχω πουθενά να πάω. Πέρα από κείνο το χαρτόκουτο στο Μοναστηράκι. Σκληρό το χαρτόκουτο. Στενό, άβολο..όμως είναι το λιγότερο που μ’ ενοχλεί.
Η αρχή ήταν δύσκολη, τώρα το συνήθισα. Και τους άλλους γύρω μου τους συνήθισα. Αυτούς με τα δικά τους χαρτόκουτα. Χάρτινη γειτονιά είμαστε. Τα ποντίκια που μας περιτριγυρίζουν, έγιναν φίλοι μας κι αυτά.
Σαν εμάς είναι τα καημένα. Δεν έχουν σπίτι, δεν έχουν τίποτα και είναι τόσο μικρά. Τα ματάκια τους γυαλίζουν στο σκοτάδι και το μόνο που ψάχνουν είναι λίγο φαγητό.
Και’ μεις για φαγητό ψάχνουμε.Τις προάλλες ήμουν τυχερός. Ένα παιδάκι πέταξε τη μισή του τυρόπιτα. Η μάνα του του υποσχέθηκε να του αγοράσει άλλη. Αυτή ήταν βρώμικη, είχε μικρόβια. Εγώ όμως την έφαγα. Και το φύλλο της, και το τυρί, μαζί και τα μικρόβια. Δε βαριέσαι.
Απόψε δε βρήκα τίποτα. Να ο τελευταίος μου κάδος. Η τελευταία ελπίδα γι’ απόψε. Δεν έχω κουράγιο να πάω παραπέρα.
Να μια σακούλα. Κάτι μυρίζει όμορφα. Πορτοκαλόφλουδες. Βάζω τη μύτη μου στη σακούλα. Πόσες μνήμες έχει μια μυρωδιά; Τα πορτοκάλια μου θύμισαν τη μάνα μου. Έστυβε πορτοκαλάδες για να μεγαλώσω. Πιες μου έλεγε, πιες να μη φύγουν οι βιταμίνες.
Έφτιαχνε κέικ κι έβαζε ξύσμα πορτοκαλιού. Η αυλή μας μύριζε πορτοκάλια. Ευλογημένο δέντρο έλεγε η μάνα μου.
Δαγκώνω μια πορτοκαλόφλουδα. Γλυκόπικρη γεύση, γλυκόπικρη θύμηση.
Α ρε μάνα….που να έβλεπες που είμαι... τι κάνω… πως ζω. Βιαζόμουν να προλάβω τις βιταμίνες για να μεγαλώσω. Δεν ήξερα πως ήταν σκληρός ο κόσμος των μεγάλων.
Καλύτερα που έφυγες από τον κόσμο αυτό. Ηρέμησες κι εγώ θέλω να ηρεμήσω...
Πηγή: https://www.epaggelmagynaika.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.