Δευτέρα 17 Ιουλίου 2017

ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ VINTAGE ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ!

Έλενα Ακρίτα
Αυτό το «όταν ήμουνα παιδί…» το ακούμε όλο και συχνότερα στις μέρες μας: εγκλωβισμένοι στο παρόν, επανεφευρίσκουμε το παρελθόν. «Αναδιατυπώνουμε» όπως εμείς θέλουμε τις πίσω μας σελίδες. Τις ξαναγράφουμε, τις διορθώνουμε, τις εξωραΐζουμε, αλλάζουμε τις παραγράφους που μας πονάνε.
Ξαφνικά, ένας ολόκληρος λαός λες και πήδηξε από τις σελίδες των παλιών αναγνωστικών: «Ελλη, να ένα μήλο. Λόλα, να ένα άλλο. Μήλο, Μίμη. Ελα, Μίμη, έλα, ένα μήλο, μέλι. Δέτε την οικογένεια. Ετοιμοι όλοι να φάνε. Να ο πατέρας, η Λόλα, ο Μίμης, η Ελλη, η Αννα, η γιαγιά και η μητέρα. Τι μεγάλη οικογένεια!».
Μα βέβαια, ε πώς βέβαια, έτσι καθόμασταν όλοι στο τραπέζι με του Αβραάμ και του Ισαάκ τα αγαθά. Κανένας δεν πεινούσε, κανένας δεν υπέφερε, κανένας δεν αρρώσταινε. Γίναμε όλοι ξαφνικά μέλη της οικογένειας του Αναγνωστικού. Πάει να είμαι εγώ η Ελλη; Και να είσαι εσύ ο Μίμης, Μίμη, μήλο, Λόλα να ένα άλλο.
Η «λέξη» αλάνα είναι η επιτομή του vintage. Εκεί παίζαμε, εκεί τρέχαμε, εκεί ματώναμε. Κι ύστερα, εμείς τα παιδιά με το γρατζουνισμένο γόνατο μαζευόμασταν στο οικογενειακό τραπέζι και άντε ξανά μανά να δαγκώνουμε εκ περιτροπής του Μίμη το μήλο.
Η Ελλάδα μια ασπρόμαυρη ταινία: κάποιοι την «πρόλαβαν» στις αίθουσες των σινεμά και κάποιοι μέσα από την οθόνη της τηλεόρασης. Ανάλογα οι γενιές, ανάλογα οι ηλικίες. Οπως και να τις γνωρίσαμε, όμως, όλοι απαρεγκλίτως ακολουθούσαμε την ίδια διαδρομή στους ίδιους δρόμους: με τον Ορέστη Μακρή και τις κόρες του στα κυριακάτικα λεωφορεία για τη θάλασσα. Με Σοφερίνα την Αλίκη στη Λεωφόρο Πανεπιστημίου. Με το κόκκινο διθέσιο του Αντρέα Μπάρκουλη στις παραλίες των εμπριμέ μπικίνι. Με τον Μίμη Φωτόπουλο σοφεράκι στο αρχαίο του ταξί και τη Σμαρούλα μουτρωμένη στη θέση του συνοδηγού. Ιδιοι δρόμοι, ίδιες διαδρομές...
Με μια σιωπηρή συναίνεση, κάποιες γενιές έσβησαν από τη μνήμη τους πόλεμους, εμφύλιο, χούντα, διώξεις, ξερονήσια, εξορίες, φυλακές, μετανάστευση. Διέγραψαν τα ματωμένα σεντόνια που ανέμιζαν σε παρθενικά μπαλκόνια. Διέγραψαν πατέρες-αφέντες, μανάδες-σκλάβες, διέγραψαν κοινωνίες που διά παντός εξοστράκιζαν το διαφορετικό, τους εκφραστές του διαφορετικού διά παντός. Μια βίαιη κοινωνία που πρώτα κακοποιούσε και ύστερα εξοστράκιζε το διαφορετικό, οτιδήποτε ξεγλιστρούσε σαν γάργαρο νεράκι από το συρματόπλεγμα του «νορμάλ».
΄Ενα άθλιο παρόν και ένα ζοφερό μέλλον. Αυτά μας αναγκάζουν να κρύβουμε το κεφάλι μας στην κινούμενη άμμο του παρελθόντος. Το χθες δεν ήταν τόσο ευτυχισμένο όσο σήμερα θέλουμε να πιστεύουμε. Κι ούτε εμείς ήμασταν τα παιδιά των παλιών αναγνωστικών. Καλά και άγια τα ήθη και τα έθιμα, τα Κούλουμα, η Σαρακοστή, οι Φωτιές του Αϊ-Γιαννιού, τα πασχαλιάτικα γλέντια. Ομως, για να προχωρήσουμε μπροστά, πρέπει κάποτε να πάψουμε να εξωραΐζουμε τις πίσω μας σελίδες. Αν θέλουμε να γράψουμε καινούργια κεφάλαια, πρέπει να πάψουμε να «διορθώνουμε τα παλιά». Γιατί μόνο όποιος έχει το κουράγιο να αντιμετωπίσει το παρελθόν του κατάματα, μόνο αυτός μπορεί να συστηθεί με το παρόν και να προχωρήσει στο μέλλον.
Γιατί τα χρόνια, αγάπες μου, ήταν πέτρινα. Δεν ήταν vintage. 

Πηγή: http://www.tanea.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.