Οι απορρίψεις είναι οι «συναισθηματικές γρατσουνιές της καθημερινής ζωής». Όλοι μας βιώνουμε τον πόνο είτε σε μικρότερη είτε σε μεγαλύτερη ένταση ακόμα κι αν το πρόσωπο που μας απορρίπτει είναι ένας σύντροφος ή εραστής, ένας φίλος, ένας συνάδελφος, ένα αφεντικό, ένας συμμαθητής, ένας θεσμός ή ακόμη και ένας ξένος. Ο πόνος που απορρέει από αυτή την εμπειρία πάντα πονάει.
Ωστόσο, ακόμα και αν η πιο ήπιας μορφής απόρριψη μας προκαλεί ένα αίσθημα τσιμπήματος βαθιά μέσα μας, οι επαναλαμβανόμενες ή απρόσμενες απορρίψεις μπορεί να μας προκαλέσουν έναν τέτοιο συναισθηματικό πόνο που να είναι κυριολεκτικά βασανιστικός. Δεδομένου ότι ο καθένας από εμάς είναι εξοικειωμένος με τον πόνο που προκαλείται από ένα τέτοιο γεγονός, όταν βρισκόμαστε στη δίνη μιας νέας απόρριψης, περιμένουμε από τους γύρω μας να παρουσιάζουν άφθονη και αυθεντική συμπάθεια για τον πόνο μας.
Ωστόσο, συχνά απογοητευόμαστε καθώς ακόμα και κοντινά και αγαπημένα πρόσωπα σε μας δεν μπορούν να καταλάβουν ακριβώς το πόσο πονάμε, πόσο απορροφημένοι αισθανόμαστε με ό,τι συνέβη, πόσο ανίκανοι είμαστε να μιλάμε για οτιδήποτε άλλο ή πόσο αδύνατο βρίσκουμε να το αφήσουμε πίσω μας και να προχωρήσουμε.
Εντούτοις, προτού αμφισβητήσουμε την αφοσίωση και τη φροντίδα των φίλων και της οικογένειάς μας, ας έχουμε υπόψιν μας ότι, είναι πολλές οι μελέτες που έχουν δείξει ότι υποτιμάμε σταθερά τα συναισθήματα των άλλων που έχουν απορριφθεί συναισθηματικά και δεν αντιλαμβανόμαστε το πόσο πόνο βιώνουν κυριολεκτικά. Ακόμη, μια ενδιαφέρουσα πληροφορία αποτελεί το ό,τι, είναι εξίσου πιθανό να υποτιμούμε και το δικό μας συναισθηματικό πόνο όταν σκεφτόμαστε τις αντίστοιχες δικές μας παρελθοντικές εμπειρίες. Το ερώτημα είναι, γιατί υπάρχουν αυτά τα κενά ενσυναίσθησης;
Γιατί έχουμε κενά ενσυναίσθησης για την απόρριψη;
Ένας από τους λόγους του γιατί η απόρριψη πονάει τόσο πολύ, είναι ότι, τα ίδια μονοπάτια του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται όταν μας απορρίπτουν, ενεργοποιούνται και όταν βιώνουμε σωματικό πόνο. Όταν πρόκειται για την εκτίμηση της δικής μας ανοχής ή των άλλων για τον σωματικό πόνο, έχει από καιρό καθιερωθεί ότι υποτιμούμε συνεχώς τις ικανότητές μας, καθώς και εκείνες των άλλων, για τη διαχείριση του πόνου. Για παράδειγμα, η πλειοψηφία των γυναικών που είχαν προγραμματίσει να γεννήσουν χωρίς παυσίπονα άλλαξαν γνώμη από τη στιγμή που βίωσαν την έναρξη των συσπάσεων.
Έτσι λοιπόν, όταν πρόκειται να εκτιμηθεί επακριβώς ο συναισθηματικός πόνος που προκαλείται από την απόρριψη έχουμε μια παρόμοια παραμόρφωση. Σε μια μελέτη, οι συμμετέχοντες δούλεψαν μαζί. Ένα άτομο της μίας ομάδας τέθηκε στην εμπειρία απόρριψης, ενώ η άλλη ομάδα τον παρατηρούσε. Παρά το γεγονός ότι οι παρόντες είδαν τις συναισθηματικές αντιδράσεις του ατόμου που απορρίφθηκε, οι παρατηρητές υποτιμούσαν συστηματικά την ένταση του συναισθηματικού πόνου που ο σύντροφός τους είχε βιώσει.
Σε μια άλλη μελέτη, οι άνθρωποι τέθηκαν στην ίδια εμπειρία απόρριψης. Αμέσως μετά το τέλος του πειράματος τους ζητήθηκε να υποδείξουν το επίπεδο του συναισθηματικού πόνου που ένιωσαν και ξανά μετά από μία εβδομάδα αργότερα. Μέχρι να περάσει η εβδομάδα, η ανάμνηση από το συναισθηματικό τους πόνο ήταν τόσο αμυδρή, έτσι ώστε υποβάθμισαν σημαντικά το πόσο πόνο είχαν πραγματικά αισθανθεί.
Αυτά τα κενά ενσυναίσθησης συμβαίνουν επειδή όταν πάμε να αξιολογήσουμε τις εσωτερικές μας εμπειρίες (όπως το συναισθηματικό πόνο) σε μεταγενέστερη στιγμή το πιθανότερο είναι να υποβαθμιστούν σε σχέση με το εάν τις αξιολογούσαμε την στιγμή που τις βιώναμε. Με άλλα λόγια, είμαστε απλά ανίκανοι να προβλέψουμε με ακρίβεια πως θα αισθανόμαστε την απόρριψη στο μέλλον, τις συνέπειες που θα έχουν αντίκτυπο μέσα μας αν δεν έχουμε βιώσει απόρριψη πολύ πρόσφατα.
Για να φανεί αυτό το σημείο, οι ερευνητές έκαναν ένα πείραμα σχετικά με τον εκφοβισμό στα σχολεία και αξιολόγησαν το συναισθηματικό πόνο που το παιδί αισθάνθηκε κατά τη διάρκεια του bullying. Η μία ομάδα από καθηγητές πέρασε μέσα από μια εμπειρία απόρριψης πριν τους ζητηθεί να βαθμολογήσουν το περιστατικό, ενώ η άλλη όχι. Η ομάδα των εκπαιδευτικών που βίωσαν την απόρριψη βαθμολόγησαν το συναισθηματικό πόνο του μαθητή ως πολύ υψηλότερο από ό, τι οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι δεν είχαν περάσει μέσα από την ίδια εμπειρία, και πρότειναν μια πολύ πιο σκληρή τιμωρία για το νταή.
Σε ποιόν θα πρέπει να στραφούμε αναζητώντας ενσυναίσθηση για την απόρριψη;
Όταν αναζητούμε ενσυναίσθηση και συναισθηματική υποστήριξη, θα πρέπει πάντα να στρεφόμαστε σε αυτούς που νοιάζονται για μας περισσότερο και οι οποίοι έχουν αποδειχθεί ότι είναι πιο δοτικοί στην φροντίδα, την αγάπη και την συναισθηματική επιβεβαίωση που χρειαζόμαστε. Αλλά αν ο χρόνος έχει περάσει και οι συναισθηματικές πληγές μας δεν έχουν ακόμα επουλωθεί, οι άνθρωποι που είναι πιθανότερο να «καταλάβουν» το πώς νιώθουμε (και γιατί οι πληγές μας δεν έχουν ακόμα επουλωθεί) είναι εκείνοι που έχουν πρόσφατα οι ίδιοι απορριφθεί με κάποιο τρόπο (η απόρριψη δεν χρειάζεται να είναι ίδια σε κάθε περίσταση).
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας, ότι οι απορρίψεις προκαλούν συναισθηματικές πληγές που πηγαίνουν πέρα από τον απλό συναισθηματικό πόνο. Η απόρριψη μπορεί να βλάψει τη διάθεσή μας και την αυτοεκτίμησή μας, μπορεί να προκαλέσει εξάρσεις στο θυμό και την επιθετικότητα και μπορεί να επηρεάσει το αίσθημα του ανήκειν, για αυτό οι πληγές πρέπει να αντιμετωπίζονται και να επουλώνονται.
Πηγές: http://enallaktikidrasi.com, www.psychologynow.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.